Μήνυμα

Πάντα να πολεμάς και να αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου. ( Ι. Π. Κουτσοχέρας)

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

Η Ντουντού. Ένα όνομα με ιστορία.

              Η Ντουντού. Ένα όνομα με ιστορία.

Το γυναικείο αυτό όνομα βρέθηκε πάλι μπροστά μου προ μηνός και ανέσυρα από την μνήμη μου περιστατικά με φίλους την εποχή της εφηβείας μου. Την πρώτη φορά που άκουσα αυτό το όνομα θάταν περί το 1975. Ένας αγώνας του ποδοσφαιρικού Μεσσηνιακού ήταν και ο σπουδαίος συμπαίκτης μου Μάκης Κουλούρης, που με τιμάει με την φιλία του 50 χρόνια, γνωστός στους ποδοσφαιρόφιλους της Μεσσηνίας, απευθυνόμενος στον διαιτητή του είπε «τι σφυράς μωρή Ντουντού;». Ο διαιτητής, αν θυμάμαι καλά το πέρασε στο ντούκου διότι πιθανολογώ πως δεν θα γνώριζε αν η λέξη «Ντουντού» αποτελούσε ύβρη ή όχι. Την δεύτερη φορά που άκουσα αυτή τη λέξη θάταν περί το 1977, όταν οι καλοί μου φίλοι Μάκης Κουλούρης, Σωτήρης Μπούνας και Πιέρρος Γαλάρης με πήραν στην παρέα τους σε ένα «σκυλάδικο» της εποχής εκείνης, κάπου στο Ασπρόχωμα, και επειδή τις πρώτες μικρές ώρες ζήτησαν παραγγελία το, άγνωστο σε μένα, τραγούδι «Μωρή Ντουντού» και ο τραγουδιστής δεν τόξερε φαίνεται και τους φέρθηκε προσβλητικά, διότι ίσως να νόμιζε πως τον ειρωνευόντουσαν, οι φίλοι μου ανταποκρίθηκαν στον καυγά που άλλοι ξεκίνησαν για παρόμοιο θέμα και ο γράφων «κρύφτηκε στα σκοτεινά μην τον φάει το σκοτάδι», καθότι άμαχος.


Σε ταβέρνα στην Ελλάδα 1953. Henri Cartier-Bresson

 Σημείωση: Ο Δημήτριος (Μάκης) Κουλούρης γέννημα και θρέμμα καλαματιανός, υπήρξε εξαίρετος ποδοσφαιριστής, φιλότιμος υπάλληλος, έντιμος άνθρωπος και λαϊκός χαρακτήρας. Από μικρό παιδί βρέθηκε στον αγώνα για την επιβίωση δουλεύοντας στο μαγαζί του πατέρα του που προμήθευε με κρασί ταβέρνες της Καλαμάτας. Ο Μάκης λειτουργούσε ως μεταφορέας των παραγγελιών, όποτε χρειαζόταν. Ερχόμενος σε επαφή με ταβερνιάρηδες και θαμώνες γνώρισε πολλούς καλαματιανούς από λαϊκές τάξεις και απομνημόνευσε διασώζοντας, λέξεις και φράσεις που κατατάσσονται στην καλαματιανή αργκό. Και βέβαια η καλαματιανή αργκό δεν είναι αποκλειστικά ντόπιο δημιούργημα. Πολλοί καλαματιανοί είχαν παρτίδες με πολλές παραθαλάσσιες πόλεις της Ελλάδος, κυρίως στον Πειραιά (εργάτες, βαρκάρηδες, ναυτικοί, νταβατζήδες, προστάτες μαγαζιών και γενικά στις λούμπεν δουλειές βιοπορισμού) και από εκεί μετέφεραν στην Καλαμάτα, όταν επέστρεφαν μόνιμα ή προσωρινά, το γλωσσικό υλικό που έμαθαν και χρησιμοποιούσαν στο σινάφι τους.  Έτσι το ντόπιο υλικό εμπλουτίστηκε με το «αλλοδαπό» και σήμερα αποτελεί το γλωσσικό ιδίωμα μιας φάρας λιγοστών καλαματιανών. Ο Μάκης εκτός από εγκάρδιος φίλος είναι και ο οδηγός μου στο κόσμο του γλωσσικού καλαματιανού ιδιώματος.

Την τρίτη φορά, απ’ όσο θυμάμαι, που άκουσα το όνομα Ντουντού ήταν το 1982, όπου σε ένα ρεμπετάδικο της εποχής ο τραγουδιστής Δημήτρης Κοντογιάννης είπε από μικροφώνου: «θα πω τώρα ένα ρεμπέτικο του Μουφλουζέλη που θέλει να ακούσει και να χορέψει ο φίλος μου Νίκος ο Καλαματιανός. Παραγγελία». Για να πει ο τραγουδιστής το 1982 αυτά τα λόγια σήμαινε πως ο κατονομασθείς ήταν ιδιαίτερο πρόσωπο και ο σεβασμός στην επιλογή του ήταν υποχρεωτικός. Ξεκινάει λοιπόν το τραγούδι και αρχίζει ο Κοντογιάννης «Καλέ Ντουντού , Ντουντού καλέ, άλλον δεν θάβρεις σα και με ….».

 https://www.youtube.com/watch?v=_FjaGhX22y0

 Τάχασα, διότι μυαλό μου πήγε στον Μάκη, στον Πιέρρο και στο Σωτήρη που παρ’ ολίγο να γκρεμίσουν ένα μαγαζί, λίγα χρόνια πριν, επειδή δεν είπαν το τραγούδι αυτό. Σηκώθηκε λοιπόν ένας τύπος αδύνατος και στεγνός και χόρεψε ωραία και στρωτά. Το μαγαζί όλο μόκο. Όλοι βλέπανε το βλάμη που σεργιάναγε στην πίστα σε μισό τετραγωνικό, ολομόναχος και σιωπηλός χωρίς ρεβεράντζες  και κορδελάκια. Τέλειωσε το τραγούδι και ο χορευτής ασπάστηκε τον Κοντογιάννη κι έκατσε, μέσα σε παλαμοκροτήματα. Ο Νίκος ο Καλαματιανός καθότανε «πρώτο τραπέζι πίστα» σολαρία. Η παρέα μου (νομίζω με Νίκο Κάβδα και Τριαντάφυλλο Τσικάλογλου ήμουνα) ήμασταν σε ένα τραπέζι «στα σκιερά». Κάποια στιγμή πηγαίνοντας για κατούρημα ο Καλαματιανός πέρασε δίπλα μας και ο Τριαντάφυλλος τον ρώτησε «είστε από την Καλαμάτα». «Αρφαραίος και Μωραγιάννης» είπε αυτός και τέλος. (Μετά από χρόνια στην τράπεζα που δούλευα ήρθε για δουλειά του και τον θυμήθηκα. Μιλήσαμε και γνωριστήκαμε. Ωραίος μάγκας και παιδί τζιμάνι).

Δεν ενδιαφέρθηκα να  ρωτήσω ποτέ τον Μάκη τι σήμαινε Ντουντού, διότι ξέρω πως είναι λεξηπλάστης και οι γνώσεις του στην βαριά καλαματιανή αργκό είναι πολλές, και βέβαια συνεχίζει μέχρι σήμερα να μεγαλώνει το λεξιλόγιό του με λέξεις και φράσεις τις οποίες ούτε ο Τσιφόρος θα γνώριζε.
Λαχαίνει τώρα να «έχω ψωνίσει την αγγελικούλα» και να ψάχνω σε παλιές αθηναϊκές εφημερίδες χρονογραφήματα του σπουδαίου λογοτέχνη Θεόδωρου Βελλιανίτη (1863-1935). Προ καιρού διάβασα στο χρονογράφημά του «Αι αδελφαί Μακρή», του 1917, με το οποίο αναφέρεται στην ομορφιά των αδελφών αυτών, μία εκ των οποίων, την Θηρεσία,

ερωτεύθηκε ο λόρδος Βύρων, γράφοντας και το αντίστοιχο ποίημα το 1810. Σε επιστολή του προς τον Henry Drury ο ποιητής δήλωνε ότι «πεθαίνει για την αγάπη τριών ελληνικών κοριτσιών στην Αθήνα», «Τερέζα, Μαριάνα, και Κατίνκα», και έγραψε το ποίημα γι ‘αυτήν πριν αναχωρήσει για την Κωνσταντινούπολη (παραθέτω τον πρώτο στίχο):

Κόρη των Αθηνών, πριν χωριστούμε
Δώστε, ω δώστε πίσω την καρδιά μου!
Αλλιώς, μια και το στήθος μου έχει αφήσει,
Κρατήστε την, και πάρτε κι όλα τ’ άλλα!
Τον όρκο μου ακούστε πριν χαθώ,
Ζωή μου, σας αγαπώ…..

Η πρώτη εκ των αδελφών λεγόταν Μαριάνα και η δεύτερη Αικατερίνη (Κατίγκω). Αναφερόμενος ο συγγραφέας Θεόδωρος Βελλιανίτης στην ιστορία της Μαριάνας και στο έρωτα που έτρεφε για αυτήν ο παρ’ ολίγον σύζυγός της Ερρίκος Ουίτιγκτων «αποθανόντος την εποχής της μνηστείας εν Λονδίνω», γράφει πως στις επιστολές που της έστελνε, την αποκαλούσε Ντουντού αντί Μαριάνα.
«…Ο Ερρίκος Ουίτιγκτων διελθών εξ Αθηνών παρέμεινεν εν τη οικία της κυρίας Θεοδώρας Μακρή, ερωτεύθη δε παραφόρως την Μαριάναν. Ήτο ούτος χαριέστατος νέος, έτρεφεν άδολον αίσθημα προς την νέαν Ελληνίδα και διετήρει αλληλογραφίαν μετ΄αυτής εκ Λονδίνου από του έτους 1817, ότε ανεχώρησεν εις Λονδίνον και όπου απέθανε μετά τινα έτη. Είχεν εκμάθη την Ελληνικήν και η προς την μνηστήν του αλληλογραφία διεξήγετο εις την γλώσσαν ταύτην, αλλά γλώσσαν παράδοξον. Έχω υπ΄ όψει μου μιάν επιστολήν του. Εις ταύτην αποκαλεί την μνηστήν του ουχί Μαριάναν, αλλά Ντουντού, διότι όλας τας πρωτοτόκους θυγατέρας επί Τουρκοκρατίας απεκάλουν εν Αθήναις Ντουντού….».

Αυτό λοιπόν ήταν και η αφορμή να ψάξω το θέμα περί του ονόματος Ντουντού. Και να τι βρήκα : Από το site «Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις» όλα τα παρακάτω:
Α. Ως
Όνομα.
π.χ. «…Επωνομάζετο Ντουντού, κατά την παλαιάν Φαναριωτικήν συνήθειαν…".
(Ο Φίλιππος Δρακονταειδής διαβάζει Δημήτριο Βικέλα)

“…η Β. Χρηστίδου, γνωστή με το όνομα «κυρία Ντουντού»…”
(Αρχείον Θράκης)

Επίθετο (χαϊδευτικό) και όνομα μαζί
«…επίθετο χαϊδευτικό για κορίτσια, κυρίως όταν ήταν ωραία ντυμένα και στολισμένα, ήτανε και κύριο όνομα : Ντουντού και Ντουντούλα.…"
(Μικρασιατικά χρονικά)

«…την Παυλοπούλαν αγαπώ κι’ ολημερνής την τραγουδώ,
την Παυλοπούλα τη Ντουντού "π’ αυτή μου σήκωσε το νου…»
(Δ. Καμπούρογλου, Ιστορία των Αθηναίων, τ. Γ
΄)

«…δεν της φτάνει ο φαναριώτικος τίτλος «κοκκώνα», αλλά της κολλάει και το χαϊδευτικό τούρκικο «ντουντού»…»
(Ν. Κασομούλης, Ενθυμήματα Στρατιωτικά της επαναστάσεως των Ελλήνων)

«…σύρε πουλί μου σύρε και γύρισε παντού
και δεν θα βρεις σαν εμένα κοκόνα και ντουντού…»
(Θρακικά Χρονικά)

«…Μαριγώ μου και ντουντού μου, και κανάρι της Φραγκιάς,
να σε ζωγραφίσω θέλω μέσ’ στα φύλλα της καρδιάς
(Λιανοτράγουδα, ήτοι συλλογή διστίχων)

«…Κερά μου, καρδιά μου, ντουντού μου, φως μου…»
(Σχολείον των ντελικάτων εραστών, Ρήγας Φεραίος)

Β. Τι λένε τα λεξικά (όσα καταδέχονται να ασχοληθούν με το λήμμα…) και ό,τι σημαντικότερο βρίσκει κανείς γκουγλάροντας τη λέξη:

α. ντουντού ( αρμεν. = γυνή)
[Σύγγραμμα περιοδικών τ. 33]

β. Ντουντού, (τουρκ.) επί της εννοίας της προστασίας των νεωτέρων υπό πρεσβυτέρων, και λογιώτερον Δουδού.
(Λαογραφία)

γ. Ντουντού : προσφώνηση μόνο για γυναίκες αρμενικής καταγωγής και μεγάλης ηλικίας.

δ. ντουντού=χαϊδευτική επίκληση κοριτσιού ή γυναικός. Παλαιότερα, στις μεγάλες πόλεις της Ανατολής ντουντού λεγόταν η αγαπημένη, η σύζυγος
[Εμμαν. Παπαζαχαρίου]

ε. Ντουντού: η γριά γυναίκα και μάλιστα η αλλόθρησκη (Ρεντχάουζ)

στ. dudu dilli (τουρκοαγγλικό λεξικό) η γλυκομίλητη γυναίκα.

ζ. "…παλαιά Ασιατική λαϊκή λέξις σημαίνουσα την πρεσβυτέραν Κυρίαν του χαρεμίου, την πρώτην Κυρίαν, την “αρχόντισσαν. Είναι εν χρήσει παρά τοις Αρμενίοις, έτι δε παρ’ Εβραίοις και Έλλησι της Μ. Ασίας…”
(Το Αρκάδι δια των αιώνων).

Γ. Ας μην ξεχνάμε και το παραδοσιακό τραγούδι «Ρουμπαλιά» που μας το έκανε γνωστό η Δόμνα Σαμίου:
 
Μια γαρουφαλιά μου στείλαν, Ρουμπαλιά, Ρουμπαλιά1
ν-από μέσ’ απ’ τη Φραγκιά
κι είν’ η γλάστρα μαρμαρένια, Ρουμπαλιά, Ρουμπαλιά
τα γαρούφαλα χρυσά.

Νύχτιωσε και βγήκαν τ’ άστρα και θα με σκοτώσουνε,
βάλε, φως μου, ριτζατζήδες
2 ίσως με γλυτώσουνε.

Μαριγώ μου και ντουντού3 μου και Μελιωτοπούλα μου,
να σε ζωγραφίσω θέλω στην καπνοσακκούλα μου.

*3ντουντού: προσωνυμία που δινότανε στις γυναίκες

Δ. Στο λεξικό του Νίκου Πασχαλούδη αναφέρεται πως το όνομα Ντουντού αποτελεί προσφώνηση γυναίκας εκ της τουρκικής dudu=γυναίκα, τίτλος γυναίκας.

 Όμως φαίνεται πως η λέξη Ντουντού κατέληξε να αποτελεί παρατσούκλι για γυναίκες σκληρές, πονηρές, αλανιάρες, παραδόπιστες και πιθανότατα, εύσωμες.

Σχετικώς αναφέρεται στο άρθρο «Μαντάμ Ντουντού, η “θρυλική τσατσά” στα πορνεία των Βούρλων. Η “Δράκαινα” που έτρεμαν οι ιερόδουλες και οι πελάτες. Από ποια πόρνη βγήκε και η φράση “άντε μωρή Λουμπίνα”»...
Διαβάστε όλο το άρθροhttp://www.mixanitouxronou.gr/mantam-ntountou-i-thriliki-tsatsa-sta-pornia-ton-vourlon-i-drakena-pou-etreman-i-ierodoules-ke-i-pelates-apo-pia-porni-vgike-ke-i-frasi-ante-mori-loumpina/

                                             Ντουντού. Η Δράκαινα των Βούρλων

…πως η Μαντάμ Ντουντού ήτανε καπετάνισσα δεσμοφύλακας στις ιερόδουλες των Βούρλων τις δεκαετίες ’20 και ’30. Έτσι εξηγείται πλέον η κατοπινή έννοια του ονόματος «Ντουντού» (σίγουρα θα πρόκειται για παρατσούκλι ειρωνικό) καθώς βέβαια, για όσους θα διαβάσουν το παραπάνω άρθρο από «Την Μηχανή του χρόνου», θα μάθουν από που βγήκε και η απαξιωτική φράση της αργκώ «άντε μωρή λουμπίνα» (Κική Λουμπίνα, ιερόδουλος της εποχής εκείνης).

Για τους λάτρεις του ρεμπέτικου καταγράφω τα σχετικά ρεμπέτικα τραγούδια και ένα ελαφρολαϊκό:

https://www.youtube.com/watch?v=7pgcl1K7cYc με τον Στέλιο Βαμβακάρη

https://www.youtube.com/watch?v=VPlbMxRcWyI με τη κομπανία Ντουζένια

https://www.youtube.com/watch?v=DKfWPpMcmcg&t=61s με τον Αντώνη Νταλγκά

https://www.youtube.com/watch?v=2K2q-W7fLmw&t=31s με τον Γιώργο Μουφλουζέλη

https://www.youtube.com/watch?v=qrDr-TdUd5Y&t=62s με τον Παναγιώτη Τσώρο

https://www.youtube.com/watch?v=wvumgMtTBHw&t=5s με τον Στράτο Παγιουμτζή

https://www.youtube.com/watch?v=56KlDpc4NHc με την Ζωή Κουρούκλη.

https://www.youtube.com/watch?v=ql4faHmDn9U με την Μαρίκα Παπαγκίκα


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου