Μήνυμα

Πάντα να πολεμάς και να αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου. ( Ι. Π. Κουτσοχέρας)

Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

ΣΤΟΥΣ ΓΟΝΗΔΕΣ ΜΟΥ ΝΙΚΟ ΚΑΙ ΑΘΗΝΑ ΖΕΡΙΤΗ


            «Κοιτάχτε μωρέ μια κοπελάρα πού ‘χω, κοιτάχτε την Αθηνά μου», είπε ο πατέρας σου στους θαμώνες του καφενείου της Αντρεούς στην Πολιάνα, σηκώνοντάς σε ψηλά. Με υπερηφάνεια μας έλεγες πως σου είχε μεγάλη αδυναμία, ώστε έφτασε στο σημείο να καυχηθεί ο Βαγγέλης ο Κατσαρέας, στην ανδροκρατούμενη  Μάνη, για την κόρη του. Θα ‘σουνα 5-6 χρονώνε τότε, γύρω στο 1937,8. Ήταν εκείνη η μέρα που έφευγε να πάει να δουλέψει στην κατασκευή των οχυρών του Ρούπελ, μαζί και με άλλους Πολιανίτες, και, αποχαιρετώντας την οικογένεια του και τους συγχωριανούς, έκανε αυτή την τιμητική για σένα χειρονομία. Πάντα το ανέφερες όταν ήθελες να δηλώσεις πως ο πατέρας σου σού είχε «αναθέσει» την διαδοχή του, ανάμεσα στα παιδιά που είχε αποκτήσει τότε και σε αυτά που απόκτησε αργότερα. Ίσως και αυτή να ήταν η αιτία που «επέλεξες» να «φύγεις» την ίδια μέρα που είχε «φύγει» και αυτός. Στις 11 Μαΐου, με διαφορά 72 χρόνια. 
Αθηνά χα Νικ. Ζερίτη 

              Εσένα έστειλε η μητέρα σου στην Τραχήλα, να μάθεις νέα για την τύχη του πατέρα σου που πολεμούσε στο πλευρό του ξαδέλφου του τού Λοχαγού Πάνου, μετά την μάχη της Σελίνιτσας το Μάιο του ’44. Και εσύ παιδούλα δωδεκάχρονη πήγες στο συγγενικό σπίτι και σε βάλανε στο διπλανό δωμάτιο να ξαποστάσεις. Είχες όμως τη διαίσθηση πως κάτι κακό είχε συμβεί και προσπαθούσες να καταλάβεις τι συνέβαινε και ήταν όλοι φοβισμένοι και λιγόλογοι. Μέχρι που άκουσες εκείνη τη γριούλα να ψιθυρίζει στην συγγένισσα που σε φιλοξένησε. «Σκοτώθηκε και ο Βαγγέλης». Κατάλαβες…ο πατέρας σου είχε σκοτωθεί από «αδελφικό» χέρι που υπηρετούσε την άλλη πλευρά. Και σε πήρε το βουβό κλάμα. Και δακρύζανε τα ματάκια σου πάντα όταν θυμόσουνα το πώς το έμαθες αλλά και το πώς το ανακοίνωσες στην Βαγγέλαινα, τη μάνα σου, όταν επέστρεψες στην Πολιάνα.
             Και αφού η χήρα με τα έξι παιδιά δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από το σπίτι, σε σένα έπεσε όλο το βάρος της φροντίδας. Η μεγάλη ουλή στο πόδι σου μας έλεγες πως την απέκτησες όταν παιδούλα φορτωμένη με ξύλα τα κατέβαζες από την μεγάλη Αριά, σκόνταψες και κατρακύλησες στο βουνό και θα ‘φτανες στην Πλαγιάδα κουτρουβαλώντας αν το χέρι του αγίου Νίκωνα δε σε συγκρατούσε κοντά στην Καμινόπετρα.
            Αλλά κι ο γερμανός πιλότος που κουμαντάριζε το στούκας σε είχε τρομάξει πολύ, όταν πέρασε πάνω από το κεφάλι σου, για πλάκα, σαν έβοσκες τις προβάτες σου στο Μισοκάμπι.
            Αφού η φτώχεια και η δυστυχία σας ήταν μεγάλη ποιος θα μπορούσε να παντρευτεί εσένα και τις αδελφές σου; Η άξια Βαγγέλαινα όμως θεωρούσε πως η «σειρία»,  η καταγωγή σας δηλαδή από του Αλεξιάνους  του Μυστρά, η καλοσύνη, η ευγένεια, η νοικοκυροσύνη, η προκομάρα και….ο χορός, θα ήταν η καλύτερη προίκα που θα μπορούσε να δώσει σε έναν έντιμο άντρα για να πάρει τις τέσσερεις κόρες της. Και με κλειστά παράθυρα, μαυροντυμένες μάνα και κόρες, σας τραγουδούσε ψιθυριστά τα βράδια χορευτικούς ρυθμούς για μάθετε να χορεύετε, να «αυξήσετε» την προίκα σας. Αυτούς τους χορούς που έμαθες μανούλα μου, μου τους μάθατε εσύ και η γιαγιά μου, συνέχισες να τους χορεύεις και μετά τον γάμο σου με τον πατέρα μου, εκείνον τον σκληρό πολεμιστή και ακοινώνητο άνθρωπο. Με την τέχνη της υπομονής και της αγάπης σου τον «μπολαήμεψες» και τον έφερες στα νερά σου. Πληγωμένοι και οι δυο σας από χρόνια της δεκαετίας του ’40, στήσατε το φτωχόσπιτό σας στον Συνοικισμό της Καλαμάτας και με κόπο και σκληρή οικονομία, δημιουργήσατε σπίτια, παιδιά και εγγόνια. Αποκτήσατε φίλους που σας αγαπήσανε για την άδολη ψυχή σας, για την εντιμότητά σας, την εργατικότητά σας και την φιλοτιμία σας.
          Ο χορός στη ζωή σας ήταν η έκφραση του σώματός σας που έδειχνε όλες τις αρετές σας. 
Αθηνά και Νικόλαος Ζερίτη
Κοιτώντας τις χορευτικές  φωτογραφίες σας, πονώ πολύ μα και χαίρομαι  που θα μπορώ να έχω όλες τις γλυκές αναμνήσεις από σας, τυπωμένες και σε χαρτί, εκτός από την θύμησή μου, για να μπορώ να λέω υπερήφανα το πόσο καλούς γονείς είχα. Αυτές οι χορευτικές φωτογραφίες σας που δείχνουν όλες τις αρετές σας, τις οποίες ελπίζω να κληρονόμησα και να μεταφερθούν στα παιδιά μου. Πιστεύω πως θα  χορεύετε τώρα που ανταμώσατε  εκεί που βρίσκονται οι αγνές ψυχούλες σας.

         Στα μέρη που με πηγαίνατε παιδάκι και στα μέρη που σας πήγαινα μεγάλους, θα συνεχίσω να πηγαίνω. Και τα λουλούδια σας θα ποτίζω, και το σπίτι σας θα θυμιατίζω, και το τσαγκάρικο θα διατηρώ μουσείο άσβεστης μνήμης και τις ελιές μας στην Πολιάνα θα μαζεύω. Και πάντα θα σας  θυμάμαι με αγάπη, και πάντα θα φωλιάζει στα μάτια μου το δάκρυ έτοιμο να κυλήσει για σας στην πρώτη αφορμή. Α’  ρε μάνα….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου