Μήνυμα

Πάντα να πολεμάς και να αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου. ( Ι. Π. Κουτσοχέρας)

Σάββατο 9 Απριλίου 2022

Κατσαρέας Ηλίας του Ευαγγέλου και της Ευτυχίας. Μνήμη αγήρω.

 ΚΑΤΣΑΡΕΑΣ ΗΛΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ

Μνήμη Αγήρω.

Ομπούυυυυυυυ….. συμφορά μας……Ηλίαααααα…. Αδερφέεεεεε.

        Έτσι θα αντιδρούσαν οι αδερφές σου, αν ζούσαν, αγαπημένε μας Θείε. Ίσως κάπως έτσι θα σε υποδεχθούν στον Κάτω Κόσμο. Ολοφυρόμενες. Και δεν είναι μόνο η αδελφική αγάπη που θα τις κάνει να θρηνήσουν και να σε μοιρολογήσουν «δια λόγου και όχι δια έργου», αλλά και τα Μανιάτικα ήθη τα οποία μας επιβάλλουν «να μοιρολογηθούμε» για να τιμηθεί ένας άξιος και λεβέντης άνθρωπος που αφιέρωσε την ζωή του στην στήριξη της οικογένειάς του και στην υποστήριξη της Πατρίδος του κάνοντας πάντα το καλό.
         Γεννήθηκες στην Πολιάνα της Μάνης, μέσα στη φωτιά του πολέμου, τελευταίο παιδί μιας 8κταμελούς οικογένειας, η οποία 3 χρόνια μετά την γέννησή σου έμεινε ορφανή από πατέρα, θύμα του αδελφοκτόνου εμφυλίου.
        Η Γιαγιούλα μας η Ευτυχία-Μάνα με τις 4 θυγατέρες και τους 2 γιούς πάλεψε να στηρίξει τα παιδιά της. Μαζί με τις αγροτικές δουλειές που πρόσφερες καθημερινά και Εσύ, έμαθες και τα πρώτα σου γράμματα στο γενέθλιο τόπο. Αργότερα για το Γυμνάσιο πήγες στην Αρεόπολη και πηγαινοερχόσουν ποδαράτα ώρες ατελείωτες στο δρόμο. Τα τελευταία χρόνια ήρθες και έμεινες στο σπίτι μας στην Καλαμάτα μέχρι την αποφοίτησή σου.
Πόσο υπερήφανος ένιωθα που ως σημαιοφόρος των σχολείων της Καλαμάτας παρέλαυνες και φωτογραφιζόμουνα μαζί σου.
 Μετά κλείστηκες στο χωριό πάλι και διάβασες, υπό το φως της λάμπας πετρελαίου,  για να δώσεις στη Νομική. Η επιτυχία σου έδωσε μεγάλη χαρά στους συγγενήδες σου. Στην Αθήνα και στην αδελφή σου στο Αιγάλεω πάλεψες να τελειώσεις και μετά το πτυχίο, πάλι πίσω στο χωριό για να διαβάσεις, πάλι με το φως της λάμπας, πάλι με τις προβάτες, πάλι στο λιομάζωμα. Και μετά την επιτυχία σου το ΓΡΑΜΜΑ, αγαπημένε μας θείε. Στα κατάλοιπα που μου άφησε η Γιαγιά μας-Μητέρα σου το ΓΡΑΜΜΑ. Πόσες φορές το έχω διαβάσει δεν θυμάμαι. Το 5σελιδο γράμμα στις 4 Οκτωβρίου 1967 που ανακοινώσεις στην μητέρα σου και στα αδέλφια σου την επιτυχία σου και την είσοδό σου στο Διπλωματικό Σώμα. «Σεβαστή μου μητέρα σε ασπάζομαι, αγαπημένα μου αδέλφια, το χέρι μου τρέμει από συγκίνηση καθώς πιάνω να χαράξω αυτές τις γραμμές. Έρχομαι να συμμερισθώ μαζί σας την μεγαλύτερη χαρά της ζωής μου…. Λοιπόν επέτυχα…». Το ακέραιο φτωχόπαιδο, το ορφανό από τη Μάνη βρέθηκε ανάμεσα σε καλοσπουδαγμένα και καλοταϊσμένα παιδιά στο Υπουργείο Εξωτερικών.

 Σε όποια θέση και αν υπηρέτησες υπερασπίστηκες με τιμιότητα τα συμφέροντα της Ελλάδος και στάθηκες άγρυπνος φρουρός στο πλευρό της απανταχού Ομογένειας. Κέρδισες την εμπιστοσύνη των Προϊσταμένων σου, αγαπήθηκες από τους απανταχού Έλληνες και έγινες καθοδηγητικός φάρος σε όλους όσους σε γνώρισαν. Άνοιξες διπλωματικούς διαδρόμους με την διορατικότητά σου και πάντα υπερασπίστηκες τον Αδύναμο Άνθρωπο.

Στην παραλία πήγαινες για κολύμπι και μάζευες τα σκουπίδια από την άμμο πρώτα. Γελούσες όταν οι αδερφές σου σε «μάλωναν» για αυτή σου την συνήθεια και την επωδό «τι θα λέει ο κόσμος που βλέπει, ολόκληρος πρέσβης να μαζεύεις τα σκουπίδια άλλων!!!!!!». Με το φωτεινό παράδειγμά σου και τον ιδεαλισμό σου, έκανες τους υφιστάμενούς σου, τα παιδιά σου, τα ανίψια σου και όσους συμμερίστηκαν την ψυχή σου, να σε λατρεύουν και να «…Και να πονούν, και να γελούν και να ονειρεύονται, πάντα για το αγαθό και το καλό του Ανθρώπου…». Πιστός στις Αρχές και στις Αξίες σου υπήρξες πάντα Έντιμος, Εργατικός, Ολιγαρκής, Φιλότιμος, Άδολος Πατριώτης, υψηλόφρων Άνθρωπος και ευαισθητοποιημένος Οικολόγος.
         Τις αδερφές σου υποστήριξες και στα καλά και στα κακά, τα ανίψια σου τα στήριξες, για την Μάνη ενδιαφέρθηκες, τον σύλλογο Πολιανιτών βοήθησες, για ανθρώπους Έλληνες και μετανάστες ενδιαφέρθηκες. Πάντα μου θύμιζες τα λόγια του ποιητή :«…Πάντα να πολεμάς και ν’ αντιστέκεσαι κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου…».

         Μαζί σου περάσαμε αξέχαστα καλοκαίρια στην ταράτσα του σπιτιού της Πολιάνας και τα γέλια μας ακούγονταν μέχρι την πλατεία. Κανείς μας δεν θα ξεχάσει τα καλοκαιρινά μπάνια στη Σελίνιτσα, στην Ούπατη και στο Στραβολάγκαδο. Τις βραδινές περιπέτειες με τις βαρκάδες. Τα αστεία και τις εκδρομές. Τις συμβουλές, τις οδηγίες, τις «διαταγές σου».

         Πως χαθήκατε όλοι σας οι αγαπημένοι μας και χορτάριασε η εξώπορτα του σπιτιού μας ούτε το καταλάβαμε. Τα γέλια τώρα αντικατέστησε βαριά η σιωπή και οι κουκουβάγιες φωλιάζουν στο έρημο προγονικό μας σπίτι. Τίποτα δεν μπορεί να φέρει το χρόνο πίσω και ούτε τα ανίψια σου να ξαναγίνουν τα ανέμελα παιδάκια που σε θαύμαζαν και δεν χόρταιναν να σε ακούν.
          Πόσο θα μας λείψουν οι συζητήσεις μας. Πόσο θα αντηχούν στ’ αυτιά μας το τρανταχτό σου γέλιο. Πόσο θα θυμόμαστε το υπέροχο στυλ σου, την βαθιά σου αντρίκια φωνή, τα γλυκό σου βλέμμα, το γενναίο περπάτημά σου, τις επιστολές σου στην «Καθημερινή», τις εύστοχες κριτικές σου, τη διήγηση των παιδικών αναμνήσεών σου που και στο πιο δραματικό περιστατικό Εσύ έδινες την ευχάριστη πλευρά της για να μην μας τρομάξεις. Αγαπημένε μας Θείε.

       Υπήρξες ευτυχισμένος με την οικογένειά σου. Με άξια σύζυγο και πανάξια παιδιά, τα αγαπημένα μας ξαδέλφια, και σε αυτά τώρα θα μεταφέρομε όλοι μας την αγάπη που έχομε για σένα. Και τον Αλέξη μας, τον διάδοχό σου στο λειτούργημα της Υπηρεσίας του προς την Πατρίδα και τον Ελληνισμό, προσβλέπομε να γίνει πολύ καλύτερός σου.

       Το ήξερες αγαπημένε μας Θείε και καμάρωνες γι’ αυτό. Εσείς μας το διδάξατε. Η οικογένεια απογόνων της Βαγγέλαινας Κατσαρέα υπήρξε και θα συνεχίσει να είναι ενωμένη με τρανταχτή συνοχή και αγάπη. Οι Αλεξιάνοι της γενιάς μας θα σταθούν άξιοι απόγονοί σας.



       Στα μέρη που έζησες θα συνεχίσομε να πηγαίνομε. Και στο Βαλτάκι, και στην Πλαγιάδα, και στο Μισοκάμπι και στο Αγριάδι και στα Σβινιάνικα. Σε όλα τα χωράφια που δούλεψαν οι μανάδες μας και Εσύ, θα βρισκόμαστε κάθε χρόνο, σαν Μνημόσυνο στην Άγια Μνήμη σας. Και στο χωριό και στο σπίτι μας. Γιατί ξέρομε πως ΕΣΕΙΣ ΘΑ ΕΙΣΤΕ ΠΑΝΤΑ ΕΚΕΙ. ΕΤΣΙ ΘΑ ΑΝΤΑΜΩΝΟΥΜΕ. ΟΠΩΣ ΠΑΛΙΑ.


                                         Ελεγείον
                                  Ω Μάνη, Μάνη, σιδηρέ οπλίτα των Ελλήνων,
                                  χύνε Ευρώτα γηραιέ το ρεύμα σου με θρήνον,
                                  κραυγήν οδύνης άφησε και σύννεφα μοιραία,
                                  έναν εισέτι θάπτομεν εδώ, Ηλία Κατσαρέα.
                                  Ήδη τον ήρπασεν η νύξ του τάφου η βαθεία.
                                   Ευλογητός ο ύπνος του κι η έγερσις γλυκεία.

                                         Μοιρολόγι

Νάχα στα χέρια μου φτερά, να πέταγα πολύ ψηλά, σ’ όλης της Μάνης τα χωριά, προσηλιακά και αποσκιερά.
Και να τους πως έφυγες, μπάρμπα μου πως ταξίδεψες, πως πας να μπεις στη Κάτου Γη, ανήλιαγη και σκοτεινή.
Θα βρεις αδέλφια, συγγενείς, τους λατρευτούς σου τους γονείς, θα βρεις και μια μικρανιψιά με άντρα και κόρη αγκαλιά.
Να πεις σε όλους πως εδώ, μνημόσυνο καθημερνό, με την Πατρίς και τον Σταυρό, κάνουν τα Κατσαρόγγονα.
Είναι πιστά στις διδαχές, που έδωσαν μάννες καλές, και πατεράδες στοργικοί, για Αγάπη οικογενειακή.
Όλους σας σάς ευχαριστώ, στο ξόδι που ήρθατε εδώ, του κάλιου μπάρμπα μας του Λιά, τον είχαμε σα βασιλιά.
Μα μας υποχρεώσατε απ’ την πολύ αγάπη σας, και εμείς τα Βαγγελόγγονα, είχητας να σας το ξεπληρώσουμε
σε γεννητά και σε χαρές.-





 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου