Μήνυμα

Πάντα να πολεμάς και να αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου. ( Ι. Π. Κουτσοχέρας)

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ ΤOY 1821

ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ ΤOY 1821
του Ηλία Κατσαρέα πρέσβυ ε.τ.
Αγαπητοί φίλοι,
Όταν στις αρχές του περασμένου Ιανουαρίου ο κ. δήμαρχος μου έκανε την τιμητική πρόταση να είμαι ο ομιλητής του σημερινού εορτασμού μας, δε σας το κρύβω ότι το είδα σαν μια πρόκληση με την καλή έννοια της λέξης. Για πολλούς λόγους αλλά και γιατί τότε, ναι τόσο πρόσφατα, δε γνωρίζαμε αν η χώρα μας  θα βρισκόταν σήμερα σε άτακτη χρεοκοπία ή όχι. (Ως γνωστό σε συντεταγμένη χρεοκοπία βρισκόμαστε ήδη εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα.)
Όσο το σκεπτόμουν πάντως περισσότερο, συνειδητοποιούσα ότι η κρίση που περνάει η χώρα μας- που δεν είναι βέβαια μόνο οικονομική- κάνει περισσότερο επιτακτική την ανάδειξη του έπους της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Γιατί  μας εμπνέει, μας δίνει κουράγιο και πρέπει να  μας παραδειγματίζει και να μας  φρονηματίζει. Και το σπουδαιότερο νοηματοδοτεί το σύγχρονο πατριωτισμό που είναι απαραίτητος για να βγούμε από τη σκοτεινή σήραγγα της κρίσης. Έτσι ο ομιλών βλέπει το μάθημα που μας δίνουν οι πρωταγωνιστές του 1821 και τη σύνδεση εκείνης της ηρωικής εποχής με τις μέρες μας και τη γενιά μας. Γιατί βεβαίως πάντα είναι εύκολο κοιτώντας  γύρω μας να βρίσκουμε υπεύθυνους για τα δεινά μας. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παραβλέπουμε τις ευθύνες αυτών που μας κυβέρνησαν την περίοδο της Μεταπολίτευσης και μας έφεραν στη σημερινή κατάσταση. Αυτό που είναι δύσκολο είναι να κάνουμε βίωμα το παράδειγμα των προγόνων μας και να εσωτερικεύουμε αυτό που έλεγε ο Πρόεδρος Κέννεντυ : Μη ρωτάς τί κάνει η πατρίδα σου για σένα αλλά τί κάνεις εσύ γι αυτήν. Έχουμε ένα φωτεινό παράδειγμα ν´ ακολουθήσουμε, εκείνο του συμπατριώτη μας ήρωα Ηλία Σαλαφατίνου από το Οίτυλο, παρόντα και διακριθέντα σ´ όλες τις σημαντικές μάχες του Αγώνα.
Ο ΗΛΙΑΣ ΣΑΛΑΦΑΤΙΝΟΣ  ΥΠΗΡΞΕ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΓΕΝΝΑΙΟΤΗΤΑΣ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑΣ. Η πατρίδα εκτίμησε τις υπηρε­σίες του. Τον Ιούνιο του 1823 τον κάνουν αντιστράτηγο. Αποποιεί­ται τον βαθμό και απαντά ότι δεν τον θέλει "διότι το στάδιον του αγώνος είναι εισέτι ανοικτόν και όστις δεν αγωνισθή μέχρι τέλους, παρανόμως και ακαίρως αξιούται". Τον ίδιο μήνα του χορηγούν εφ1 άπαξ πολεμική αποζημίωση 2000 γρόσια. Τα επιστρέφει λέγοντας ότι "είμαι φτωχός, αλλά το Έθνος είναι φτωχότερο". Ζητά μόνο "να εξοικονομηθούν λεφτά και να πληρώνει η Πατρίς τους μισθούς για τους 100 στρατιώτας που έχω μαζί» . Ο Σπύρος Μελάς στο έργο του "Ο Γέρος του Μοριά" λέ­ει: «φέρτε μου διαμάντια να γράψω το όνομα του Σαλαφατίνου».

 Μ´αυτήν την  έννοια οι ιστορικοί εορτασμοί έχουν νόημα στη σύγχρονη εποχή πέραν της αυτονόητης  απότισης τιμής και  ευγνωμοσύνης σ’ αυτούς που έδωσαν τα πάντα για να είμαστε εμείς σήμερα ελεύθεροι. Εμείς οι Μανιάτες  μπορούμε και πρέπει να είμαστε  ιδιαίτερα υπερήφανοι  για την προσφορά και την καθοριστική συμβολή  των προγόνων μας  στον αγώνα  του 21. Χωρίς στείρο τοπικισμό και προγονοπληξία ούτε υποτιμώντας τη συμβολή στον Αγώνα και άλλων περιοχών της Ελλάδος. Και μη ξεχνώντας ότι  η επίκληση της δόξας  των προγόνων μας  δημιουργεί για μας πρόσθετες υποχρεώσεις  καθώς και ότι οι σημερινές προκλήσεις με τις οποίες καλούμεθα να αναμετρηθούμε δεν είναι απαραίτητο να είναι μόνο πολεμικέςΜπορεί να είναι μάλιστα πολύ απλές και πεζές, όπως να πληρώνουμε τους φόρους και να είμαστε ευσυνείδητοι, ενημερωμένοι, ενεργοί και νομοταγείς πολίτες. Είναι κι αυτό σύγχρονος πατριωτισμός.
Στο δεδομένο χρόνο αυτής της ομιλίας κατ΄ ανάγκη θα περιορισθώ στο ρόλο των Μανιατών στην έναρξη της Επανάστασης, στη συμβολή τους στις κυριότερες μάχες και στην επική προσπάθειά τους να ανακόψουν την πλημμυρίδα του Ιμπραήμ .

Η συμβολή των Μανιατών  στον αγώνα για την Εθνική Παλιγγενεσία  προκύπτει από την ψυχρή και αντικειμενική μελέτη του  διαθέσιμου άφθονου  ιστορικού υλικού, που σημειωτέον οφείλεται σε μη Μανιάτες συγγραφείς. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Μανιάτες, κατά το πρότυπο των Σπαρτιατών προγόνων τους, πολεμούσαν και δεν έγραφαν ιστορία ή, ακριβέστερα, έγραφαν ιστορία με το αίμα και τις πράξεις τους. Δεν είναι τυχαίο έτσι  ότι  αναφέρονται  εναλλακτικά ως  Σπαρτιάτες και ο στρατός τους ως Σπαρτιατικός στρατός. Ο Κολοκοτρώνης μάλιστα  στα  απομνημονεύματά του μιλάει για Ανατολική και Δυτική Σπάρτη αναφερόμενος ακριβώς στις αντίστοιχες γεωγραφικές περιοχές που καλύπτουν σήμερα οι  ομώνυμοι  Καλλικρατικοί ΔήμοιΟ ίδιος ο Γέρος του Μοριά, του οποίου η σχέση με τη Μάνη και ιδιαίτερα την Καρδαμύλη και την οικογένεια των Μούρτζινων - Τρουπάκηδων ήταν στενή και φιλική σ’ όλη τη διάρκεια του Αγώνα, είχε πει το χαρακτηριστικό : ο Βασιλέας ημών ουδέποτε συνθηκολόγησε ούτε παραδόθηκε και ο στρατός του σ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας  ήταν οι κλέφτες και τα άπαρτα φρούριά του στη μια άκρη το Σούλι και στην άλλη η Μάνη. Η συμβολή των Μανιατών δεν περιορίζεται λοιπόν στα χρόνια του μεγάλου Ξεσηκωμού αφού πάει πίσω στα χρόνια της Άλωσης και η περιοχή δεν κατακτήθηκε ουσιαστικά ποτέ από τους Οθωμανούς. Οι εξεγέρσεις  ήταν πολυάριθμες και συνεχείς με αποκορύφωμα εκείνη των Ορλωφικών  του 1769 και  είχαν τεράστιο  κόστος σε μαχητές και στον άμαχο πληθυσμό. Χωρίς υπερβολή θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Μάνη ήταν ένα εργαστήρι συνεχούς άσκησης της εξέγερσης  σ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο έτσι ότι το λάβαρο των Μανιατών  δεν έγραφε Ελευθερία ή Θάνατος αλλά Νίκη ή Θάνατος. Κοιμούνταν και ξυπνούσαν λοιπόν  οι πρόγονοί μας με  άσβεστη τη φλόγα της ελευθερίας  να τους καίει τα σωθικά μέχρι που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου.
Το απρόσιτο της περιοχής, οι πολεμικές παραδόσεις, το συμπαγές, εμπειροπόλεμο και ετοιμοπόλεμο μιας δύναμης  7500 περίπου μαχητών, που  έκανε τη Μάνη το πλέον αξιόμαχο  και αξιόπιστο πολεμικά κομμάτι  της στεριανής χώρας, είναι κάτι που συναντάμε στη σκέψη και τούς σχεδιασμούς όλων όσων οραματίστηκαν το Μεγάλο Ξεσηκωμό. Το βάρος και η σημασία του πολεμικού ρόλου των Μανιατών δεν περιοριζόταν μόνο στον αριθμό τους. Η φήμη τους ως σκληρών και ανυποχώρητων πολεμιστών αντάξιων των 300 του Λεωνίδα σ’ όλες τις μάχες ήταν ευρέως διαδεδομένη και ενέπνεε φόβο και τρόμο στους αντιπάλους. Ήταν παροιμιώδης η κραυγή φόβου των Τουρκαλβανών  : έρδενε Μανιάτενε” δηλαδή έρχονται οι Μανιάτες, κάθε φορά που έπρεπε να τους αντιμετωπίσουν. Όλοι οι Έλληνες εφοβούντο τους Τούρκους ενώ αντίστροφα όλοι οι Τούρκοι εφοβούντο τους Μανιάτες (Το Μάρτιο του 1987 η Πατρίδα ευγνωμονούσα, μέσω της Ακαδημίας Αθηνών απένειμε στη Μάνη χρυσό μετάλλιο για τη συνεχή προσφορά της σ´ όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες του Έθνους. Το ίδιο μετάλλιο δόθηκε στην Ύδρα και στις Σπέτσες για την προσφορά των δύο αυτών νησιών στον κατά θάλασσα αγώνα του 1821).
Μια εικόνα για το πολεμικό δυναμικό της περιοχής, κατά επαρχία και καπετανάταέχουμε από τον Αναγνωσταρά που στάλθηκε από τη Φιλική Εταιρεία στην Πελοπόννησο με το σκοπό αυτό :
Επαρχία                         Καπεταναίοι                          Στρατιώτες
          Σταυροπήγιον-Αλμυρό      Γεωργάκης Χριστοδουλάκης            500                                                     
          Πόρτο Κυτριαίς             Θεοδωράκης  Κουμουνδουράκης          500
          Εις το αυτό πόρτον         Παναγιώτης  Μούρτζινος                      700
          Ανδρούβιστα Σκαρδαμούλα  Αλέξανδρος  Κιτρινιάρης            300
          Μεγάλη Καστάνια         Κωνσταντής  Δουράκης                           400
          Ζυγός με τα χωριά του   Χρηστέας                                                 1000
          Μηλιά με τα χωριά της   Πανάγος  Κυβέλος                                  500
          Μικρά Καστάνια            Βασίλης   Βενετζιανάκης                          250
          Πόρτο Τζίμοβα               Κυριακούλης  αδελφός του Μπέη         1000
          Μέσα Πόρτο με χωριά Θεοδωράκης  Κάτζος  ( στο Μέζαπο δεν
υπάρχει τέτοιο επώνυμο. Υπάρχει μόνο Σκάντζικας αδελφή οικογένεια  με τους Κάσσηδες του Ακροταινάρου)                                            400
Βάθια με τα χωριά της  Μιχαλακιάνοι και λοιποί                        400
Πόρτο Κάγιο  (δι αρμάδα) Γιάννης Κάσσης και Δ. Λιγοράκος    300
Βαθύ και Μπασαβάς  Τζιγουρίος Γρηγοράκης και Καβαλιέρης   600
Μαραθονήσι Πόρτο Γεωργάκης και Μαγγιόρ Πιέρρος                 600
Καρυόπολις  Γεωργάκης  Καβαλιεράκης                                       300
Και δεύτερα σπίτια που βγαίνουν χωρίς αρχηγό                           3000
                                                                             Ολότης         7 750

Η αποστολή του Περραιβού στη Μάνη και η συμφωνία  των Κιτριών 1.10.1819

 Η αποστολή του Περραιβού στη Μάνη το φθινόπωρο του 1819 ήταν μια πολύ επιτυχής ενέργεια των Φιλικώνγιατί είχε ως αποτέλεσμα τη  συμφιλίωση των μεγάλων οικογενειών που διεκδικούσαν το μπεηλίκι με την υπογραφή του Πατριωτικού Συμφώνου. Το μεγάλο  πλήθος  των Μανιατών, όπως έδειξε με ευκολία, παραμέρισε τις αντιθέσεις και έσπευσε στον αγώνα. Μεταξύ των οικογενειών αυτών υπήρχαν άνδρες τους οποίους τιμούσαν και σέβονταν οι Μανιάτες και οι σκέψεις και αποφάσεις τους επηρεάζαν  τον κόσμο.
To Πατριωτικό Σύμφωνο περιλαμβάνει ένορκη δέσμευση των τριών  οικογενειών  Μαυρομιχάληδων (Αρεόπολη) Γρηγοράκηδων (Γύθειο) και Τρουπάκηδων (Καρδαμύλη),  ως  δυνατότερων  και αξιότερων από τας άλλας γενεάς της πατρίδος μας Σπάρτης ( =Μάνης ) » για τήρηση ομονοίας  μεταξύ τους καθώς και  τη διαβεβαίωση ότι «ο κύριος και καθολικός σκοπός ενός τοιούτου δεσμού δεν αποβλέπει ούτε γίνεται δ’ άλλο τι, ει μη μόνο δια την κοινήν της πατρίδος ωφέλειαν, και δια να είμεθα έτοιμοι συμφώνως και προθύμως να πράξωμεν τα όσα ήθελε προσταχθώμεν από τους ανωτέρους».
Τα κατορθώματα των Φιλικών και οι δραστηριότητες εξεχόντων Μανιατών προκαλέσαν κατάσταση επαναστατικού αναβρασμού στη Μάνη και εξασφαλίσαν καθολική συμμετοχή στον Αγώνα. Τον Ιανουάριο του 1821 φθάνει  στην Καρδαμύλη ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης φιλοξενούμενος του οικογενειακού του φίλου Παναγιώτη Τρουπάκη Μούρτζινου. Ο ερχομός του προξένησε ενθουσιασμό στους Μανιάτες και μεγάλη ανησυχία στους Τούρκους που διέταξαν τον Πετρόμπεη να τον συλλάβει. Ο Πετρόμπεης όχι μόνο αγνόησε τη διαταγή του πασά της Τρίπολης  αλλά επιτάχυνε  την έναρξη της Επανάστασης.
 Σύμφωνα με τον ιστορικό Παναγιωτόπουλο, πάντως, η Φιλική Εταιρεία είχε ορίσει την ημέρα της 25ης Μαρτίου ως ημέρα έναρξης του Αγώνα, σκοπώντας ακριβώς στη συμβολική ανάδειξη  της σύνδεσης της ανάστασης του Γένους με το καλό μήνυμα (Ευαγγελισμό) της Θεοτόκου. Η τήρηση της ημερομηνίας αυτής με τη δυναμική των επαναστατικών γεγονότων από περιοχή σε περιοχή και τη δυσχέρεια των τότε επικοινωνιών δεν ήταν εύκολο εγχείρημα.

Αρχή της Επανάστασης
         
Από το Γενναίο Κολοκοτρώνη, γιο του Γέρου του Μοριά, πληροφορούμαστεΑναπτυσσομένης της ιδέας περί της Επαναστάσεως, ο σπινθήρ της Ελευθερίας ήναπτε τον ενθουσιασμό των Ελλήνων, οίτινες  διενοούντο περί της ενάρξεως του πολέμου. Όθεν την 17ην Μαρτίου (1821) οι πρόκριτοι της Μάνης συνεννοήθησαν να λάβωσι τα όπλα κατά των Τουρκών. Πράγματι την 17ην Μαρτίου 1821 συγκεντρώθηκαν στην Αρεόπολη (Τσίμοβα) οι πρόκριτοι της Μάνης και όλοι οι ένοπλοι Μανιάτες με αρχηγό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη (είχε εκλεγεί αρχηγός από τη Συνέλευση των Κιτριών) και ορκίστηκαν κάτω από το λάβαρο του Αγώνα, που το στήσανε προ του ιερού ναού των Ταξιαρχών «Νίκη ή Θάνατος» κηρύσσοντας την έναρξη της Επαναστάσεως. Στη συνέχεια ξεκίνησαν για την Καλαμάτα ειδοποιώντας και τα λοιπά επαναστατικά στρατεύματα της Μάνης, όσα ευρίσκοντο εκτός της Αρεόπολης, να συγκεντρωθούν σε ορισμένα σημεία για να βαδίσουν όλοι μαζί προς κατάληψη και απελευθέρωση της Καλαμάτας. « Κατά δε την 23ην Μαρτίου οι Μαυρομιχαλαίοι, Μούρτζινοι και λοιποί πανστρατιά εισήλθαν εις Καλαμάς, ότε αμαχητεί παρεδόθη ο βοεβόδας μεθ’ όλων των εκεί ευρεθέντων Τούρκων υπέρ των 150...»
          Από το Φωτάκο μαθαίνουμε πολλά ονόματα οπλαρχηγών αγωνιστών που εισέβαλαν τότε στην Καλαμάτα :
«Πρώτοι λοιπόν εισήλθαν κατά την 22αν Μαρτίου (1821) εις τας Καλάμας, ως ανωτέρω είπομεν, οι Σταυριανός Καπετανάκης, Ιωάννης Ν. Καπετανάκης, Μιχαήλ Ν. Καπετανάκης, Ηλίας Π. Μαυρομιχάλης. Ταυτοχρόνως ήλθον  ο Γαλάνης Κουμουνδουράκης, την δε πρωίαν της 23ης Μαρτίου ήλθον ο Κατσής  Μαυρομιχάλης, ο Ηλίας  Κατσάκος  Μαυρομιχάλης, τη ιδία δε ημέρα ήλθον ο Γεώργιος Καπετανάκης, ο Ιωάννης Καπετανάκης, Παναγιώτης και Διονύσιος Μούρτζινοι, ο Παναγιώτης Μπουκουβαλέας, ο Γεώργιος Ντουράκης, ο Παναγιώτης Ντουράκης, ο Παναγιώτης Βενετσανάκος  και άλλοι πολλοί. Αυτοί ήσαν με τον Θ. Κολοκοτρώνην.
Ακολούθως ήλθον ο Πανάγος Κυβέλος, Νικόλαος Χριστέας, Ηλίας Χρυσοσπάθης, Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, Κυριακούλης Κουτράκος Χριστόδουλος Καπετανάκης, Κωνσταντίνος Πιεράκος, Δημήτριος Πουλικάκος, Θεόδωρος Μεσίκλης, Ιωάννης Γρηγοράκης, ο Σκλαβούνας από τον Πύργο της Μάνης και ο Πιέρρος Βοϊδής.
Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης αμέσως με τους προεστούς της Καλαμάτας  συνέστησε τη Μεσσηνιακή Σύγκλητο και στις 23 Μαρτίου εξέδωσε Προειδοποίηση προς τις Ευρωπαικές Αυλές εκ του Σπαρτιατικού Στρατοπέδου ως Αρχιστράτηγος του Σπαρτιατικού και Μεσσηνιακού Στρατού. Για το έγγραφο αυτό εσφαλμένα επιστεύετο ότι συνετάχθη στη Μολδοβλαχία και στο περιβάλλον του Αλ. Υψηλάντη και ότι εδόθη ή εστάλη από εκεί μαζί με άλλες προκηρύξεις του πολέμου από τον Εμμ. Ξάνθο στον Παπαφλέσσα. Το 1968 όμως βρέθηκε στα Κρατικά Αρχεία του Λονδίνου το ακριβές αντίγραφο του πρωτοτύπου. Για τη γνησιότητα του εγγράφου αυτού δεν υπάρχει σήμερα καμία αμφιβολία.
Η Προειδοποίηση αυτή, συνταγμένη σ´ επιμελημένη καθαρεύουσα προφανώς από τον λόγιο Γραμματέα του Πετρόμπεη, Λογοθέτη τινά εκ Γαιτσών, μιλάει για την αποφασιστικότητα των Πελοποννησίων Γκραικών, να πάρουν τα άρματα κατά των βαρβάρων τυράννων και ν´ αποσείσουν τον ζυγό που επί ενάμιση αιώνα επικάθηται επί του τραχήλου τους ή να πεθάνουν. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού δηλ. της ανάκτησης  της ελευθερίας διαβεβαιώνει ότι παραμερίζεται πάσα διχόνοια και φατριασμός. Τέλος ζητάει τη βοήθεια των εξευγενισμένων ευρωπαϊκών  γενών για την απελευθέρωση της μητρός Ελλάδος εκ  «της οποίας και ημείς εφωτίσθητε».

          Σχετικά  με το ερώτημα πότε, πού και από ποίους άρχισε η Επανάστασηπου στασιάζεται στην ιστορική έρευνα μεταξύ Αχαιών (Πάτρας- Καλαβρύτων) , Μεσσηνίων (Καλαμάτας ) και Λακώνων (Αρεόπολης), ο Καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπ. Αθηνών  Απ΄. Δασκαλάκης στο έργο του «Η έναρξις  της  επαναστάσεως εις την Λακωνίαν» ( Λακωνικαί Σπουδαί, Β΄, σ.17) γράφει τα κατωτέρω εξόχως  διαφωτιστικά. Παραθέτω σχετικά αποσπάσματα :
..........................................................................................................................
Εκ των πηγών και της όλης μελέτης των γεγονότων τούτων καθίσταται ανεπίδεκτο αμφιβολίας ότι άνευ της Μάνης δεν θα εκηρύσσετο  επανάστασις ούτε εις την Μεσσηνίαν, αλλ’ ούτε εις ολόκληρον την Πελοπόννησον και οι Μανιάται αρχηγοί  μετά των δυνάμεών των δεν επρωτοστάτησαν απλώς, αλλ’ υπήρξαν οι κύριοι παράγοντες των επαναστατικών γεγονότων της Καλαμάτας.
.........................................................................................................................
Ο αγώνας ήταν καθολικός και όλοι προσέφεραν το κατά δύναμη. Το ζητούμενο είναι τί είχαν να προσφέρουν και τί προσέφεραν.

..........................................................................................................................

          Μετά την κατάληψη της Καλαμάτας οι επαναστάτες χωρίστηκαν σε τρεις φάλαγγες . Οι Μανιάτες της Αν. Μάνης με αρχηγό το Γεώργιο Τζανετάκη (περί τα 1000 άτομα) κινήθηκαν στο εσωτερικό της Λακωνίας, κατέλαβαν το φρούριο του Μυστρά και στις 21 Ιουλίου 1821, έπειτα από πολιορκία, έγιναν κύριοι του κάστρου της Μονεμβασιάς. Η κατάληψη του κάστρου αυτού είχε μεγάλη σημασία για το ηθικό των επαναστατών καθώς επίσης διότι έγιναν κύριοι σημαντικής ποσότητας πολεμοφόδιων που εφυλάσσοντο εκεί από τους Τούρκους.
          Ταυτόχρονα με την πολιορκία της Μονεμβασιάς δεύτερη φάλαγγα Μανιατών πολεμιστών κινήθηκε κατά των Μεσσηνιακών φρουρίων της Κορώνης, της Μεθώνης και του Νεοκάστρου. Η παράδοση των φρουρίων αυτών από τους Τούρκους έγινε στις 7 Αυγούστου 1821.
          Η τρίτη φάλαγγα με αρχηγό το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και 300 Μανιάτες κινήθηκαν προς τη Γορτυνία. Μαζί τους ήσαν ο Αναγνωσταράς, ο Παπαφλέσσας και ο Π. Κεφάλας. Στις 28 Μαρτίου 1821 ο Κολοκοτρώνης με τους Μανιάτες δίνει την πρώτη μάχη με τους Τούρκους στη γέφυρα του Αγίου Αθανασίου. Για τη νικηφόρα αυτή μάχη ο Φωτάκος γράφει : «Την 28ην Μαρτίου άνοιξε ο πόλεμος (...) έπιασεν εις τη θέσιν Αγ. Αθανασίου ο Κολοκοτρώνης με τους Μανιάτες (...) Πολέμησε  με τους Μανιάτες πολλήν ώραν και δεν άφησε τους Τούρκους να προχωρήσουν (....)  Δεν δύναμαι να μνημονεύσω τα ονόματα όλων των καπεταναίων Μανιατών διότι δεν ευρίσκεις άκρην.» Τον ενθουσιασμό του από τη μάχη αυτή ο Κολοκοτρώνης την εξέφρασε με αυτά τα λόγια : « Οι Σπαρτιάται ( =  Μανιάτεςέκαμαν τότε ένα πόλεμο που εμιμήθηκαν  τον Λεωνίδα τριακόσιοι ήταν οι πρώτοι, χίλιοι εφτακόσιοι οι Τούρκοι.

ΒΑΛΤΕΤΣΙ

Καθόλη τη διάρκεια του Απριλίου και το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου 1821  συνεχίζονταν οι συγκρούσεις  κοντά στη Τρίπολη. Οι επαναστάτες δημιουργούν στρατόπεδο στο Βαλτέτσι και όλες τους οι ενέργειες είναι φανερό ότι  αποσκοπούν στην κατάληψη της Τρίπολης δηλ. της Πελοποννησιακής πρωτεύουσας
Η κάθοδος από την Ήπειρο όμωςκαι η είσοδος στην Τρίπολη 3500 εμπειροπόλεμων Τούρκων μαχητών υπό τον Μουσταφά ή Κεχαγιά Μπέη ανέβασε το ηθικό  των Τούρκων του Μοριά. Οι επαναστάτες, ως γνωστόν, είχαν υπολογίσει πολύ στον περισπασμό που αποτελούσε για την Πύλη η αποστασία  του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, που σήμαινε την καθήλωση σημαντικών τουρκικών δυνάμεων για την κατάπνιξη της ανταρσίας αυτής. Οι Τούρκοι εκτιμώντας, ως εξάλλου και οι Έλληνεςως ιδιαιτέρας στρατηγικής σημασίας την τοποθεσία της πόλης του Βαλτετσίου, αποφάσισαν να συγκεντρώσουν τις δυνάμεις τους εκεί, να διαλύσουν το στρατόπεδο των Ελλήνων και κατόπιν συντεταγμένα να κατέβουν στη Μεσσηνία και τη Λακωνία για να καταπνίξουν την Επανάσταση. Δύο περίπου μήνες μετά την κήρυξή της, η Επανάσταση διέτρεχε θανάσιμο κίνδυνο και βρισκόταν στην κόψη του ξυραφιού.
Αν διαλυθεί το στρατόπεδο του Βαλτετσίου, δεν μπορούν οι Έλληνες να ελπίζουν σε συγκρότηση νέων δυνάμεων. Ο Κεχαγιάμπεης με τους Τουρκαλβανούς που έφερε, μαζί με τους Τουρκομπαρδουνιώτες που βρήκε στην Τρίπολη και τους άλλους Τούρκους του Μοριά, θα κυνηγήσει τους σκόρπιους Έλληνες και δε θα τους αφήσει περιθώρια για ανασύνταξη.
Οι Έλληνες  κατάλαβαν πως στο Βαλτέτσι θα κριθεί η Επανάσταση και η τύχη του Μοριά. Αν νικήσουν, η Επανάσταση εδραιώνεται και δημιουργούνται βάσιμες ελπίδες για την κατάληψη της Τρίπολης. Αν νικηθούν, η Επανάσταση σβήνει. Για επαναστατική δράση σε άλλη περιοχή της Ελλάδος την εποχή εκείνη δεν μπορεί να γίνει σοβαρός λόγος. Ο Κεχαγιάμπεης έφτασε από την Ήπειρο στην Τρίπολη ανενόχλητος.
Το ευτύχημα είναι ότι οι Μανιάτες κατάλαβαν την κρισιμότητα της κατάστασης και με απόλυτη συναίσθηση ευθύνης, έσπευσαν να ανταποκριθούν στο μεγάλο εθνικό  χρέος και έδρασαν με περίσκεψη μεν αλλά και με μεγάλη αποφασιστικότητα. Στο Βαλτέτσι αποφασίστηκε να χτιστούν ταμπούρια και από αυτά να αποκρούσουν τις δυνάμεις του Κεχαγιάμπεη. Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης, γιος του Πετρόμπεη, σήκωσε ογκώδη πέτρα και είπε στους συγκεντρωμένους : « Εδώ θα γίνει ο τάφος εκείνου που θα θελήσει να εγκαταλείψει το Βαλτέτσι». Οι Μοραΐτες που θα μπαίνανε μαζί με τους Μανιάτες στα ταμπούρια ήσαν διαλεγμένοι, αλλά η σύγκρουση προβλεπόταν σκληρή και έπρεπε να λάβουν όλα τα δυνατά μέτρα, ώστε να αποφύγουν κρούσματα λιποταξίας.
          Αρχηγός των συγκεντρωθέντων στο Βαλτέτσι ήταν ο Κυριακούλης  Μαυρομιχάλης, αδελφός του Πετρόμπεη, ενώ το στρατηγικό σχεδιασμό και τη γενική επίβλεψη είχε ο Κολοκοτρώνης. Κατά τον Τρικούπη στο ένα ταμπούρι μπήκε ο Κυριακούλης με 120 μαχητές. Στο δεύτερο ο ανιψιός του Ηλίας Μαυρομιχάλης και μαζί του 250 άλλοι. Στο  τρίτο ο Γιάννης Μαυρομιχάλης  και 350 μαχητές. Στο άλλο μπήκε ο Ηλίας Σαλαφατίνος με 80. Και με τον ίδιο αριθμό πολεμιστών οχυρώθηκε στην εκκλησία  του Βαλτετσίου ο αδελφός του Σαλαφατίνου Κατσανός .
           H μάχη στο Βαλτέτσι κράτησε μιάμιση μέρα (12-13 Μαΐου), ήταν ιδιαίτερα σκληρή και έληξε με περήφανη νίκη των Ελλήνων. Σωστά θεωρήθηκε ο θεμέλιος λίθος της πελοποννησιακής ανεξαρτησίας και δίκαια εξυμνήθηκε ως ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα κατορθώματα της Επανάστασης. Στη μάχη αυτή  κορυφώθηκε η ανδρεία των Μανιατών και ιδιαίτερα  των καπεταναίων τους Μαυρομιχαλαίων από τους οποίους ο Ηλίας άξια απεκλήθη ήρωας του Βαλτετσίου. Ο ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων γράφει : «της μεγάλης μάχης (του Βαλτετσίου) πνεύμα υπήρξε ο Κολοκοτρώνης ήρως δε ο Ηλίας Μαυρομιχάλης».

          Οι Μανιάτες  στη Στερεά Ελλάδα και την Ήπειρο.
         
          Μετά τη μάχη του Βαλτετσίου η  Επιτροπή των Καλτετζών διέταξε  τους Ηλία και Κυριακούλη Μαυρομιχάλη να ενισχύσουν τον αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων στη Ρούμελη και να κτυπήσουν τα τουρκικά στρατεύματα που θα  επιχειρούσαν να περάσουν από τη Στερεά Ελλάδα στην Πελοπόννησο. Παίρνουν μέρος, μαζί με τον Σαλαφατίνο και άλλους Μανιάτες, στη φονική μάχη στο Κριεκούκι και στη συνέχεια, ανταποκρινόμενοι στην έκκληση του Μητροπολίτου Καρυστίας Νεόφυτου, πηγαίνουν στην Εύβοια όπου ο Ηλίας Μαυρομιχάλης μαχόμενος με τους ολιγάριθμους Μανιάτες συντρόφους του κατά μιας πολύ υπέρτερης αριθμητικά τουρκικικής δύναμης στα Στύρα, παρά τη θέση Κοκκινόμυλος, αφήνει εκεί την τελευταία του πνοή.
          Όταν μαθεύτηκε ο ηρωικός θάνατος του Ηλία στην έδρα της Πελοποννησιακής Γερουσίας (στην Ακροκόρινθο) ο Πρόεδρός της Δημήτριος Υψηλάντης θέλησε να την ανακοινώσει με τρόπο περιφραστικό στον πατέρα του, τον Πετρόμπεη που ήταν Αντιπρόεδρος της Γερουσίαςο οποίος όμωςαφού άκουσε με ψυχραιμία το θλιβερό συμβάν, είπε στο Δημήτριο Υψηλάντη  : «Μη με λυπάσαι. Έκαμα γιο  στρατιώτη, ο οποίος επλήρωσε το χρέος του προς την πατρίδα !»
Ο ιστορικός Φιλήμων αναφέρει ότι  ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έλεγε «πως μόνο ο Ηλίας ηδύνατο να  διεκδικήσει ποτέ τη στρατιωτική ηγεσία της Πελοποννήσου».
          Ο καθοριστικός ρόλος των Μανιατών στον απελευθερωτικό αγώνα συνεχίσθηκε και επεκτάθηκε στην Ήπειρο όπου ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης με 2000 Μανιάτες στην προσπάθειά του ν´ ανοίξει το δρόμο προς την Κιάφα, για τον ανεφοδιασμό των Σουλιωτών, χτυπιέται με το Μουσταφάμπεη στη μάχη της Σπλάντζας του Φαναρίου και βρίσκει ηρωικό θάνατο.
          Εξάλλου οι Πετρόμπεης, Σαλαφατίνος και άλλοι Μανιάτες οπλαρχηγοί με χίλιους περίπου μαχητές, παίρνουν μέρος στην προσπάθεια αναχαίτισης των Ομέρ βρυώνη και Κιουταχή που επιδιώκανε την υποταγή του Μεσολογγίου. Έτσι λύθηκε η πρώτη πολιορκία τη ηρωικής πόλης από τους Τούρκους τα Χριστούγεννα του 1822.
               Τέλος οι Μανιάτες Σαλαφατίνος, Καρίγιαννης, Δουράκης, Καπετανάκης, Κουμουνδουράκης, Χρυσοσπάθης μαζί με τους Παπαφλέσσα, Υψηλάντη, Νικηταρά κ.α. διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και έχουν ουσιαστική συμβολή στη μάχη των Δερβενακίων στις 26 -27 Ιουλίου του 1822.


O Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο

          Μετά από αίτημα του Σουλτάνου ο στόλος του Αιγυπτίου Ιμπραήμ Πασά, γιου του Αλή Πασά της Αιγύπτου, φθάνει στις 24 Φεβρουαρίου 1825 στη Μεθώνη και αποβιβάζει 4000 πεζούς και 500 ιππείς με στόχο την κατάπνιξη της Επαναστάσεως. Ο στρατός αυτός, που ήταν πολύ καλά εκπαιδευμένος και οργανωμένος από Γάλλους αξιωματικούς, οι οποίοι είχαν πολεμήσει υπό το Ναπολέοντα, διπλασιάσθηκε σχεδόν με άλλους 6.000 πεζούς και 500 ιππείς καθώς και ισχυρό πεδινό πυροβολικό. Η Επανάσταση την περίοδο εκείνη βρισκόταν στη χειρότερη κατάσταση, αφού ο εμφύλιος μεταξύ στρατιωτικών και πολιτικών είχε προκαλέσει μεγάλες διαιρέσεις και μίση. Ο Κολοκοτρώνης είχε φυλακισθεί από τους πολιτικούς του αντιπάλουςοι οποίοι όμως μπροστά στον κίνδυνο που διέτρεχε η Επανάσταση και κάτω από την πίεση του λαού, τον απελευθέρωσαν και του ανέθεσαν την ηγεσία των όποιων στρατιωτικών τμημάτων ήσαν τότε διαθέσιμα  για την απόκρουση του Ιμπραήμ. Παράλληλα με τον Κολοκοτρώνη κινήθηκε και ο Παπαφλέσσας. Ο Παπαφλέσσας οχυρώθηκε στο χωριό Μανιάκι  (στη Μεσσηνία) με 700 περίπου πολεμιστές, μεταξύ των οποίων και αρκετοί Μανιάτες με επικεφαλής τον Βοϊδή Μαυρομιχάλη. Η μάχη ήταν άνιση  και ο τόπος  ακατάλληλος καθ΄ ό επίπεδη πεδιάδα που επέτρεπε άνετη ανάπτυξη του τουρκοαιγυτπτιακού ιππικού. Οι Έλληνες πολέμησαν γενναία αλλ’ ήταν αδύνατο να συγκρατήσουν το πλήθος  των δυνάμεων του Ιμπραήμ, που, κατά τον ιστορικό Φραντζήαριθμούσαν 2.500 έναντι 900 μόνον Ελλήνων. Ο Παπαφλέσσας βρήκε ηρωικό θάνατο όπως και οι Μανιάτες  οπλαρχηγοί Βοϊδής  Μαυρομιχάλης, Θανάσης Καπετανάκης και Δημ. Πουλικάκος.
          Μετά τη μάχη στο  Μανιάκι ο Ιμπραήμ  ξεχύθηκε  στην Πελοπόννησο την οποία κυρίευσε και λεηλάτησε  συστηματικά, πλην της Μάνης. Περί το τέλος του 1825 παίρνει μέρος με αρκετό στρατό στη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου, που κράτησε ένα χρόνο περίπου και έληξε με την ηρωική έξοδο των πολιορκημένων, η οποία έμεινε  σαν φωτεινό  ορόσημο στην ιστορία των νεότερων Ελλήνων. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου ο Ιμπραήμ επανέρχεται στην Πελοπόννησο, καταλαμβάνει ένα μέρος της Αχαΐας και στέλνει επιστολή στο Γιωργάκη Μαυρομιχάλη με την οποίαν τον διατάσσει εντός δέκα ημερών να προσέλθει μαζί με όλους τους προκρίτους της Μάνης να τον προσκυνήσουν  αλλιώς  θα κυριεύσει και θα αφανίσει τη Μάνη. Οι  Μανιάτες  απάντησαν ως εξής :
« Ελάβομεν  το γράμμα σου, εις  το οποίον είδωμεν να μας  φοβερίζεις  ότι  αν δεν σου προσφέρομεν την υποταγή μας  θέλεις εξολοθρεύσεις  τους Μανιάτες και την Μάνην. Δια  τούτο και  ημείς σε περιμένομεν με  όσες δυνάμεις θελήσεις».
Ο Ιμπραήμ, μετά την άρνηση  των Μανιατών να τον προσκυνήσουν, με 8.000  πεζούς και ιππείς  από την Καλαμάτα  εξορμά  για να τους υποτάξειΟι Μανιάτες,  2.000 περίπου άντρεςοχυρώνονται στη  Βέργα του ΑλμυρούΗ Βέργα ήταν ξερολίθινο  τείχος ύψους  ενός μέτρου περίπου και μήκους  περισσότερο του ενός χιλιομέτρου, που χτίστηκε από τους Μανιάτες  ως  ταμπούρι. Εκεί ήταν όλοι οι αρχηγοί  των Μανιατών : ο Κωνσταντόμπεηςο Μπεζαντές  Γιωργάκης, ο Αναστάσης και Ηλίας Κατσάκος, ο Διονύσιος Τρουπάκης Μούρτζινος, ο Στέφανος  και Νίκος Χρηστέας, ο Γ. και Στ. Καπετανάκης, οι Κατσιφαραίοι, ο Γαλάνης  Κουμουντουράκης, ο Κοσονάκος, ο Σ.Πικουλάκης κ.ά. Πρώτο επιτίθεται το ιππικό των Αιγυπτίων το  οποίο αναγκάζεται να υποχωρήσει λόγω της μορφολογίας του εδάφους, ακολουθούν οι άτακτοι που ορμούν στο τείχος, αλλά αποδεκατίζονται  από τα εύστοχα πυρά των αμυνόμενων. Ακολουθεί ο τακτικός  στρατός, με επικεφαλής Ευρωπαίους αξιωματικούς και επιχειρεί με αλλεπάλληλες επιθέσεις να ανατρέψει την άμυνα. Οι Μανιάτες  μένουν  ακλόνητοι στις  θέσεις τους και προκαλούν μεγάλες απώλειες στους επιτιθεμένους. Στην ένατη επίθεση των Αιγυπτίων, ένας ανώνυμος Μανιάτης οπλαρχηγός από τα Σκυφιάνικα με 20 άνδρες, βγήκε από το τείχος χωρίς να γίνει αντιληπτός και επετέθη στα νώτα του εχθρού. Οι Αιγύπτιοι αιφνιδιάστηκαν και τράπηκαν σε φυγή, μεταδίδοντας τον πανικό σε ολόκληρη την εχθρική παράταξη  που υποχώρησε. (22/6/1826) Οι επιθέσεις των Αιγυπτίων κατά της Βέργας  συνεχίστηκαν και τις επόμενες δύο μέρες, ήσαν όμως ασθενέστερες και εύκολα αποκρούστηκαν από τους Μανιάτες.
          Ο  Ιμπραήμ, αποπειράθηκε να αιφνιδιάσει τους αμυνομένους  στη Βέργα  στέλνοντας από την Καλαμάτα στις 23/6/1826 με πλοία  μια δύναμη 3.500 ανδρών στο Δυρό, ιδιαίτερα δύσβατο και πετρώδες  μέρος, στη Ανατολική Μάνη μεταξύ Αρεόπολης και Πύργου Διρού, στα νώτα των μαχομένων στη Βέργα, με την ελπίδα ότι  οι Μανιάτες θα εγκατέλειπαν τις θέσεις τους εκεί και θα έτρεχαν να σώσουν τις οικογένειές τους. Ευτυχώς για τη Μάνη βρισκόταν στη περιοχή ολιγάριθμη δύναμη 200 περίπου ανδρών υπό τον Πιέρρο και το Δημήτριο Μαυρομιχάλη μαζί με τις ηρωικές Μανιάτισσες, οπλισμένες, λόγω της εποχής του θέρου με δρεπάνια και ό,τι άλλο υπήρχε διαθέσιμο. Με τους ιερείς  να χτυπούν τις καμπάνες των εκκλησιών προτρέποντας και ενθαρρύνοντας τον κόσμο σε παλλαϊκή αντίσταση, απετράπη η σχεδιαζόμενη εκεί απόβαση των Τουρκοαιγυπτίων, οι οποίοι υποχρεώθηκαν σε άτακτη και επονείδιστη υποχώρηση. Τελικά αναγκάστηκαν καταδιωκόμενοι να επιβιβαστούν στα πλοία τους και να επιστρέψουν άπρακτοι και ντροπιασμένοι στην Καλαμάτα.
          Τον Αύγουστο του 1826 ο  Ιμπραήμ με μια νέα επίθεση, αυτή τη φορά στην Ανατολική  Μάνη, προσπάθησε πάλι να την υποτάξει. Οι Μανιάτες  όμως ήταν πάλι παρόντες στο ραντεβού με την ιστορία, ταμπουρώθηκαν στο χωριό Πολυάραβος και αντιμετώπισαν νικηφόρα  τους  Αιγυπτίους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν οριστικά το σχέδιο της υποταγής της Μάνης. Με τις νικηφόρες μάχες στη  Βέργα, το Δυρό  και τον Πολυάραβο οι Μανιάτες, άνδρες και γυναίκες, για άλλη μια φορά απέδειξαν το υψηλό και γενναίο φρόνημά τους. Δεν υπολόγισαν το πανίσχυρο και καλά οργανωμένο στράτευμα του Ιμπραήμ που είχε καθυποτάξει την Πελοπόννησο και μαζί με τα στρατεύματα του Κιουταχή στη Στερεά Ελλάδα, είχε οδηγήσει την Ελληνική επανάσταση σε πολύ κρίσιμο σημείο

Επίλογος

          Μετά από μια 10ετία περίπου αγώνων και θυσιών των επαναστατημένων Ελλήνων και αφού εν τω μεταξύ  η διχόνοια, η πατροπαράδοτη κατάρα της φυλής, και ο Ιμπραήμ μας είχαν φέρει στο χείλος της αβύσσου, ήλθε η καθοριστική στροφή της πολιτικής των τριών Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, αρχικά της Ρωσίας, οφειλόμενη στις εργώδεις προσπάθειες, τις ικανότητες και το μεγάλο πατριωτισμό του Καποδίστρια και μετά της Αγγλίας και της Γαλλίας, καθώς και η ναυμαχία του Ναβαρίνου που οδήγησαν στην απελευθέρωση και  στη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Οι θυσίες του λαού είχαν βεβαίως τη σημασία τους και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο σ' αυτήν. Δεν ήσαν όμως αρκετές  και, όπως μας διδάσκουν οι εμπειρίες του 1897, 1922, 1946-1949 και 1974 ο διεθνής παράγοντας και η παραγνώριση των διεθνών συσχετισμών είχαν ολέθριες συνέπειες για την Ελλάδα. Αντίθετα, η ένταξή μας από διορατικότητα των τότε κυβερνώντων στο συνασπισμό των νικηφόρων δυνάμεων στον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχαν ευεργετικά αποτελέσματα για τη χώρα μας.
        Τα διλήμματα αυτά είναι και σήμερα επίκαιρα, γιατί δυστυχώς και πάλι ακούγονται συνθήματα  ενός κούφιου και ανέξοδου πατριωτισμού  που μπορούν να μας οδηγήσουν στον απομονωτισμό και σε νέες εθνικές περιπέτειες. Η ανάταξη της χώρας στο εσωτερικό και η συνέχιση της παρουσίας της στο σκληρό πυρήνα της Ενωμένης Ευρώπης ως ισότιμου και οικονομικά χειραφετημένου μέλους της, είναι η πυξίδα που πρέπει να μας καθοδηγεί αν θέλουμε να βγούμε από το σημερινό αδιέξοδο.-      

1 σχόλιο:

  1. ο Κάτζος είναι παρατσούκλι του Σάσσαρη στον Μέζαπο ισχυρή οικογένεια της περιοχής. Δεν έχει σχέση με τον Σκάτζικα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή