Μήνυμα

Πάντα να πολεμάς και να αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου. ( Ι. Π. Κουτσοχέρας)

Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2024

Σούτσος και Γκίκας. Μονομαχία στο Παρίσι του 1873. Μάρτυρας ο Γεώργιος Αναστ. Μαυρομιχάλης

 ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΙΓΚΗΠΩΝ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΤΟΥ 1873.

-ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΔΙΚΗ ΤΩΝ ΣΟΥΤΣΟΥ-ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΑΧΙΑΣ.
-Ο ΝΕΡΑΪΔΟΓΕΝΝΗΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗΣ.
-ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Η ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ




       Όπως θα διάβασε ο αναγνώστης στο ιστορικό σημείωμα για το ποίημα του Λεκόντ ντε Λίλ με τίτλο «Το Κομπολόι των Μαυρομιχαλαίων»,                          

https://taygetos-zeritis.blogspot.com/2021/11/blog-post.html

λέγεται πως το εμπνεύστηκε στο δικαστήριο της Μελάν αντικρίζοντας τον Γεώργιο Αναστ. Μαυρομιχάλη στην δίκη του ως μάρτυρα στη μονομαχία των Σούτσου-Γκίκα το 1874, γνωρίζοντας βέβαια και το ιστορικό υπόβαθρο της οικογένειας Μαυρομιχάλη.

      Η λογοτέχνης Ρεβέκκα συζ. Στυλιανού Μαυρομιχάλη αναφέρει πως το περιστατικό τής μονομαχίας, μεταξύ των δύο Ελλήνων πριγκήπων, έγινε το 1876, ενώ ο ιστοριοδίφης Ελευθέριος Σκιαδάς δεν αναφέρει έτος καθώς και ο Γιάννης Μαντούβαλος-Μανωλάκος. Και οι τρεις δεν αναφέρουν την πηγή τού ευρήματός τους παρά μόνο τον συγγραφέα Θεόδωρο Βελλιανίτη, ο οποίος -έχουν γράψει και οι τρεις- σε δημοσίευμά του έγραψε, (το οποίο δεν αναφέρουν για την πιστοποίηση). Πράγματι ο Θ. Βελλιανίτης έγραψε πως ο Λεκόντ ντε Λίλλ αντίκρυσε τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη στη δίκη του και πήρε την αφορμή να γράψει το ποίημα. Καταθέτω το απόσπασμα από το γραφόμενα[1] : «… όταν έγινε η δίκη, η ευρεία αίθουσα του Μεγάρου της Δικαιοσύνης είχε πληρωθή κόσμου, μεταξύ του οποίου διεκρίνοντο αι ευγενέστεραι δέσποιναι της Γαλλίας και της διεθνούς κοινωνίας. Εκ των πρώτων είχε μεταβή και ο ποιητής Λεκόντ δε Λίλ, παρασυρθείς εκεί εκ του γεννηθέντος θορύβου. Όταν εισήλθεν ο Μαυρομιχάλης, ο ποιητής έμεινεν κατάπληκτος προ της θέας αυτού. Ευρίσκετο τότε ο Μαυρομιχάλης εις όλην την λάμψιν του κάλλους του. Εφάνη δε εις τον ποιητήν ως ανδριάς με σάρκα και οστά. Ενόμισεν, όπως έλεγεν εις τον Θεόδωρον Δεληγιάννην, ότι είδε εμπρός του έναν από τους θεούς του Ολύμπου. Έπειτα ήκουσε την παράδοσιν του Κομβολογίου και έγραψεν το περίφημον ποίημα…».

        Θεώρησα πως όλοι όσοι ασχολήθηκαν για να μεταφράσουν το ποίημα το έκαναν επιδερμικά. Έψαξα λοιπόν σε παλιές εφημερίδες, μια συνήθεια που πάντα αποδίδει καρπούς, από το αρχείο της Βιβλιοθήκης της Βουλής. Οι έρευνές μου απέδωσαν καρπούς και συνέταξα το χρονολόγιο των περιστατικών μέσα από επίσημα αρχεία, με συγκεκριμένες ημερομηνίες, την τραγική κατάληξή τους και τα μετά την δίκη περιστατικά.
       Όλα έγιναν το Νοέμβριο του 1873 και το περιστατικό μεταφέρεται από έγκυρες πηγές[2] ως εξής:
«Περί της εσχάτως εν Fontainebleau, παρά της Παρισίοις γενομένης μονομαχίας των κ.κ. Σούτσου και Γκίκα, καθ’ ήν ο τελευταίος εφονεύθη, γινώσκομεν σήμερον τας επομένας λεπτομερείας.
Ο κ. Σούτσος είναι ο άλλοτε ανθυπολοχαγός του μηχανικού Κωνσταντίνος Σούτσος, υιός του Δημητρίου Σούτσου, εισαγγελέως διατελέσαντος κατά τας αρχάς της συστάσεως του Ελληνικού Βασιλείου, και ανήκοντος εις τον κλάδον των Σούτσων, ήτις έφερε την προσωνυμίαν των «αγρίων». Ο έτερος των μονομαχησάντων, ο Νικόλαος Γκίκας, ήν ο υιός του υποστρατήγου Ιωάννου Γκίκα, εκ της ηγεμονικής οικογενείας, ετών 23.

        


                        



Οικόσημο της οικογένειας Γκίκα           Το οικόσημο της οικογένειας Σούτσου. Από το SearchCulture.gr

Η προκαλέσασα την μονομαχίας έρις αφετηρίαν αρχικήν έχει γυναίκα. Εδικαιώθη και ήδη ο πρόεδρος εκείνος του γαλλικού Parliament, όστις συνήθιζε να λέγη, αναγγελόμενος αυτώ περιπλόκου τινός υποθέσεως ποινικής : Qu est la femme? Οι μονομαχήσαντες εμονομάχησαν δια πιστολίου, εις ού την χρήσιν, ως βεβαιούται, ο κ. Σούτσος κέκτηται δεξιότητα έκτακτον. Έστησαν δε εις απόστασιν βημάτων είκοσιν. Ο πυροβολισμός εγένετο συγχρόνως και η μεν σφαίρα του Γκίκα έκλινεν έξω του σκοπού, η δε του Σούτσου, διατρυπήσασα την πλευράν του Γκίκα, κατέληξεν εις την κύστιν, ήν διέσχισεν. Ο πληγωθείς ούτω βαρέως απεβίωσε, μετά τινας ώρας, εν οδύναις. Του κ. Σούτσου μάρτυρες παρέστησαν ο ταγματάρχης του μηχανικού κ. Νικολαΐδης και ο υπολοχαγός του πεζικού, πρώην διαγγελεύς του Βασιλέως κ. Γεώργιος Α. Μαυρομιχάλης, του δε κ. Γκίκα, είς Γκίκας και είς έτερος εκ των συμπατριωτών του. Επειδή ο γαλλικός Νόμος τιμωρεί την μονομαχίαν, εκυκλώθη την επαύριον υπό της Αστυνομίας, η οικία, εν ή κατώκει ο κ. Σούτσος, αλλ’ οι έρευναι εις ουδέν κατέληξαν αποτέλεσμα, διότι ο κ. Σούτσος προλαβών μετέβη εις Βέλγιον. Κατεζητήθησαν και οι μάρτυρες αμφοτέρων των μονομαχησάντων, αλλά δεν είναι γνωστόν, εάν συνελήφθησαν ή κατόρθωσαν και ούτοι ν’ αποδημήσωσιν, όπως εκφύγωσι τας εν Γαλλία καταγινωσκομένας βαρείας ποινάς εις τους συμμετέχοντας εις μονομαχίας, και μάλιστα μετ’ αποτελεσμάτων θανάτου».


Ουσιαστικά επρόκειτο για μία μονομαχία που δεν μπόρεσε να αποφύγει ο Γκίκας διότι ο αντίπαλός του τον προκάλεσε, γνωρίζοντας και την απειρία του στα όπλα. Την πρόκληση για μονομαχία γέννησε το μίσος που έτρεφε ο Σούτσος για τον Γκίκα, διότι ο τελευταίος είχε αναλάβει την προστασία της εξαδέλφης του Ναταλίας Μαυρογένη, συζύγου του Σούτσου, από τις βαναυσότητες του Σούτσου εις βάρος της. Στην δίκη, στιγμιότυπα της οποίας θα περιγραφούν παρακάτω, ένας αξιωματικός κατέθεσε ότι ο Σούτσος συνήθιζε να προκαλεί μονομαχίες για να βάζει στοίχημα πως θα έπληττε τον αντίπαλό του σε συγκεκριμένο σημείο του σώματός του. Μερικά χρόνια πριν είχε κακοποιήσει για ασήμαντη αφορμή και έναν άλλο συγγενή της γυναίκας του. Οι μάρτυρες των Σούτσου-Γκίκα, γνωρίζοντας την ικανότητα τού Σούτσου στην βολή με πιστόλι, είχαν βάλει διπλή δόση μπαρουτιού στα πιστόλια για να λοξοδρομήσει το βόλι. Για κακή τύχη του Γκίκα η ενέργεια αυτή δεν τον γλύτωσε διότι ο ικανότατος Σούτσος όχι μόνο τον πέτυχε αλλά και η σφαίρα διαπέρασε το κορμί του νεαρού Γκίκα με μεγαλύτερη δύναμη.

«Εν[3] Φονταινβλώ της Γαλλίας εμονομάχησαν κατ’ αυτάς ο κ. Σούτσος υιός της κυρίας Σμαράγδας Σούτσου, πρώην αξιωματικός του ελληνικού στρατού, και ο κ. Γκίκας, διπλωματικός αντιπρόσωπος της Ρωμανίας εν Παρισίοις. Ο τελευταίος ούτος εφονεύθη εν τη μονομαχία γενομένης δια πιστολίου, ο δε κ. Σούτσος μετά των μαρτύρων αυτού, αξιωματικών, ως λέγεται, του ελληνικού στρατού, εγκατέλιπον το Γαλλικόν έδαφος προς αποφυγήν της δικαστικής καταδιώξεως. Αμφότεροι οι μονομαχήσαντες είσι νέοι Έλληνες και απόγονοι μεγάλων οικογενειών, οίτινες υπήρξαν άλλοτε ηγεμονικοί οίκοι εις τας Παραδουναβίους ηγεμονίας. Η οικογένεια των Σούτσων κατάγεται εκ Φαναρίου, η δε των Γκίκα εξ Ηπείρου. Ο φονευθείς Γκίκας, σπουδάσας εν Παρισίοις μετά των αδελφών αυτού, διεκρίνετο επί ευφυία και ωραιότητι, ήτο δε εικοσιτετραετής την ηλικίαν, αλλ’ η αιτία, δι’ ήν απέθανε καθιστά τον θάνατον αυτού εύλογον, εξιλεώνει δε και τιμά τον φονέα αυτού απέναντι της εθνικής συνειδήσεως».

Οι εφημερίδες των Αθηνών έγραφαν συνεχώς και οι πληροφορίες από το Παρίσι ήταν σε συνεχή ροή και με διαφορετικές θέσεις. Βασικός παράγοντας της θέσεως υπέρ του Σούτσου, που έπαιρναν οι  περισσότεροι Έλληνες δημοσιογράφοι των αθηναϊκών εφημερίδων, ήταν η εν Αθήναις διαμένουσα, και με αρκετές συμπάθειες, διάσημη μητέρα του Σούτσου κ. Σμαράγδα, αλλά και οι κακεντρεχείς φήμες πως ο Γκίκας ήταν και συναισθηματικώς συνδεδεμένος με την εξαδέλφη του Ναταλία Μαυρογένη (και αδελφή της γυναίκας του), η οποία είχε πάρει διαζύγιο το 1872 από τον Σούτσο, και πως δεν την προστάτευε μόνο από τις βιαιοπραγίες του πρώην συζύγου της. Έτσι ο προσβληθείς Σούτσος τον κάλεσε σε μονομαχία και τον σκότωσε «για λόγους τιμής».
«Η εν Παρισίοις μονομαχία[4]
Παραθέτομεν σήμερον λεπτομερείας τινάς περί της τοσούτον πικρόν εχούσης το αποτέλεσμα μονομαχίας μεταξύ των κ.κ. Κ. Σούτσου και Ν. Γκίκα, συμβάσεως εν Γαλλία. Ο κ. Σούτσος εστίν ο παρ΄ ημίν γνωστότατος υιός της κυρίας Σμαράγδας Σούτσου, άλλοτε υπολοχαγός του μηχανικού. Εσπούδασε και ούτος εν Παρισίοις. Οι λόγοι της μονομαχίας είναι όλως οικογενειακόν. Ο «Φιγκαρό» αναφέρει τινάς, ούς όμως δεν δυνάμεθα να παραδεχθώμεν ανεξελέγκτως. Το βέβαιον είναι, ότι ο κ. Σούτσος ερράπισεν ισχυρώς τον κ. Γκίκαν, ώστε αιμορραγία επήλθεν αυτώ, την δ’ επαύριον δύο μάρτυρες τούτου, δύο ρωμούνοι συνεννοηθέντες μετά των μαρτύρων του κ. Σούτσου, κ.κ. Γ. Μαυρομιχάλη και Νικολαΐδου ταγματάρχου μηχανικού, απεφάσισαν να γίνη μονομαχία εις είκοσι βημάτων απόστασιν δια πιστολίου, διότι ο κ. Γκίκας, αγνοών ξιφομαχίαν, επροτίμα το πιστόλιον. Αμφότεροι οι αντίπαλοι απαθέστατοι έστησαν απέναντι αλλήλων και, σημείου δοθέντος, επυροβόλησαν. Η σφαίρα του κ. Γκίκα απωλέσθη εις το βάθος του δάσους, η δε του κ. Σούτσου εύρε τον νέον εις την πλευράν και σχίσασα προχώρησε μέχρι της κύστεως. Ο ατυχής νέος μετά τινας ώρας οδυνηρότατης αγωνίας εξέπνευσεν ο δε κ. Σούτσος εξηφανίσθη, διότι καταδιώκεται νυν υπό της αρχής, ως συμβαίνει εις πάσαν μονομαχίαν. Η μονομαχία αύτη μεγάλως συνεκίνησε το παρισινόν κοινόν, εισέτι δ΄ εξακολουθούσιν οι εφημερίδες διηγούμεναι λεπτομερέστατα και το ελάχιστον αυτής επεισόδιον. Οι συγγενείς του φονευθέντος προσεκλήθησαν εκ Βουκουρεστίου και φθάνουσι λίαν προσεχώς εις Παρισίους. Αύτη εστίν η τρίτη μονομαχία του κ. Σούτσου μέχρι τούδε».

Ο νικητής της μονομαχίας Κ. Σούτσος και οι μάρτυρές του Γεώργιος Ανασ. Μαυρομιχάλης και Βασίλειος Νικολαΐδης έφυγαν στο διπλανό Βέλγιο προκειμένου να αποφύγουν την άμεση σύλληψη. Επέστρεψαν όμως και παραδόθηκαν.

Η δίκη έγινε στις 7 Φεβρουαρίου 1874 στην πόλη Μελάν-Μελούνα (Melun), στο κοντινότερο δηλαδή δικαστήριο του μέρους που έγινε η μονομαχία δηλ. του Φονταινεμπλώ. Και οι δύο τοποθεσίες είναι προάστια στα νoτιανατολικά του Παρισιού.



Η παρισινή εφημερίδα “Le Figaro” με συνεχή δημοσιεύματα ενημέρωνε (δείτε φύλα 30/11/1873, 2/12/1873[5],



30/1/1874, 6/2/1874, 9/2/1874 και 16/3/1874) τους αναγνώστες της για όλα. Την ημέρα της δίκης στις 7/2/1874 ο δημοσιογράφος της παρευρίσκεται, βλέπει και περιγράφει[6] τους κατηγορούμενους:
Ο πρίγκιπας Σούτσος, γράφει, είναι ένας πολύ όμορφος άντρας, ψηλός, καλοφτιαγμένος, με μαύρο μουστάκι και ανοιχτό σακάκι με πετώ. Όλο το πρόσωπό του θυμίζει τον τύπο των αξιωματικών ιππικού μας με Γαλλικό τύπο.
Ο Β. Νικολαϊδης είναι ένας ηλικιωμένος, ανεπιτήδευτος, με πολεμικό στύλ, αλλά πολύ μετριοπαθής. Όσο για τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, είναι ένας πραγματικός γίγαντας, μαύρος σαν κοράκι, και γενειοφόρος σαν σάτυρος. Εμείς τον φανταζόμαστε εύκολα σαν τον Χατζή-Σταύρο από «Βασιλιάς των ορέων» (εννοεί του Έντμοντ Αμπού), με βάση αυτό που βλέπουμε.
Οι δύο μάρτυρες του πρίγκιπα Γκίκα, γράφει, οι Cortazzi και Grégoire Ghika περιγράφονται ως δύο πολύ νέοι με όλες τις γαλλικές εμφανίσεις και γλώσσα, «…θα μπορούσαμε ακόμη και να πούμε με αρκετά παρισινό στυλ».
Σε ανταπόκρισή της η εφημερίδα «ΚΑΙΡΟΙ»[7] αναφέρει λεπτομέρειες από την δίκη:
«Ενώπιον του εν Μελούνω κακουργιοδικείου εδικάσθη κατ’ αυτάς ο αξιωματικός Σούτσος, ο φονεύσας εν μονομαχία τον ρουμούνον Νικόλαον Γκίκαν. Ιδού τίνα γράφουσι περί τούτου εκ Παρισίων εις την «Βελγικήν Ανεξαρτησίαν».
Ο Έλλην το γένος Κωνσταντίνος Σούτσος εγεννήθη εν Αθήναις και άγει το 31 έτος της ηλικίας. Διετέλεσεν άλλοτε καθηγητής της οχυρωματικής εν τη στρατιωτική σχολή των Αθηνών και ενυμφεύθη το 1869 εν Βουκουρεστίω νέαν Ρουμούναν, ής η αδελφή υπανδρεύθη σχεδόν συγχρόνως τον κατά την μονομαχίαν θανασίμως τρωθέντα Νικόλαον Γκίκαν. Αλλ’ ο γάμος του Κωνσταντίνου Σούτσου έσχε την αυτήν τύχην ήν και οι πλείστοι των συναπτομένων γάμων εν Ρουμανία, ένθα οι νεόνυμφοι προσφεύγουσι συνήθως εις το διαζύγιον. Παρά τας όχθας του Δουνάβεως, η γυνή αλλάσσει σύζυγον όπως εν τω χορώ αλλάσσει συγχορευτάς.
Μετά παρέλευσιν τριών ετών από του γάμου, η Κυρία Σούτσου απήτησε και έλαβε το διαζύγιον. Φαίνεται ότι ο Νικόλαος Γκίκας ετάχθη υπέρ της γυναικαδέλφης του. Το βέβαιον είναι, ότι κατά τον Νοέμβριον του 1872, ο Σούτσος απήλθεν εις Ρουμανίαν ίνα παραλάβη το τριετές τέκνον του. Αλλά δεν επέτυχε του σκοπού, διότι εν τοις συνόροις της Βασαραβίας συλληφθείς απήχθη ενώπιον του εν Ιασίω νομάρχου και ηναγκάσθη ν’ αποδώση προς την μητέρα όπερ επροσεπάθησε να συμπαραλάβη τέκνον. Οργισθείς επί τούτοις σφοδρότατα ο Σούτσος υπώπτευσεν ότι ο Νικόλαος Γκίκας εκώλυσε την πραγματοποίησιν του σχεδίου του. Λόγοι τινές ανακοινωθέντες προς αυτόν υπό του εξαδέλφου του Μαυρομιχάλη, συνέτειναν εις την ενίσχυσιν των υπονοιών του Σούτσου. Ο Νικόλαος Γκίκας είπε δηλαδή τω Μαυρομιχάλη ότι ελυπείτο μη δυνάμενος να επισκεφθή αυτόν, αφού ήτο σύνοικος του Σούτσου. «Πρέπει να γινώσκετε (προσέθηκεν) ότι ηναγκάσθην να ταχθώ κατά του Κ. Σούτσου εν υποθέσει καθ’ ήν ούτος δεν προσηνέχθη εντίμως». Αι φράσεις αύται, απερισκέπτως ανακοινωθείσαι τω Σούτσω εγένετο αφορμή της μονομαχίας. Και τω όντι, μετ’ ολίγας ημέρας ο Σούτσος απαντήσας καθ’ οδόν τον Νικόλαον Γκίκαν, απήτησε παρ’ αυτού εξηγήσεις, έτι δε και πριν ούτος απαντήση, τον ερράπισε δίς, είτα επανελθών οίκαδε απέστειλε προς τον Γκίκαν πρόσκλησιν. Ο Γκίκας ωμολόγησεν ότι έλαβεν το γράμμα και έπεμψε προς τον Σούτσον τους μάρτυρας αυτού, ήτοι τους εικοσαετείς νέους Κορτάτσην και Γκίκαν. Οι μάρτυρες ούτοι, ως και οι του Σούτσου ήτοι οι κ.κ. Μαυρομιχάλης και Νικολαΐδης, ανέλαβον μέγιστην ευθύνην, αποφασίσαντες να γείνη η μονομαχία εις απόστασιν 20 βημάτων και δια πιστολίων.


Κατά την μονομαχίαν ετρώθη θανασίμως ο Γκίκας, η καταστροφή δε αύτη ήτο αναπόδραστος, καθ’ όσον ο Σούτσος κέκτηται εξαιρετικήν ικανότητα περί τον χειρισμόν του πιστολίου, εμονομάχησε δε άλλοτε και προς έτερον αντίπαλον, όν επίσης επλήγωσεν. Είς αξιωματικός του πυροβολικού, υπηρετήσας μετά του Σούτσου εν τω αυτώ συντάγματι, παρετήρησεν «ότε είδον τον Γκίκαν εξερχόμενον κατά του Σούτσου, εφάνη μοι ότι είδον αρνίον υπαγόμενον εις το μακελείον». Πριν εκπνεύση ο δυστυχής Γκίκας, έλεγε περί του Σούτσου προς την νοσηλεύουσαν αυτόν αδελφήν «είχον εναντίον μου ουχί άνθρωπον αλλά βάρβαρον».


Ο δικηγόρος Allou ανέλαβε την υπεράσπισιν του υποδίκου.
Το δικαστήριον κατεδίκασε τον Σούτσον εις τετραετή κάθειρξιν, τους μάρτυρας αυτού Νικολαϊδην και Μαυρομιχάλην εις τριετή, και τους μάρτυρας του αποθανόντος Γκίκα, εις διετή ειρκτήν. Η απόφασις αύτη εθεωρήθη υπέρ το δέον αυστηρά. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου επέπληξεν τους μάρτυρας του Σούτσου, ως μη προσπαθήσαντας να συμβιβάσωσι την έριδα. Ιδίως προς τον κ. Νικολαϊδην αποταθείς, παρετήρησεν αυτώ ότι, ως πρεσβύτερος, ώφειλε τουλάχιστον να μετριάση την οργήν των διαφερομένων, αφού δεν ηδύνατο ν’ αρνηθή αυτοίς την συνδρομήν του. Ο κ. Νικολαϊδης απήντησεν, ότι δυστυχώς η έρις ουδένα επεδέχετο πλέον συμβιβασμόν, και ότι ο Σούτσος δεν ηδύνατο να παρίδη την απαιτουμένην ικανοποίησιν. Ο κ. Νικολαϊδης προσέθηκεν ότι και εν Γαλλία το αίσθημα της τιμής είναι τοσούτον ανεπτυγμένον, ώστε στρατιώτης αποποιούμενος πρόσκλησιν εις μονομαχίαν δεν δύναται πλέον να υπηρετή εν τω συντάγματι αυτού. Ο έτερος μάρτυς ο κ. Μαυρομιχάλης είπε τω προέδρω ότι δεν είναι αυτός ο κανονίσας τους όρους της μονομαχίας. «Πολύ καλά (απήντησεν ο πρόεδρος) αλλά διατί δεν επιχειρήσατε επί του πεδίου την τελευταίαν απόπειραν προς αποτροπήν της μονομαχίας;». «Τοιαύτη απόπειρα καθίσταται πάντοτε αδύνατος επί του πεδίου» απήντησεν ο κ. Μαυρομιχάλης».




Ειδήσεις βροχή πλέον κατακλύζουν τις εφημερίδες, ελληνικές, ξένες και ελληνόγλωσσες του εξωτερικού. Η εφημερίδα «Κλειώ» της Τεργέστης αντιγράφει[8] την είδηση από την εφημερίδα «Καρτερία» των Παρισίων:
«Περί της δίκης γράφουσιν εις την «Καρτερίαν» εκ Παρισίων.
Ο επιθετικός και καθ’ όλα άκοσμος τρόπος, δι’ ού ο πρόεδρος του εν Μελούνω δικαστηρίου διεξήγαγε την δίκην, ενεποίησε τοις πάσιν ισχυράν έκπληξιν. Η καταδίκη του κ. Κωνσταντίνου Σούτσου διήγηρε ούχ ήττον γενικήν αποδοκιμασίαν. Ο πρόεδρος εισήλθεν αυθαιρέτως εις τα απόρρητα του ιδιωτικού βίου του Σούτσου, ωνείδησεν αυτώ ως μη μετασχόντι επί του 1870 πολέμου, προέβη δε επί τέλους εις απρεπείς ερωτήσεις. «Σεις οι Έλληνες που έχετε την καρδίαν;».  ----Την έχομεν Κύριε πρόεδρε, εκεί όπου υπάρχει, απήντησεν ο Σούτσος. Ο πρόεδρος εχαρακτήρισε προσέτι τον Σούτσον ως κλέπτην, διότι επεπειράθη να απαγάγη δια δόλου το τέκνον του. Άπασαι αύται αι λεπτομέρειαι ού μόνον το κοινόν διέθεσαν υπέρ του Σούτσου, αλλά συνεκίνησαν και αυτήν την κυβέρνησιν, ήτις κατενόησεν ότι δεν δύναται να επιτρέψη εις τους εν Μελούνω ενόρκους να καταδικάσωσιν άνθρωπον, όστις εν Παρισίοις θα κατεδικάζετο εις τετράμηνον φυλάκισιν. Λέγεται ως βέβαιον ότι ο Άρειος Πάγος θα ακυρώση την απόφασιν του κακουργιοδικείου και ότι η κυβέρνησις θα καθυποβάλη προσεχώς εις την Συνέλευσιν νέον ειδικόν νομοσχέδιον περί τούτου».
«Παράδοξος τις δίκη[9]».
Με αυτόν τον τίτλο η εφημερίδα «ΑΙΩΝ» μεταφέρει στους αναγνώστες της, λίγες ημέρες μετά την απόφαση, μέρος των πρακτικών της δίκης, μεταφράζοντας την είδηση από τις στήλες της Παρισινής «Le Figaro»:
«Λίαν περίεργοι εισίν αι λεπτομέρειαι της επί μονομαχία δίκης του κ. Σούτσου και των μαρτύρων αυτού. Ο Πρόεδρος των Συνέδρων του εν Μελούνον συνεδριάσαντος δικαστηρίου των Ενόρκων, δεν κατόρθωσε ν’ αποκρύψη τας μεροληπτικάς τάσεις αυτού, αι δε καταχωρίζουσαι τα πρακτικά των συνεδριάσεων εφημερίδες των Παρισίων έκπληκτοι ίστανται, προ των τρόπων εκείνου. «Εάν ποτέ τις των αναγνωστών ημών ατυχήση να φονεύση τον αντίπαλόν του εν μονομαχία» επιφωνεί ο Φίγγαρο «δεν ευχόμεθα αυτώ να τύχη προέδρου των Συνέδρων του κ. Tiy το διατί θα εννοήση ο αναγινώσκων τα πρακτικά της συνεδριάσεως». Και αληθώς απίστευτοι καταντώσιν αι προς τον Σούτσον και τους μάρτυρας αυτού ερωτήσεις του Δικαστού τούτου, ή όλως άσχετω προς το θέμα. Ή φανεράν περιέχουσαι την πρόθεσιν, όπως δυσμενώς προς αυτούς διαθέσωσι τους Ενόρκους και το Κοινόν.
-Σούτσε, τω είπεν ο Πρόεδρος, ήλθες εις Παρισίους ίνα σπουδάσης. Εν έτει 1866 ήσο εν τω Σχολείω της εφαρμογής εν Μέτς, έκτοτε δε υπηρετήσας εν τω συντάγματι του Μηχανικού μέχρι του 1868. Εν έτει 1869 ενυμφεύθης. Ούτω την παραμονήν των συμφορών ημών έδωκας την από της θέσεως του αξιωματικού παραίτησιν;
-Δεν εδυνάμην να προπαντεύσω ότι ο πόλεμος έμελλε να εκραγή, απήντησεν ευλόγως ο Σούτσος, είς των μάλλον ενθέρμων θιασωτών των Γάλλων και μέχρι φανατισμού τοιούτου χωρήσας…».
Στο δημοσίευμα καταγράφεται λεπτομερώς η «προκατειλημμένη» στάση του Προέδρου του Δικαστηρίου απέναντι στον κατηγορούμενο, αφού καταγράφει όλες τις προσβλητικές και παράνομες συμπεριφορές προς την τέως σύζυγό του και το τέκνο του καθώς και τον ξυλοδαρμό συγγενικού της προσώπου, για να λάβουν υπόψη του οι Ένορκοι το παρελθόν του.
Το δημοσίευμα τελειώνει με ύμνους προς το δικαίωμα της μονομαχίας:
«…εν χώρα δε, εν ή η μονομαχία επιβάλλεται υπό κοινωνικών σκέψεων, αχωρίστων από τα ήθη και την κράσιν του λαού αυτής, ερμηνεία τόσω ποικίλη νόμου ατελούς δεν δύναται να διαρκέση δια παντός. Έρχονται στιγμαί, καθ’ άς αυτός ο ειρηνικώτατος των ανθρώπων επείγεται να προσφύγη εις το ξίφος όπως υπερασπίση την τιμήν εαυτού ή των περί αυτόν, όλως δ’ ανεπαρκής όπως παρακωλήση την μονομαχίαν είναι ο Νόμος, ο τιμωρών δια προστίμου πέντε φράγκων τον ραπίσαντα. Ούτως όσω ευδιάθετος και αν ή τις ευγενών ηθών, όπως σεβασθή την Δικαιοσύνην, έρχονται στιγμαί καθ’ άς οφείλει να την παραβλέψη διότι δεν δύναται να τω παράσχη επαρκή και ανάλογον  προς την ύβριν ικανοποίησιν. Αφού η μονομαχία δεν δύναται να εξαλειφθή, πρέπει να κανονισθή υπό νόμου ειδικού και μάλιστα επιεικούς προς τους μάρτυρας. Άλλως και οι μονομαχούντες και η Δικαιοσύνη αυτή θα στερηθώσι της πεποιθήσεως ότι τα πάντα διεξάγονται κατά τους όρους της τιμής και της ευθύτητος και ότι η μονομαχία δεν είναι άντικρυς δολοφονία».


Ολοκληρώθηκε η δίκη τους και με τις αποφάσεις καταδικάστηκαν:

«[10] κ. Κωνσταντίνος Σούτσος, ο θανατώσας εν μονομαχία τον Γκίκαν, δικασθείς εν Παρισίοις, κατεδικάσθη εις τετραετή φυλάκισιν. Επίσης κατεδικάσθησαν εις φυλάκισιν τριών ετών οι μάρτυρες αυτού κ.κ. Β. Νικολαϊδης & Γεώργιος Α. Μαυρομιχάλης, εις διετή φυλάκισιν δε οι μάρτυρες του Γκίκα».

Έγινε έφεση από του δικηγόρους των καταδικασθέντων και στις 22/2/1874 δημοσιεύεται[11] η απόφαση :
«Το Ακυρωτικόν (Άρειος Πάγος της Γαλλίας) απέρριψε την επί αναιρέσει κατά της αποφάσεως των εν Μελούνω Ενόρκων αίτησιν του Κωνσταντίνου Σούτσου και των μαρτύρων αυτού».

Στο τέλος όμως η πίεση της κοινής γνώμης, των εφημερίδων καθώς και ο φόβος του πολιτικού κόστους, ανάγκασε τον Πρόεδρο της Γαλλίας να παρέμβει[12] :

                                                                                                       Πατρίς ντε ΜακΜαόν, Πρόεδρος Γαλλίας.

Με ολοκλήρωση του παρόντος 2ου σημειώματος οφείλεται να αναφερθεί πως τα ίχνη του Κωνσταντίνου Σούτσου χάνονται. Πουθενά τα επόμενα 3 χρόνια δεν απαντάται αναφορά στο πρόσωπό του, σε ελληνικές εφημερίδες. Το ίδιο και ο μάρτυς Βασίλειος Νικολαΐδης. Ο Γεώργιος Ανασ. Μαυρομιχάλης επέστρεψε στην Ελλάδα και συνέχισε να υπηρετεί στο στράτευμα.
Σε αυτόν θα είναι αφιερωμένο όλο το 3ο επόμενο δημοσίευμα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Η ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ

Διαθέτω τον τόμο  «Ελληνικός Ποινικός Κώδιξ[13]» ο οποίος περιέχει άρθρα για την ποινική αντιμετώπιση της «Μονομαχίας». Στο ΙΖ Κεφάλαιο σελ. 316 αναφέρεται:
-Πρόκλησις εις μονομαχίαν. Άρθρο 316   
1. Ο προκαλέσας τινά εις μονομαχίαν δι’ όπλων και ο αποδεχθείς τοιαύτην πρόκλησιν τιμωρούνται δια φυλακίσεως μέχρις έξι μηνών.
2. Εάν τις των αντιπάλων εματαίωσεν οικεία βουλήσει την τέλεσιν της μονομαχίας προ πάσης ενάρξεως αυτής, απαλλάσεται της ποινής.
Μονομαχία είνε αγών σοβαρός συμπεφωνημένος μεταξύ δύο προσώπων, διεξαγόμενος κατά εκατέρωθεν γνωστούς κανόνας και συμπεφωνημένους όρους….. Αγών μεταξύ πλειόνων των δύο δεν αποτελεί μονομαχίαν αλλά συμπλοκήν…….
-Μονομαχία. Άρθρο 317.
1. Η δι’ όπλων μονομαχία τιμωρείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον έξ μηνών. Εάν δε κατά τους συμφωνηθέντας όρους, η μονομαχία έδει να εξακολουθήση μέχρι θανάτου ενός των αντιπάλων, επιβάλλεται φυλάκισις τουλάχιστον ενός έτους.
2. Ο εν μονομαχία αποκτείνας τον αντίπαλον αυτού τιμωτείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον τριών έτών, εν δε τη περιπτώσει του εδαφ. Δευτέρου της προηγουμένης παραγράφου δια καθείρξεως μέχρι δέκα ετών.
3. Ο εκ προθέσεως παραβιάσας τους κανόνας της μονομαχίας ή τους συμπεφωνημένους όρους αυτής και λόγω της παραβιάσεως ταύτης, αποκτείνας ή τραυματίσας τον αντίπαλον, τιμωρείται κατά τας διατάξεις περί ανθρωποκτονίας ή σωματικών βλαβών, εάν κατά τα άρθρα του παρόντος κεφαλαίου δεν  τιμωρείται βαρύτερον η πράξις. 



[1][1] Εφημερίδα Αθηνών «Εμπρός», φύλο της 7/7/1927.

[2] Εφημερίδα Αθηνών «ΑΙΩΝ»  φύλο 26/11/1873.

[3] Εφημερίδα Αθηνών «ΚΑΙΡΟΙ» φύλο 24/11/1873.

[4] Εφημερίδα Αθηνών «ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ» φύλο 24/11.1873.

[5] Εφημερίδα Παρισιού «Le Figaro» φύλο 2/12/1873.

[6] Εφημερίδα Παρισιού «Le Figaro» φύλο 9/2/1874 σελ.3.

[7] Εφημερίδα Αθηνών «ΚΑΙΡΟΙ» φύλο της 7/2/1874.

[8] Εφημερίδα Τεργέστης «ΚΛΕΙΩ», φύλο 2/2/1874

[9] Εφημερίδα Αθηνών «ΑΙΩΝ», φύλο της 14/2/1874.

[10] Εφημερίδα Αθηνών «ΑΙΩΝ», φύλο της 4/2/1874.

[11] Εφημερίδα Αθηνών «ΑΙΩΝ», φύλο της 27/2/1874.

[12] Εφημερίδα Αθηνών «ΑΙΩΝ», φύλο της 29/3/1874.

[13] Γ.Α. ΒΑΒΑΡΕΤΟΥ. «Ποινικός Κώδιξ». Έκδοση αφοί Π. Σάκκουλα. Έκδοσις Β΄. Αθήναι 1961.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου