Μήνυμα

Πάντα να πολεμάς και να αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου. ( Ι. Π. Κουτσοχέρας)

Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

ΣΟΥΛΙΩΤΕΣ-ΚΟΡΑΗΣ. ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ ΤΑ ΕΤΗ 1802-1803.



ΣΟΥΛΙΩΤΕΣ-ΚΟΡΑΗΣ. ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ ΤΑ ΕΤΗ 1802-1803.
ΕΦ. "ΦΙΛΟΠΑΤΡΙΣ" 20/12/1858

 Ερευνώντας αθηναϊκές εφημερίδες βρήκα ένα σημαντικό στοιχείο που αφορά την αλληλογραφία μεταξύ των Σουλιωτών και του Αδαμάντιου Κοραή. Έχοντας υπόψη μου το ότι ο Κοραής είχε στείλει απαντητική επιστολή στους Σουλιώτες, αναζήτησα σε εκδόσεις και δημοσιεύματα την επιστολή των Σουλιωτών. Δεν βρήκα κάτι σχετικό και εκτιμώ πως η επιστολή τους, την οποίαν δημοσιεύω σήμερα παρακάτω, δεν είναι γνωστή στους ιστοριοδίφες και στους ιστορικούς.
Με συνεπήρε ο πατριωτικός παλμός των Σουλιωτών διαβάζοντας την επιστολή που έγραψαν την 1η Ιουλίου 1802 και την οποίαν παρέδωσε ο Χριστόφορος Περραιβός στον Κοραή. Σύμφωνα με το κείμενο της επιστολής, αυτή συνοδευόταν και με αναφορά τους προς τον Ναπολέοντα. Οι Άγγλοι των Επτανήσων όμως αφαίρεσαν από τον Περραιβό και τα δύο αντίγραφα. Η επιστολή των Σουλιωτών υπήρχε στο αρχείο του Κοραή και, χωρίς να διευκρινίζεται ο τρόπος, την δημοσίευσε η εφημερίδα «Ελπίς» και την αναδημοσίευσε η εφημερίδα «Ο Φιλόπατρις» στο φύλο 202 της 20ης Δεκεμβρίου 1858, απ’ όπου και το άντλησα.
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΕΡΡΑΙΒΟΣ
Ο γράφων αυτές τις γραμμές δεν είναι ιστορικός για να μπορέσει να σχολιάσει τις δυο επιστολές, πάλλεται όμως η καρδιά του από πατριωτικά αισθήματα. Ο μόνος λόγος του παρόντος δημοσιεύματος είναι να δημοσιοποιήσει την επιστολή των Σουλιωτών. Γράφει λοιπόν η εφημερίδα Αθηνών "O Φιλόπατρις":

«Την εφεξής επιστολήν των κατά τας αρχάς του παρόντος αιώνος πολεμούντων τον Αλή Πασσά Σουλιωτών, δημοσιεύομεν και ημείς, λαμβάνοντες αυτήν από της Ελπίδος, ίνα χρησιμεύση εις τους επαΐοντας, προς ακριβεστέραν σύνταξιν της ιστορίας του Αγώνος. Η επιστολή εκομίσθη, ως δηλούται εν αυτής, υπό του Χ. Περραιβού προς τον Κοραήν, και μετ’ αυτής και η μνημονευομένη αναφορά προς τον αυτοκράτορα των Γάλλων. Της δε επιστολής ταύτης ως και της αναφοράς αντίγραφα φέρων μεθ’ εαυτού, ο Κ. Περραιβός απώλεσεν αυτά, αφαιρεθέντα υπό των Άγγλων, κατά την εις Επτάνησον μετάβασίν του. Καλόν όθεν ήθελεν είσθαι, αν η Ελληνική κυβέρνησις προσεπάθει να λάβη, δια του Υπουργού των Εξωτερικών, παρά της εν Επτανήσω προστασίας αντίγραφον και της προς τον Αυτοκράτορα αναφοράς, αν εισέτι σώζεται. Εν τούτοις δημοσιεύοντες σήμερον μόνην την επιστολήν δεν δυνάμεθα να μην θαυμάσωμεν και πάλιν την αυταπάρνησιν των αεικινήτων, των θερμουργών εκείνων ανδρών, οίτινες πανταχού έτρεχον, ριπτόμενοι και εις πυρ και εις θάλασσαν και εις μυρίους εκτιθέμενοι κινδύνους, όπως αναστήσωσι την προ αιώνων κατηρειπωμένην εύκλειαν και ελευθερίαν της πατρίδος.
ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ (1748-1833)

«Τω συμπολίτη Κοραή το χαίρειν

            Πριν ήγε τα σα ίδωμεν ελεύθερα και πλήρη στρατιωτισμού ποιήματα, ηκούομεν του φιλογενούς και φιλοσόφου ονόματός Σας. Λαβόντες δε και τα πατριωτικά σου ποιήματα, αλλοίοι  γεγόναμεν, τουτέστι φιλόπατρεις θερμότεροι, και εχθροί των Αγαρηνών ασπονδότεροι.   Όντες πολιορκημένοι και πολεμούμενοι ακαταπαύστως παρά του Αλή Πασά σχεδόν μήνας ένδεκα, εν πείνα, κι δίψη και κακοπάθεια ουκ ολίγη, μόλις ηδυνήθημεν  (δόντες αυτώ ομήρους εικοσιτέσσαρας) μικράν μετ’ αυτού ανακωχήν ποιήσαι προς ανάπαυσιν των συμπολιτών, και συλλογήν των του σώματος και πολέμου αναγκαίων. Άλλ’ ειδότες, ως μυς γαλή ουδέποτε φιλιούται, και γνότες τα ύπουλα αυτού φρονήματα, άπερ καθ’ ημών νυκτί και ημέρα εβουλεύετο, νέον αύθις μετ’ αυτού συνεκροτήσαμεν και συγκροτούμεν πόλεμον, έχοντες συν ημίν τον τε Ιμπραήμ Πασά εξ Αυλώνος, και Μουσταφά Πασά εκ Δελβίνου, άνδρας απέχοντας πόρρω των αρρήτων τυραννιών.
           
Τι δε, ω φιλογενέστατοι άνερ; ανεπαύθημεν ρέγχοντες επι τη των ρηθέντων συμμαχία; άπαγε της βλασφημίας! Πως γαρ δύναται δαίμων δαίμονι φθονείν ή αιθίοπα σμίγειν, και το πυρ ασπάζεσθαι; ή πως των, των παίδων, πατέρων, πάππων και προππάπων ημών, αθώων αιμάτων, και των της Ελλάδος απάσης αφορήτων τυραννιών επιλήσμονες γενώμεθα; Μη γένοιτο! Πας γαρ θρόμβος αίματος εκχυνόμενος εκ του σώματος ημών εκδίκησιν βοά κατά των Αγαρηνών.  Το συμμαχίαν ημάς ποιήσαι μετά των ρηθέντων, πρόσχημα τι εστί, ώπερ εχρησάμεθα τόγε νυν έχον, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, μέχρις να ίδωμεν το χρυσούν δέρρας εκ των βορείων καταγόμενον επί τοις της Ελλάδος ορίοις. Τότε δη τότε, ως βροντώδεις και βαρύβολοι κεραυνοί αφιέντες επί τας κεφαλάς των Αγαρηνών, κόνεως και τέφρας δίκης αυτάς εμποιήσομεν.

           Συμπολίτα Κοραή, ημείς συμβούλιον ποιήσαντες, οι του Σουλίου παίδες μετά και άλλων θερμών της Ελλάδος πατριωτών, περί της του γένους ημών ελευθερίας, και ιδόντες τον καιρόν, ως ουδέποτε δεξιώτερον περί του θείου τούτου έργου, κοινή (αλλά μυστικωτάτη) βουλή εκρίναμεν γενέσθαι ούτω. Πρώτον, πολεμείν ημάς αδιακόπως τον Αλή Πασά τη των Πασάδων πλαστή συμμαχία. Ωσαύτως και οι κατά την Ελλάδα καπιτανέοι. Υμείς δε οι κατά την Αίγυπτον μετά των
ΤΟ ΣΟΥΛΙ ΣΕ ΧΑΛΚΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ HOLLAND (Μανόλης Βλάχος, Louis Dupre, εκδ. Ολκός Αθήνα 1994.
Γάλλων υπέρ ελευθερίας αγωνισθέντες Έλληνες και ομογενείς συμπολίται Κ. Νικόλος Παπάζογλης, Βαρθολομαίος ο Ιπποκεύνταυρος, και Ιωάννης Νέζος, και όσοι πανταχόθεν εις τα αυτόσι της Γαλλίας ζηλωταί της Πατρίδος ευρίσκονται, εις εν και αδιαίρετον γεγονότες σώμα, προσαπαιτούντες και παρά της φίλης ημών Γαλλίας τουλάχιστον επτάκις  χιλίους Γάλλους, συμφώνως επί την φιλτάτην ημών μητέρα Ελλάδα ορμήσατε, όπως αυτήν εκ των αιμοβόρων χειρών ελευθερώσωμεν. Νυν γαρ καιρός ευπρόσδειτος, νυν καιρός της του γένους ελευθερίας.
           Ιδού και τω μεγίστω ηρώϊ Βοναπάρτη γράφομεν παρακαλούντες θερμώς όπως των της Ελλάδος δακρύων και στεναγμών εισακούση, και μόνος Σωτήρ κηρυττόμενος οφθείη, και των αυτής πάλαι ηρώων Πρόεδρος ψηφισθείς.   

           Φιλογενέστατε άνερ και αδελφέ, παρά σοι κείται νυν δούναι πέρας τοις πέσι.  Ήτοι και την του ήρωος επιστολήν, και ποιήματα σοφών διερμηνεύσαι, και δια λόγου συνετού απόν πείσαι παρασχείν ημίν τα της ελευθερίας μέσα, και τους αυτόσε Γραικούς άπαντας διεγείραι επί τη της Πατρίδος ελευθερία.
            Όθεν ιδού πέμπομεν τον παρόντα συμπολίτην Χριστόφορον Περραιβόν, άνδρα  προκομμένον, πιστόν, και θερμόν Πατριώτην, και πάση τη Ελλάδι γνωστόν, όστις διηγήσεται υμίν τα καθ’ ημάς αρκούντως, και μετά την απόφασιν τής κατά την Ελλάδα εκστρατείας υμών, οδηγήσει υμάς που, και πως δει το εμβακάρισμα υμών ελεύθερον, και ασήμαντον γενέσθαι.
        Ταύτα με όλον το σέβας και αδελφότητα, βεβαιούντες δε τα άνωθεν δια των κάτωθεν σφραγίδων ημών, και υπογραφών, μένομεν.
         Μαγιόρ Χριστάκης, και Καπετανέοι του Σουλίου βεβαιόνομεν δια χειρός μας, και με τας βούλας μας.
                                          1802 Ιουλίου 1, Σούλλι.
   Δημοδράκος, Φώτος Τζαβέλλας, Τούσας Ζέρβας, Κολιοδημήτρης, Τζήμας Ζέρβας, Γιαννάκης Σέχος, Διαμάντης Μάρκου Δαγκλής, Περιβόλης, Γιαννοφώτος, Κατζιμπάλης».



       Η απάντηση του Κοραή γράφεται εννέα μήνες αργότερα, στις 22 Απριλίου 1803, και περιέχεται στην έκδοση :
ΑΠΑΝΤΑ ΚΟΡΑΗ. ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ. Ο ΚΟΡΑΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ’21-ΠΑΤΡΙΔΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ-ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ.
            ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΠΙΡΗ. ΣΕΙΡΑ: ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ. ΔΙΑΘΕΣΗ ΑΔΕΛΦΟΙ ΒΛΑΣΣΗ.
« ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ  ΣΟΥΛΙΩΤΑΣ
Το καύχημα του γένους μου.
Φίλοι και αδελφοί. Έλαβον το αγαπητόν σας γράμμα, γραμμένον κατά την πρώτην Ιουλίου, έτους παρελθόντος, και το έβρεξα αναγιγνώσκων με δάκρυα της ελπίδος και της χαράς. Εθαύμασα την γενναιότητα και μεγαλοψυχίαν σας, και εξ αυτής της επιστολής και εξ ακοής αρχήτερα μαθών τα ηρωϊκά σας ανδραγαθήματα. Εκείνο δε, δια το οποίον, φίλοι και αδελφοί, είσθε μάλιστα αξιοθαύμαστοι, και δια το οποίον ευλογεί και η αόρατος του Θεού δύναμις τα όπλα σας, είναι ότι έχετε έμφυτον εις την καρδίαν σας την ευτυχίαν όλης της Ελλάδος. Διότι ποτέ δεν ορθοποδεί, μήτε τέλος αγαθόν λαμβάνει, όστις φροντίζει μόνον το ίδιον του συμφέρον και αμελεί την σωτηρίαν του πλησίον του. Ναι, φίλοι μου και αδελφοί, η Ελλάς όλη με τα δάκρυα εις τους οφθαλμούς εσάς βλέπει, εις εσάς καυχάται, από σάς παρηγορείται, και από σάς μετά Θεόν ελπίζει την ελευθερίαν των λοιπών αυτής τέκνων και αδελφών σας, όσοι αναστενάζουσιν υποκάτω  εις τον ανυπόφορον ζυγόν των αχρειεστάτων Αγαρηνών. 
Σουλιώτες σε πορεία, από το βιβλίο του T.S. Hughes, Travels in Greece and Albania, τ. Β΄, Λονδίνο 1830.
Ανδρίζεσθε λοιπόν και κραταιούσθε, φίλοι και αδελφοί, και κρατείτε καλά την ελευθερίαν, την οποίαν ελάβετε κληρονομίαν από τους προγόνους σας, έως ού να εξαποστείλη ο Θεός των Δυνάμεων, ο Κύριος Σαβαώθ, καμμίαν βοήθειαν από της Ευρώπης τα μέρη. Διότι, κατά το παρόν, αδελφοί μου, καθώς ο αποσταλμένος από σάς ημέτερος ομογενής το επληροφορήθη, επειδή ειρήνευσαν της Ευρώπης αι διχόνιαι, από τους Ευρωπαίους ολίγη βοήθεια προσμένεται. Τούτο όμως δεν πρέπει ποσώς να σας απελπίζη. Ο Θεός των Δυνάμεως όταν θέλει να βοηθήση, δεν βλέπει εις πλήθος όπλων και στρατιωτών, αλλά στέλλει προ προσώπου των αγαπητών αυτού τέκνων τον εξολοθρευτήν άγγελον, και τους ενισχύει τόσον, ώστε να διώκει ένας χιλίους. Λέγω, «όταν θέλη να βοηθήση» διότι, φίλοι και αδελφοί, ο Θεός δεν βοηθεί παρά μόνον εκείνους, όσοι αγαπώσι την ελευθερίαν, και παρά δουλωμένην ζωήν, προτιμώσι ένδοξον θάνατον, καθώς έως τώρα εκάμετε, και καθώς είμαι βέβαιος ότι θέλετε πράξει και εις το εξής.
Το ηξεύρετε πολλά καλά, φίλοι και αδελφοί, και δεν έχετε χρείαν να το μάθετε απ’ εμέ, ότι εις τον τιμημένον άνθρωπον ο υπέρ της ελευθερίας θάνατος είναι δόξα και χαρά. Η δουλωμένη ζωή είναι η μεγαλυτέρα καταισχύνη και η πλέον αξιοθρήνητος δυστυχία, την οποίαν δύναται να πάθη. Τα ηρωικά σας ανδραγαθήματα εγνωρίσθησαν εις όλην την Ευρώπην. Η Ευρώπη όλη τα διηγείται και τα θαυμάζη. Προσέχετε λοιπόν καλά, δια του Θεού και της ελευθερίας την αγάπην, και συλλογισθήτε πόσην εντροπήν και καταισχύνην, πόσην λύπην και απελπισίαν θέλουν δοκιμάσει όλοι οι πολύπαθοι και ταλαίπωροι Γραικοί, αν ακουσθή  ότι οι ήρωες του Σουλίου έγιναν δούλοι ενός αχρειεστάτου τυράννου.

Αλλά τι λέγω  ή ρ ω ε ς; Εάν δουλωθήτε, δεν μένετε πλέον ήρωες, αλλά γίνεσθε και σεις καθώς και οι λοιποί δυστυχείς αδελφοί μας, τους οποίους ο πλέον ουτιδανός Τούρκος εμπορεί να ατιμάση αυτούς, τα τέκνα, τας γυναίκας  των, να ξυλοκοπήση ή και να σφάξη, καθώς σφάζουσι τα άλογα κτήνη, χωρίς εξέτασιν ή κρίσιν. Όσον δι’ εμέ, φίλοι και αδελφοί, μάρτυρα καλώ τον επουράνιον Θεόν, ότι προτιμώ να σχισθή η γή και να με καταπίη ζώντα, παρά να ακούσω τοιαύτην καταισχύνην διά το καύχημα του γένους μου, τους γενναίους Σουλιώτας. Εις τον ελεύθερον άνθρωπον τότε μόνον ήθελεν ίσως είσθαι συγχωρεμένον να προδώση την ελευθερίαν του, εάν οι δούλοι έζων αιώνιοι εις τούτον τον κόσμον. Αλλ’ επειδή  και ελεύθεροι και δούλοι και ανδρείοι και άνανδροι, όλοι έχομεν να πληρώσωμεν το κοινό χρέος, άλλος τώρα και άλλος μετέπειτα, ο χρήσιμος άνθρωπος πρέπει να προτιμά τον τιμημένον θάνατον παρά την καταφρονεμένην ζωήν. Απέθανεν και ο Δαρείος, απέθανεν και ο Μιλτιάδης. Ο Δαρείος ήτον ο πλουσιώτερος και κραταιότερος βασιλεύς της Ασίας. Παραβαλλόμενος μ’ αυτόν ο Μιλτιάδης δεν ήτον παρά μετριωτάτης καταστάσεως πολίτης. Αλλά τίνος όνομα ακούεται; Τίνος  όνομα δοξολογείται την σήμερον; Του βαρβάρου και γυναικώδους τυράννου των Περσών ή του γενναίου Μιλτιάδου;  Και ποίος τιμημένος άνθρωπος δεν ήθελε προτιμήσει  να είναι  Μιλτιάδης, παρά να απολαύη την τρυφήν και τον πλούτον όλον του ανάδρου Δαρείου;
Εγώ, φίλοι και αδελφοί, δεν φοβούμαι να μη νικηθήτε από τα όπλα των εχθρών σας. Ο φόβος μου είναι να μην σας απατήση η πανουργία των. Σεις είστε άνθρωποι απλής και καλής  ψυχής, ο δε αντίδικός σας υπερβαίνει και αυτόν τον διάβολον εις την πονηρίαν. Προσέχετε λοιπόν διά τους οικτιρμούς του Θεού, και δια την αγάπην της κοινής μητρός, της Ελλάδος, από τας δολιότητας και πανουργίας του. Η ανδρεία είναι βέβαια μέγα δώρον του ουρανού, αλλά πρέπει να είναι συνωδευμένη με την φρόνησιν. Η δε φρόνησις αυξάνει  μάλιστα και ενδυναμούται με την σπουδήν και την μάθησιν  των γραμμάτων. Όθεν ήτο καλόν και αναγκαίον πράγμα να κάμετε παντοίους τρόπους, όταν λάβετε ολίγην ησυχίαν, να φέρετε εις την πατρίδαν σας κανένα διδάσκαλον, να διδάσκη τα φίλτατά σας τέκνα την ελληνικήν γλώσσαν. Όταν των Σουλιωτών τα παλληκάρια μάθωσιν από ποίους προγόνους κατάγονται,  μήτε με δόλον, μήτε με δύναμιν κανείς, δεν θέλει ποτέ τους νικήσει.
 Και πάλιν σας το μεταλέγω, φίλοι και αδελφοί, ο ελεύθερος άνθρωπος είναι το πλέον πολύτιμον πράγμα αφ’ όσα σκεπάζει ο ουρανός και βλέπει ο ήλιος. Ο δούλος δεν αξίζει μήτ’ όσον ψωμίον τρώγει. Ελπίζετε εις του Θεού την βοήθειαν. Έχετε ομόνοιαν και αγάπην και πίστην αδελφικήν αναμεταξύ σας, και ενθυμείστε πάντοτε, ότι ο Θεός ποτέ δεν αφήνει αβοήθητους εκείνους, όσοι πολεμούν υπέρ της πατρίδος των και προτιμούν τον θάνατον παρά την δουλείαν.
Υγιαίνετε, φίλτατοι, ήρωες και αδελφοί, και σώζεσθε έως να φθάση της Ελλάδος η κοινή σωτηρία, η οποία δεν είναι μακράν.-   22.4.1803».

       Πιστεύω πως οι παραπάνω επιστολές θα πρέπει να συνοδευθούν από κάποια κείμενα ερμηνευτικά. Σαν τέτοιο αναζήτησα κάτι σχετικό με την αλληλογραφία του Κοραή. Βρήκα το παρακάτω λιτό και κατατοπιστικό :

«10.04.2016   ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ο παρεξηγημένος Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833). Της Νένας Κοκκινάκη.
Αναμφίβολα ωστόσο, το μεγαλύτερο κεφάλαιο της πνευματικής περιουσίας του Κοραή αποτελούν οι επιστολές του. Η αλληλογραφία του Κοραή που καλύπτει περίοδο εξήντα χρόνων αναπαριστά μιαν ολόκληρη εποχή που σφραγίζει το παρόν και περισσότερο το μέλλον της Ευρώπης και του κόσμου. Στις επιστολές του, από την πρώτη σε νεαρό εμπορικό αντιπρόσωπο του πατέρα του στην Ολλανδία μέχρι σ’ εκείνες που έγραφε από το Μονπελιέ, όπου σπούδαζε ιατρική και σε αυτές του Παρισιού, όπου θα ζήσει μέχρι το τέλος της ζωής του όλα τα μεγάλα γεγονότα και κυρίως τη Γαλλική Επανάσταση, είναι ευδιάκριτος ο σπουδαίος λόγιος με τη βαθιά αρχαιογνωσία. Βασιλείου, Ιάκωβος Ρώτας, ονόματα ομογενών που ζουν σε μεγάλα ευρωπαϊκά κέντρα και τον ενημερώνουν για την εξέλιξη της ελληνικής επανάστασης, ακόμη και ο Φαναριώτης Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος αποτελούν τους αποδέκτες των επιστολών του, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται αργότερα ο Αμερικανός Τζέφερσον, τρίτος πρόεδρος των ΗΠΑ (από τον οποίο ζητεί την πολιτική του εμπειρία) και Άγγλος νομομαθής και μεταρρυθμιστής Τζέρεμι Μπέθαμ, φιλέλληνας, στη συνεργασία του οποίου στήριξε την ελπίδα για ηθική και υλική στήριξη του αγώνα των Ελλήνων…».

Σχετικά με το Σούλι και τους Σουλιώτες:Το όνομα
- Ο Δ. Βαγιακάκος  γράφει πως  η λέξη Σούλι προέρχεται από την αλβανική λέξη "σουλ", που με το άρθρο παίρνει τη μορφή σουλ – i. Η λέξη αυτή σημαίνει κορμό δέντρου ο οποίος μπήγεται στο έδαφος, σε επίκαιρο σημείο, όταν δεν υπάρχει δέντρο και μπορεί να χρησιμεύσει και ως βίγλα (παρατηρητήριο σε δεσπόζουσα θέση). Αυτό το όνομα και με αυτή τη σημασία έδωσαν στην περιοχή  οι πρώτοι αλβανόφωνοι οικιστές της, επειδή η κορυφή του Σουλίου υψώνεται "οξεία ως στύλος και επέχει θέσιν βίγλας".
-Ο διαπρεπής Ηπειρώτης λόγιος Ιωάννης Λαμπρίδης στα "Ηπειρωτικά Μελετήματα", θεωρεί ότι το όνομα Σούλι προέρχεται από αρχηγό εποικιστικού γένους. "Στρατιώτης και φυλάρχης πατριός εκ της φυλής των Τσιάμηδων ην ο Σούλης, ος (= ο οποίος) σκηνώσας εν τη νυν ομώνυμω περιοχή δέδωκε κατά το σύνηθες και το όνομα αυτού εις ταύτην".
-Ο Χ.Ι. Σούλης, γράφει ότι στα αλβανικά "Σούλι", σημαίνει σκοπιά, βίγλα (soul – i), που δικαιολογείται απόλυτα από την τοπογραφική θέση του Σουλίου.
Ο εποικισμός του Σουλίου
Ο Χ. Περραιβός στην "Ιστορία του Σουλίου" που γράφτηκε στις αρχές του 19ου αιώνα, στηριζόμενος σε προφορικές μαρτυρίες Σουλιωτών, αναφέρει ότι η ιστορία του Σουλίου δεν ξεπερνά τα 250 χρόνια, τοποθετεί δηλαδή την εγκατάσταση των πρώτων κατοίκων γύρω στο 1550.
Το Τετραχώρι(ον) του Σουλίου - Η επέκτασή του - Οι φάρες
Οι πρώτοι κάτοικοι που εγκαταστάθηκαν στο Σούλι, ίδρυσαν το ομώνυμο χωριό. Ακολούθησε η ίδρυση των χωριών Κιάφα, Σαμονίβα και Αβαρίκος. Στις αρχές του 18ου αιώνα (γύρω στο 1720), τα 4 χωριά του Σουλίου είχαν την παρακάτω πληθυσμιακή συγκρότηση:
Σούλι: 22 φάρες με 450 οικογένειες, συνολικά 2.000–2.100 άτομα  Οι φάρες αυτές ήταν: Τζαβελαίοι (που αρχικά ονομάζονταν Παπαζαχαίοι ή Παπαζαχάτες, με γενάρχη τον ιερέα Παπαζάχο), Βοτσαραίοι, Δρακαίοι, Δαγηλαίοι, Κουτσονικαίοι, Καραμπιναίοι, Μπουτζαίοι, Σεχαίοι (ή Σεάταις), Καλογεραίοι, Ζαρμπαίοι, Βελιαίοι, Θανασαίοι, Κασκοραίοι, Τοραίοι, Μαντζαίοι, Παπαγιανναίοι, Βασιαίοι, Τονταίοι, Σαχιναίοι, Παλαμαίοι, Ματαίοι, Μπουσμπαίοι).
Κιάφα: 4 φάρες (Ζερβαίοι, Νικαίοι, Φωταίοι, Πανταζαίοι), με 90 οικογένειες και πληθυσμό 360-450 άτομα.
 Αβαρίκος: 3 φάρες (Σαλαραίοι, Μπουφαίοι, Τζιοραίοι), με 65 οικογένειες και πληθυσμό 260-300 άτομα και
 Σαμονίβα: 3 φάρες (Μπεκαίοι, Δαγκλιαναίοι, Ηραίοι), με 50 οικογένειες και πληθυσμό 200-250 άτομα.
 Γύρω στο 1740, αφού είχε σταθεροποιηθεί η διαμονή και η κατοχή στο «Τετραχώρι», άρχισε η επέκταση των Σουλιωτών, σε ακτίνα 10-15 χλμ γύρω από τις εστίες τους. Η επέκταση αυτή έγινε για οικονομικούς («φεουδαλικούς» γράφει ο Γ. Μ. Σαρηγιάννης) λόγους αλλά και για την απελευθέρωση των πεδινών χωριών από τους Οθωμανούς. Πραγματικά, οι Σουλιώτες έδιωχναν τους μωαμεθανούς από όσα χωριά «καταλάμβαναν».

Πόλεμοι του Αλή Πασά
Το 1788 ήδη Πασάς Ιωαννίνων είναι ο Αλή Πασάς. Οι δε πολεμικές συγκρούσεις που ακολούθησαν έγιναν εντονότερες και σφοδρότερες. Αιτία αυτών στάθηκε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1787-1792), στην αρχή του οποίου, τον Σεπτέμβριο του 1788, φθάνει στο Σούλι, ο Λουίζης Σωτήρης, απεσταλμένος της Αυτοκράτειρας της Ρωσίας Μεγάλης Αικατερίνης, προκειμένου να ξεσηκώσει για επανάσταση τους Σουλιώτες. Έτσι τον Μάρτιο του 1789 ονομαστοί οπλαρχηγοί μεταξύ των οποίων οι Γιώργης Μπότσαρης, Λάμπρος Τζαβέλλας, Νικολός Ζέρβας, Δήμος Δράκος κ.ά. δηλώνουν εγγράφως προς την Αυτοκράτειρα, δια των απεσταλμένων της ότι είναι έτοιμοι να πολεμήσουν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Μαθαίνοντας ο Αλή Πασάς τα γεγονότα αυτά, αμέσως και οργάνωσε την πρώτη εναντίον των.
1η εκστρατεία - 1789.
Έτσι τον ίδιο χρόνο την Άνοιξη του 1789, ο Αλή Πασάς εκστρατεύει κατά των Σουλιωτών με 10.000 Τουρκαλβανούς. Η εκστρατεία αυτή κράτησε τέσσερις μήνες, οι δε Σουλιώτες επέδειξαν μοναδική δύναμη αντίστασης και εξαιρετική πολεμική ικανότητα με συνέπεια αφενός μεν η εκστρατεία αυτή να λήξει άδοξα αφετέρου με νεότερα στοιχεία (έγγραφα της περιόδου εκείνης) που ήλθαν στο φως φαίνεται ότι ο Αλή Πασάς τον Ιούλιο, μετά την υποχώρησή του, συνομολόγησε συνθήκη με τους Σουλιώτες όπου και ανέλαβε να καταβάλει μισθούς στους οπλαρχηγούς προκειμένου αυτοί ν΄ αναλάβουν την ασφάλεια της περιοχής, παίρνοντας όμως εχέγγυα πέντε παιδιά, (ομήρους), από τις οικογένειες των οπλαρχηγών.
2η εκστρατεία - 1792
Το 1792 με τη λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου, όπου και συνομολογήθηκε η Συνθήκη Ιασίου, μεταξύ της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Αλή Πασάς προκειμένου να παγιώσει μια πλήρη ευνομούμενη κατάσταση στο Πασαλήκι του επιχειρεί δεύτερη εκστρατεία κατά των Σουλιωτών με δύναμη 10.000 Τουλκαλβανών, που και αυτή υπήρξε ατυχής. Αν και είχε ομήρους (όπως τον Φώτο Τζαβέλλα που ήταν ο γιος του Λάμπρου Τζαβέλλα), οι Σουλιώτες κάτω από τη διοίκηση του Γεωργίου Μπότσαρη, του Λάμπρου Τζαβέλλα και του Δήμου Δράκου αγωνίστηκαν θαρραλέα. Ακόμη και οι γυναίκες, κάτω από την εντολή της Μόσχως (σύζυγος του Λάμπρου Τζαβέλλα), συμμετείχαν στη μάχη. Τελικά, 2.000 Τουρκαλβανοί και 74 Σουλιώτες σκοτώθηκαν.
Έτσι ανεπιτυχής υπήρξε και αυτή η εκστρατεία για την οποία σημείωνε ο Ενετός προνοητής (= αρμοστής) της Αγίας Μαύρας (Λευκάδας): "στα ορεινά καταφύγια που αποτελούν την άμυνα των Σουλιωτών, κατέρρευσεν η φιλαυτία του υπερηφάνου (Αλή) Πασά". Ο δε Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο ποίημά του "Φυγή" περιγράφει ποιητικά ακριβώς αυτή την εκστρατεία μετά την οποία ο Αλή Πασάς αναγκάσθηκε να δεχθεί κάποιες προτάσεις των Σουλιωτών σχετικά με τη διοίκηση (μοίρασμα) της περιοχής.
Οι Σουλιώτες έπαιρναν όλες τις προμήθειές τους από την Πάργα, ενώ απέκτησαν υποστήριξη από την Ευρώπη με τη Ρωσία και τη Γαλλία να τους παρέχουν τα απαραίτητα όπλα και πυρομαχικά. Για τις ευρωπαϊκές δυνάμεις οι Σουλιώτες ήταν ένα όργανο για να αποδυναμώσουν την οθωμανική αυτοκρατορία. Όταν οι Βρετανοί πολιτικοί άλλαξαν διαθέσεις απέναντι στην οθωμανική αυτοκρατορία, προκειμένου να ενισχύσουν τις δυνάμεις εναντίον του Ναπολέοντα, οι προμήθειες όπλων και πυρομαχικών διακόπηκαν. Χωρίς υποστήριξη από το εξωτερικό και με τους Σουλιώτες καταπονημένους από τη χρόνια πολιορκία, η ενότητα των γενών τους άρχισε πλέον να διασπάται.
3η εκστρατεία - 1803
Η 3η εκστρατεία του Αλή Πασά κατά των Σουλιωτών ξεκίνησε στη πραγματικότητα το 1800. Στο μεταξύ είχαν διαμορφωθεί οι ακόλουθες συνθήκες: οι Ενετοί είχαν ήδη απομακρυνθεί από την Επτάνησο και τη θέση τους είχαν πάρει οι Γάλλοι, από το 1797. Μετά όμως από την καταστροφή που υπέστησαν στη ναυμαχία του Αμπουκίρ το 1798 (στην Αίγυπτο), ο Αλή Πασάς άρχισε να γίνεται ο κυρίαρχος της περιοχής. Έτσι προκειμένου να προλάβει διείσδυση των Άγγλων στη προσβλέπουσα περιοχή του, εκστράτευσε στη Ήπειρο αφού προηγουμένως είχε συμμετάσχει στην εκστρατεία κατά του Πασά του Βιδινίου Πασβάνογλου, (1798), με διπλάσιο στρατό απ΄ ότι είχε ζητήσει ο Σουλτάνος, γεγονός που του είχε προσδώσει νέο κύρος στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Έτσι ο Αλή Πασάς εκστρατεύοντας το 1800 στη Ήπειρο και καταλαμβάνοντας το Βουθρωτό, την Ηγουμενίτσα, τη Βόνιτσα και την Πρέβεζα ενίσχυσε τη θέση του στη περιοχή ενώ ταυτόχρονα εξασφάλισε τον έλεγχο των Σουλιωτών κάνοντας στενότερο τον αποκλεισμό τους. Παρόλα αυτά οι Σουλιώτες συγκεντρώθηκαν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και αποφάσισαν ή να νικήσουν ή να πεθάνουν. Ήταν λιγότεροι από 2.000 οπλισμένοι. Οι κύριοι ηγέτες τους ήταν ο Φώτος Τζαβέλλας, ο Δήμος Δράκος, ο Τάσος Ζέρβας, ο Κουτσονίκας, ο Γώγος Δαγλής, ο Γιαννάκης Σέχος, ο Φωτομάρας, ο Βέικος, ο Τζαβάρας, ο Πάνου, ο Ζυγούρης Διαμάδης και ο Γιώργος Μπούζγος. Τέσσερα ολόκληρα χρόνια κράτησε ο αγώνας τους. Οι Σουλιώτες κέρδιζαν όλες τις αποφασιστικές μάχες, όμως ο Αλή Πασάς έχτιζε κάστρα στα γειτονικά χωριά για μακροχρόνια πολιορκία. Οι Σουλιώτες έκαναν τότε εκκλήσεις για βοήθεια στη Γαλλία και τη Ρωσία, που όμως δεν τελεσφόρησαν. Επακολούθησαν και νέες μάχες πολύ ποιο σκληρές, με τελευταία στις 7 Δεκεμβρίου γύρω από το Κούγκι και την Κιάφα που είχαν αποσυρθεί. Μένοντας όμως χωρίς τρόφιμα και πυρομαχικά αναγκάσθηκαν τελικά να συνθηκολογήσουν.
Στις 12 Δεκεμβρίου του 1803 οι Σουλιώτες συνθηκολόγησαν και ο Αλή Πασάς υποσχέθηκε να τους αφήσει ελεύθερους με όλη την κινητή ιδιοκτησία τους, ακόμη και τα όπλα τους, φτάνει να εγκατέλειπαν μαζί με τις οικογένειές τους, το ταχύτερο τα πατρώα εδάφη τους. Έτσι τέσσερις μέρες μετά, στις 16 Δεκεμβρίου οι Σουλιώτες χωρίζονται σε τρεις φάλαγγες όπου και αναχώρησαν για τις ακτές της Ηπείρου.
Η πρώτη φάλαγγα με αρχηγό τον Φώτη Τζαβέλλα έφθασε χωρίς καμία απώλεια στη Πάργα, που βρισκόταν υπό ρωσικό έλεγχο, και από εκεί πέρασε στη Κέρκυρα.
Η δεύτερη φάλαγγα υπό τον Κουτσονίκα χτυπήθηκε στο Ζάλογγο, 16 Δεκεμβρίου του 1803, όπου και ακολούθησε μια απέλπιδα μάχη ( στην οποία σκοτώθηκαν πολλοί Σουλιώτες ενώ περίπου 60 Σουλιώτισσες προτίμησαν, αντί την αιχμαλωσία, να καταγκρεμιστούν με τα παιδιά τους σ΄ ένα "χορό θανάτου" που έμεινε στην ιστορία ως χορός του Ζαλόγγου. Σήμερα ένα μνημείο έχει στηθεί στους βράχους του Zαλόγγου ως φόρος τιμής στο ακαταδάμαστο πνεύμα των γυναικών αυτών.
Η τρίτη φάλαγγα υπό τους Κίτσο και Νότη Μπότσαρη έφθασε στο Βουργαρέλι όπου ήταν το άντρο των Μποτσαραίων. Από εκεί αναχώρησαν τον Ιανουάριο, προς τα Άγραφα, φοβούμενοι παρασπονδία του Αλή Πασά, όπου και εγκαταστάθηκαν γύρω από τη Μονή Σέλτσου. Τελικά στις 20 Απριλίου (1804) οι Τούρκοι περικυκλώνουν την περιοχή και ακολουθεί η περίφημη μάχη του Σέλτσου κατά την οποία πολλοί Σουλιώτες σφαγιάστηκαν και περισσότερες από 200 Σουλιώτισσες ακολούθησαν το παράδειγμα εκείνων του Ζαλόγγου.
Έτσι έληξε η 3η εκστρατεία η οποία και κατέστη τελικά νικηφόρα για τον Αλή Πασά μετά από τόσους αγώνες επιχειρήσεων. Σημειώνεται ότι όταν εγκαταλείπονταν το Κούγκι ένας μοναχός, με το όνομα Σαμουήλ, παρέμεινε εκεί βάζοντας φωτιά στην πυριτιδαποθήκη, με αποτέλεσμα μια ογκώδη έκρηξη που κόστισε τη ζωή στον ίδιον και κάποιων Τούρκων που είχαν πλησιάσει. Επίσης λέγεται ότι το μονοπάτι από το οποίο πέρασαν οι Τούρκοι στις κορυφές του Σουλίου τους το υπέδειξε ένας Σουλιώτης με το όνομα Πήλιος Γούσης ή Γούσας που υπηρετούσε ως έμπιστος τον τουρκαλβανό διοικητή Ζελιχτάρ Μπόττα.
Πολλοί Σουλιώτες της 1ης κυρίως φάλαγγας εισήλθαν στην υπηρεσία των Ρώσων στην Κέρκυρα, όπου αποτέλεσαν ένα σημαντικό κομμάτι της λεγεώνας των ελαφρών τυφεκιοφόρων. Αυτό ήταν ένα σύνταγμα ατάκτων στρατιωτών, που οργανώθηκε από τους Ρώσους και συστάθηκε από πρόσφυγες των ηπειρωτικών χωρών. Δεν περιέλαβε μόνο Σουλιώτες, αλλά και Χειμαριώτες, Μανιάτες, κλέφτες και αρματωλούς. Οι Σουλιώτες συμμετείχαν στις εκστρατείες στη Νάπολη το 1805, την Τένεδο το 1806, τη Δαλματία το 1806 και κατά τη διάρκεια της υπεράσπισης της Λευκάδας το 1807.
Με τη Συνθήκη του Τίλσιτ το 1807 και την ύφεση μεταξύ της Ρωσίας και της Γαλλίας, οι ρωσικές δυνάμεις αποσύρθηκαν από τα Επτάνησα και τα κατέλαβαν οι Γάλλοι. Οι Σουλιώτες και άλλα τμήματα των ρωσικών μονάδων εισήλθαν στην υπηρεσία των Γάλλων, σε μια μονάδα γνωστή ως σύνταγμα Σουλιωτών (Régiment Souliot). Κατά τη διάρκεια της αγγλο-γαλλικής διένεξης, μεταξύ 1810 και 1814, οι Σουλιώτες, ευρισκόμενοι στη γαλλική υπηρεσία, αντιμετώπισαν άλλους Έλληνες πρόσφυγες, που είχαν οργανωθεί από τους Βρετανούς σε ελαφρύ σύνταγμα πεζικού. Με δεδομένο ότι οι Σουλιώτες εγκαταστάθηκαν ως φρουρά στην Κέρκυρα, η οποία παρέμεινε υπό γαλλικό έλεγχο μέχρι το 1814, πολύ λίγοι εντάχθηκαν στην υπηρεσία των Βρετανών.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου