Μήνυμα

Πάντα να πολεμάς και να αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου. ( Ι. Π. Κουτσοχέρας)

Σάββατο 13 Ιουνίου 2020

Καλαμάτα 1830. Εκτέλεση για φονοπειρατεία. Η Παλαιά Μητρόπολη και τα Παλαιά Μνήματα.


Θανατική εκτέλεση στην Καλαμάτα του 1830.
Η Παλαιά Μητρόπολη και τα Παλαιά Μνήματα
(Συμβολή στην ιστορία της παλιάς Καλαμάτας)

                                                                        Του Χρήστου Ν.Α. Ζερίτη
        
       Διαθέτοντας από το 2011 το παρακάτω δημοσιευόμενο έγγραφο του έτους 1830,  το παρουσιάζω στο αναγνωστικό κοινό με παράλληλο σχολιασμό. Στα πλαίσια ευρύτερης μελέτης μου για  την Ληστεία, τις εκτελέσεις, τους Δήμιους και την καρμανιόλα μεταξύ των ετών  1833-1913, είχα εντάξει το συγκεκριμένο έγγραφο στο κεφάλαιο «Εκτελέσεις που έγιναν στην Καλαμάτα του 19ου αιώνα».  Αρχίζοντας όμως την συγγραφή των σχολίων για σημαντικά, κατά την γνώμη μου, σημεία του εγγράφου-εκθέσεως, με βασάνισε πολύ η φράση «παλαιάν επικαλουμένην Μητρόπολιν και παλαιά μνήματα» και αναζήτησα στοιχεία από διάφορες πηγές.    

"ΠΑΛΑΙΑ ΜΝΗΜΑΤΑ και ΠΑΛΑΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ"
             Του ALBRIZZI Girolamo 1687. Ίδρυμα Αικ. Λασκαρίδη
              
         Για τον αναγνώστη που ενδιαφέρεται να μάθει περισσότερα, το συνολικό κείμενο βρήκα :
α) στα ΓΑΚ, Αρχείο Καποδίστρια, Υπ. Δικαίου, φακ. 86, έγγραφα 184,185,186,187,188,190,190,191,192.
β) στα ΓΑΚ-Αρχεία Νομού Μεσσηνίας, στην εφημερίδα «Φαραί» του 1898 τεκμήριο 30, την 14.9.1898.
γ) Την έκθεση* την προμηθεύτηκα και επαλήθευσα και από την «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος», τόμος 1830, αρ.99, σελ 464.
    Ακολουθεί το κείμενο από την εφημερίδα «Φαραί». Η παράγραφος Α΄ αποτελεί σχόλιο,  πιθανότατα, του ιδιοκτήτης της Νικολάου Πύλιουρα.
   *Από όσο γνωρίζω την έκθεση αυτή έχει δημοσιεύσει ο δικηγόρος Καλαμάτας κ. Δημήτριος Ν. Ζέρβας στο ομώνυμο blog.»
Σχετικό δημοσίευμα δείτε στην εφημερίδα Καλαμάτας "Θάρρος" της 13,14/6/2020 με τίτλο "Η πρώτη θανατική εκτέλεσις εν Καλάμαις", το αποτελεί αναδημοσίευση από ιστορικό διήγημα του Στρ. Ν. Κτεναβέα που είχε δημοσιευθεί στην ίδια εφημερίδα την 10/11/1935.
 « ΑΙ ΘΑΝΑΤΙΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ
Α.   Η πρώτη θανατική εκτέλεσις έλαβεν χώραν εν Καλάμαις την 17ην Νοεμβρίου 1830. Τοιαύτη τιμή διακαώς θα επιθυμούμεν να μην εκόσμει το όνομα της πόλεώς μας εν τοις σελίδι της συγχρόνου ιστορίας, ει και το γεγονός προδήλως οφείλεται εις λυπηράν σύμπτωσιν και συγκυρίαν, ήτις όπως δια την πόλιν μας κατά τον αυτόν λόγον ηδύνατο να επικλώση την τιμήν και δι’ άλλην  πόλιν του Βασιλείου. Περίεργος όμως είναι ο τρόπος των θανατικών εκτελέσεων, και ίνα πληροφορήσωμεν αυτόν τοις αναγνώσταις μας, παραλαβόντες εξ αψευδούς και αξιολόγου  πηγής, τον δημοσιεύομεν κατωτέρω. Δια να άρωμεν πάσαν αμηχανίαν των τυχόν αγνοούντων τα της θανατικής εκτελέσεως, δεν θεωρούμε περιττόν να υπομνήσωμεν ότι προ της λαιμητόμου εισαγωγήν της εκτελέσεως της θανατικής ποινής, είχε καθιερωθή η δια του τυφεκισμού, ήτις όμως βραδύτερον, δια του από 28 Ιουνίου 1864 νόμου κατηργήθη,  διατηρηθείσα εν τοσούτω εν ισχύει δια  τους στρατιωτικούς και ναυτικούς καταδίκους. Τότε δε εθεσπίσθη ίνα το 
σώμα του θανατωθέντος ηρέμα και ησύχως ενταφιάζηται υπό της αστυνομίας, άνευ ουδεμίας επιδείξεως και πομπής, ήν ίσως ο Νόμος εθεώρησεν απάδουσαν εις την μνήμην του κηλιδώσαντος την ανθρώπινην εικόναν του νεκρού, αλλ’ ήν ίσως ψυχολογών τις θα ηδύνατο και να αποδώση εις τον λόγον, ότι η τοιαύτη πομπή θα είχε τι το θεοστυγές και αγρίως ειρωνικόν, του να πανηγυρίζεται έγκλημα επί εγκλήματος. Διότι έγκλημα διέπραξεν ο θανατωθείς κακούργος αναιρέσας ζωήν, έγκλημα και τιμωρός  Πολιτεία αφαιρούσα την ζωήν ανθρώπου.
Άξιος παρατηρήσεως είνε προσέτι, εν συγκρίσει μάλιστα προς το νυν γινόμενον, ότι κατά την νομοθεσίαν του Κυβερνήτου Καποδίστρια, οι περί χάριτος αίτησις έδει να παρουσιασθεί αυτώ εντός 24 ωρών από της δημοσιεύσεως της αποφάσεως, αν δε ο καταδικασθείς δεν αξιούτο χάριτος η εκτέλεσις της θανατικής ποινής εγένετο αμέσως.

Έκθεσις Κεφαλικής Ποινής.  
Εκτελεσθείσης εν Καλαμάτα την 17 Νοεμβρίου 1830.

 Κατά την ύπ’ αριθ. Λ. εγκληματικήν απόφασιν του κατά την κάτω Μεσσηνίαν Πρωτοκλήτου Δικαστηρίου της 4 Νοεμβρίου 1830. 

                 Ο Δημήτριος Κασιμάκος, Σπαρτιάτης, ετών 35, ήτο συντροφοναύτης εις το "Ιόνιον», πλοίον του εκ Κυθήρων Θεοδωρή Λογοθέτου, κατά το 1826, ότε ανεχώρησε το πλοίον αυτό από Σύρον εις Μεθώνην, φέρον επιβάτας την Ραλούν σύζυγον του Αινίτου Δημητρίου Μαλιώτα, τον υιόν αυτής Μιχαλάκην και τον υπηρέτην της Λασκαράκην. Καθ’ οδόν πλησίον των Ελαφονήσων, ο πλοίαρχος και οι ναύται εφόνευσαν τους ειρημένους τρεις επιβάτας και διήρπασαν τα χρήματα και τα πράγματά των. 

            Ο Δημήτριος Κασιμάκος, εις των κακουργησάντων, συλληφθείς υπεβλήθη εις το ανήκον Δικαστήριον και διά της ως άνω μνησθείσης αποφάσεως κατεδικάσθη εις θάνατον, αποδειχτείς ένοχος φονοπειρατείας.
           Ο κατάδικος δι’ αναφοράς του από πρώτης Σεπτεμβρίου 1830 προς την A.Ε. εξητήσατο την χάριν, αλλ’ ή Κυβέρνησις απήντησεν ότι δεν δύναται να παραχωρήση χάριν διά τοιαύτα εγκλήματα.    Όθεν το δικαστήριον διέταξε την εκτελέσιν της είρημένης αποφάσεώς του, ήτις εξετελέσθη κατά την εφεξής ύπ’ άριθ. 716 άναφοράν της Αστυνομίας Καλαμάτας. 
               Ελληνική Πολιτεία Προς τον Διοικητήν Καλαμάτας και Νησιού
                Ο Πρ. ’Αστυνόμος Καλαμάτας 

      Β. Κατά την έννοιαν της ύπ’ αριθ. 851 προσκλήσεως της Διοικήσεως ταύτης και του επισυναπτομένου αντιγράφου της διαταγής του Δικαστηρίου, προσκαλέσας  τον αρχηγόν της ενταύθα πολιτικής Φρουράς και απελθών μετ’ αυτού την χθεσινήν μετά την μεσημβρίαν, άμα εγχειρισθείσης μοι της αυτής προσκλήσεως, εις το ενταύθα δεσμωτήριον, παρέλαβον τον εν αυτώ κατάδικον Δημάκην Κασιμάκον και φρουρούμενον παρ’ όλης της εκτελεστικής δυνάμεως και παρά του περί ου είρηται αρχηγού, οδηγήσας  αυτόν εις το Δικαστήριον. Εκεί ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου ανέγνωσεν εις αυτόν την πράξιν, δι’ ης απορρίπτεται η της χάριτος αίτησις,  νουθετήσας και προτρέψας τον άνθρωπον κατά το ενόν, όπως αφοσιωθή εις το έλεος του παντοδυνάμου.  Επομένως τούτου πλησιάσας εις τον κατάδικον, έπ’ αυτώ τούτω διορισθείς πνευματικός πατήρ ’Αρχιμανδρίτης Γεράσιμος (1) ιερομόναχος, φέρων την ιερατικήν του στολήν και με τον Σταυρόν εις τας χείρας τον καθωδήγησε τα εκότα. Μετά την πράξιν ταύτην δε συνοδεύσαντες αυτόν κατά τον όμοιον τρόπον μεταφέραμεν εις ιερόν Ναόν του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου (2), ένθα είσελθών αυτός και ο παρακολουθών ιερεύς διετάχθησαν ακολούθους οι στρατιώται να περικυκλώσωσι την Εκκλησίαν, φυλάττοντες ακριβώς τα φύλλα της εισόδου και εξόδου.
  Έμεινε λοιπόν ο κατάδικος εις την Εκκλησίαν χθες μετά την μεσημβρίαν και εφεξής δι’ όλης της νυκτός, εξομολογούμενος εις τον ιερέα τα αμαρτήματα του και προσευχόμενος αδιακόπως μέχρι της σήμερον το πρωί.      Τότε προς πλειοτέραν αισθαντικήν παράταξιν, διέταξα να σημάνωσιν όλους τους ιερούς κώδωνας, καθ’ ον τρόπον συνειθίζεται εις τον ενταφιασμόν των θνησκόντων και ταυτοχρόνως με το κτύπημα των κωδώνων συνοδεύσαμεν αυτόν εις τον τόπον της καταδίκης,  την παλαιάν επικαλουμένην Μητρόπολιν  ή παλαιά μνήματα (3) συνακολουθούντος και του ιερέως καθ’ όλην την διάρκειαν της οδοιπορίας, αφού προηγουμένως διήλθομεν διά της αγοράς (4) έχοντες περιεστοιχισμένον καλώς τον κατάδικον παρ’ όλης της οπλοφόρου φρουράς. 
          Εκεί εκαθέσθη ο κατάδικος επί του προετοιμασθέντος τάφου , παραινούμενος με όλην την ζέσιν παρά του ιερέως και αφού εκαλύφθησαν οι οφθαλμοί του, τρεις εκ των στρατιωτών πυροβολήσαντες  κατά της κεφαλής του (5) τον εθανάτωσαν εις την στιγμήν. Τοιουτοτρόπως δε τελειωθείσης της εκτελέσεως της ποινής, ο ιερεύς ενεταφίασε αυτόν με τας απαιτουμένας              θρησκευτικάς τελετάς. 
ΓΑΚ. Αρχείον Καποδίστρια. Υπουργείον Δικαίου. Φακ. 86 έγγραφο 184
ΓΑΚ. Αρχείον Καποδίστρια. Υπουργείον Δικαίου. Φακ. 86 έγγραφο 185
            Άλλ’, εις την οποίαν διευθύνω εις το Δικαστήριον τούτο, κατά χρέος, έκθεσιν της ειρημένης κεφαλικής εκτελέσεως, δεν δύναμαι να αποσιωπήσω την γενναιότητα του καταδίκου, όστις καθ’ όλον το διάστημα της παρατάξεως δεν έδειξε την παραμικράν  δειλίαν του θανάτου, άλλ’ εφαίνετο σχεδόν όλως αδιάφορος, νουθετών το πλήθος (6) των παρακολουθούντων θεατών να λάβωσι παράδειγμα από τον εαυτόν του και να ζώσι τιμίως εις τον κοινωνικόν τούτον βίον διά να μη γίνωσι μέτοχοι της τύχης του.
            Έ ν Καλαμάτα τη 17 Νοεμβρίου 1830
                        Ο Αστυνόμος 
                          Ζ. Μαρατάς»


ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΚΥΡΙΩΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
1.  ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΙΕΡΟΜΑΝΑΧΟΣ. Πρόκειται για τον ιερομόναχο Γεράσιμο Παπαδόπουλο  (1763-1844) που έχει συνδέσει το όνομά του με την γυναικεία Μονή Καλογραιών της Καλαμάτας Κωνσταντίνου και Ελένης, της οποίας υπήρξε ο κτήτορας, το 1796, και στην οποίαν βρίσκεται και ο τάφος του. Γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1763 από πλούσιο έμπορο πατέρα-τον Ιωάννη-με καταγωγή από τη Ζάτουνα της επαρχίας Καρύταινας. Ακολούθησε την εμπορική οικογενειακή παράδοση και ίδρυσε διάφορες σηροτροφικές επιχειρήσεις. Με ιδιοσυγκρασία κλειστή έγινε ιερομόναχος. Σπούδασε στην σχολή της Δημητσάνας και στο Άγιον Όρος και επιστρέφοντας ίδρυσε σχολείο στην Καλαμάτα. Παράλληλα ίδρυσε και την μονή καλογραιών της Καλαμάτας που υπάρχει έως σήμερα. Στο μοναστήρι αυτό οι καλόγριες καταγίνονταν με την καλλιέργεια και επεξεργασία του μεταξιού. «Μετά το θάνατο του πατέρα του, πούλησε όλα τα κτήματα και τα σκεύη της μητέρας του, που και αυτή είχε πεθάνει, και μοίρασε στους φτωχούς όλα όσα εισέπραξε. Πάντα επισήμαινε την ανάγκη της διδασκαλίας των Ελληνικών Γραμμάτων στους νέους. Για την διδασκαλία των Ελληνικών και Εκκλησιαστικών Γραμμάτων μετέτρεψε  ένα μέρος του πατρικού σπιτιού του σε σχολείο. Η διδασκαλία γινόταν δωρεάν στους απόρους και στους εκτός πόλης διαμένοντες μαθητές  διέθετε τροφή και στέγη χωρίς καμία επιβάρυνση», γράφει ο αείμνηστος Αλέκος Χρυσομάλλης στο βιβλίο του «ο δρόμος της αυταπάρνησης» Καλαμάτα 1993. 
         Ο Γερ. Παπαδόπουλος δεν ήθελε την Επανάσταση του 1821 και δεν έπαψε να την καταριέται ακόμα και το 1836 όταν έγγραφε τ’ απομνημονεύματά του, που αποτελούν ντοκουμέντα και τα τύπωσε το 1897 ο μοναχός Δ.Χ. Δουκάκης με τον τίτλο “Πνευματική Τράπεζα”. «Ο Θεός -γράφει στα απομνημονεύματα του- θέλει και μας προστάζει δια των αγίων μαθητών του, να έχομεν πάσαν υποταγήν εις τους βασιλείς και πάσαν εξουσίαν (δηλ. την Οθωμανική) και ουχί να ποιώμεν συνωμοσίας και επαναστάσεις…». Πριν την έναρξη της Επαναστάσεως πηγαίνει στη Μάνη και επιχειρεί να μεταπείσει τον Πετρόμπεη που είχε μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία από τον Ηλία Χρυσοσπάθη. Γράφει «Απελθών δε ευθύς εις Μάνην κατέπεισα (έτσι νόμισε) αυτόν ου μόνον εμποδισθήναι της επαναστάσεως αλλά και να κατατρέξη συν πάσι τοις Μωραϊταις και Ρωμαίοις εκείνον τον ψευδόπαπαν τον παρακινήσαντα τους συμπατριώτας του εις σημεία επαναστάσεως…». Ψευδόπαπα και “κατοικητήριον του διάβολου” λέει τον Παπαφλέσσα. 

Ο Πετρόμπεης βέβαια τον αγνόησε.

       Ο ιερομόναχος Γεράσιμος  προσπάθησε να περάσει επιστολή του Πετρόμπεη προς τους πολιορκούμενους αγάδες της Τριπολιτσάς, για την ανταλλαγή αιχμαλώτων Τούρκων με τους Έλληνες ομήρους (μεταξύ τους ήταν και ο γιός του Αναστάσιος) και συνελήφθη από τον Ηλία Μαυρομιχάλη-γιό του Πετρόμπεη-, ο οποίος και έσκισε την επιστολή προτού την διαβάσουν οι άλλοι Έλληνες αρχηγοί. Ο κ. Σταύρος Καπετανάκης στο σύγγραμμά του «Οι Μανιάτες στην Επανάσταση του 1821» γράφει υποσημ. σελ. 152, σχετικώς με τον Παπαδόπουλο: «Είχε ιδρύσει στην Καλαμάτα σχολείο και την γνωστή μονή Καλογραιών. Έχαιρε της απόλυτης εμπιστοσύνης των συμπατριωτών του. Θεωρούσε όμως ότι με θέλημα Θεού οι Έλληνες ήταν σκλάβοι της Τουρκίας και όποιος επαναστατούσε ασεβούσε προς τον Θεό. Μιλούσε πάντα με σκληρά λόγια για τους επαναστάτες και επέσειε τον κίνδυνο της καταστροφής όλων των Ελλήνων από την εκδικητική μανία των Τούρκων.  Δεν πρόδωσε την Φιλική Εταιρεία ούτε τον Πετρόμπεη για την επικείμενη επανάσταση, απλά προσπάθησε να τον μεταπείσει. Δεν τιμωρήθηκε για τις πεποιθήσεις του, αλλά οι κάτοικοι της Καλαμάτας τον έστειλαν ως  παραστάτη στην Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους».
       Το 1830 υπηρετεί την πόλη σε ηλικία 67 ετών και γίνεται ο «πνευματικός» του κατάδικου οδηγώντας τον στην εκτέλεση και στην συγχώρεση των φονικών για τα οποία καταδικάστηκε.

   
Από το βιβλίο του Αλέκου Χρυσομάλλη «Ο δρόμος της αυταπάρνησης»

2      2.  ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ. Πρόκειται για το ναό κάτω από το Φρούριο, για τον οποίον έχουμε τις παρακάτω πληροφορίες: Νοτιοανατολικά του κάστρου, στην οδό Αλαγονίας, μέσα στον πυκνοδομημένο ιστό της παλιάς πόλης, βρίσκεται ο ναός του Αγίου Γεωργίου, ο πρώτος μητροπολιτικός ναός της πόλης. Η σημερινή μορφή του, που ανήκει στο δρομικό, μονόκλιτο ξυλόστεγο ναό, με τρίπλευρη κόγχη ιερού, είναι προϊόν πλήθους επεμβάσεων και επισκευών που πραγματοποιήθηκαν στη μακρόχρονη ιστορία του ναού. 

Η ιστορία του αναφέρεται σε μαρμάρινη επιγραφή του 1939, η οποία έχει εντοιχιστεί στο εσωτερικό του νότιου τοίχου. Σημαντικές στιγμές της ιστορίας αυτής είναι η καταστροφή του από τον Ιμπραήμ, καθώς και ότι εδώ εκκλησιάστηκαν ο Ι. Καποδίστριας και ο βασιλιάς Όθων όταν επισκέφθηκαν την πόλη. Η ανέγερση του ναού τοποθετείται στα χρόνια της Β’ Ενετοκρατίας (1685-1715), ενώ στη δεύτερη οικοδομική φάση του ανήκει η επισκευή που έγινε μετά το σεισμό της δεκαετίας του 1840 και ολοκληρώθηκε το 1939. Μετά τον σεισμό το 1986 η βορειοδυτική και νοτιοδυτική γωνία του ναού, καθώς και τμήμα της νότιας πλευράς, ξαναχτίστηκαν. (
http://www.kalamatalive.gr).
       
3     3.    ΠΑΛΑΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ  Ή  ΠΑΛΑΙΑ ΜΝΗΜΑΤΑ. «Ο Ναός του Τιμίου Προδρόμου της Καλαμάτας -ο σημερινός «Αγιάννης της Αγοράς»-ήταν από τους αρχαιότερους ναούς της πόλεως.
Ο ναός του Αγιάννη Προδρόμου στο ιστορικό κέντρο της Καλαμάτας

Καταστράφηκε στα Ορλωφικά το 1770. Ανοικοδομήθηκε, για να καταστραφεί και πάλι από τις ορδές του Ιμπραήμ το 1825. Επισκευάστηκε  πρόχειρα το 1828, αλλά κατέστη ετοιμόρροπος από τους καταστρεπτικούς σεισμούς που έπληξαν την περιοχή. Το 1858 αποφασίστηκε να ανεγερθεί νέος ναός «εκ θεμελίων». Πρόκειται για τον σημερινό ναό, του οποίου τα εγκαίνια έγιναν το 1865… Εκείνοι πού αγνόησαν τις μαρτυρίες των αγωνιστών και των ιστορικών για την πρώτη δοξολογία στις 23 Μαρτίου 1821, παραπλανήθηκαν από το γεγονός ότι η μοναδική παλαιά εκκλησία που σωζόταν στην Καλαμάτα και βρισκόταν κοντά στο ποτάμι, ήταν το εκκλησάκι των Αγίων  Αποστόλων. Σκέφθηκαν, κατά συνέπειαν, ότι εκεί θα έπρεπε να έχη γίνει η δοξολογία. Δεν εγνώριζαν ότι ο σημερινός ναός του Τιμίου Προδρόμου, ο Αγιάν­νης, ήταν ο τέταρτος κατά σειράν ναός που είχε κτιστή, στο ίδιο μέρος. Ο πρώτος: βυζαντινός. Ο δεύτερος: μετά τα Ορλωφικά το 1770. Ο τρίτος: μετά την καταστροφή του Ιμπραήμ. Και ο τέταρτος: ο σημερινός που εγκαινιάστηκε το 1865.  Θα πρέπει ακόμη να σημειωθή ότι στον  Αγιάννη ετελείτο η δοξολογία, όταν θεσπίστηκε η 25 Μαρτίου ως εθνική εορτή. Στον  Αγιάννη έγινε η δοξολογία, όταν ο Όθωνας επισκέφθηκε την Καλαμάτα, το 1833. Στον Κώδικα υπάρχει εγγραφή για τα "έξοδα της εκκλησίας όπου  ήλθεν ο Βασιλέας". Στον Αγιάννη έγινε, ακόμη, η δοξολογία στις 5 Νοεμβρίου 1835, με την ευκαιρία μεταφοράς της πρωτεύουσας της Μεσσηνίας από την Κυπαρισσία  στην  Καλαμάτα.   Διαβάζουμε, ακόμη, στον Κώδικα ότι ο Ναός του Τιμίου Προδρόμου είχε «εν εργαστήριον πλησίον των Αγίων Αποστόλων» που το νοίκιαζε. Τούτο σημαίνει ότι ο ναός των Αγίων Αποστόλων ήταν στο εμπορικό κέντρο της Καλαμάτας, όπως είναι σήμερα. Εξ άλλου δεν υπήρξε ενορία της Καλαμάτας. Ήταν ένα μικρό εκκλησάκι, που ανήκε στον ενοριακό ναό Τιμίου Προδρόμου, όπως και στις ημέρες μας. Αντίθετα, ο ναός του Τιμίου Προδρόμου ήταν, κατά κάποιο τρόπο, ο μητροπολιτικός ναός της Κα­λαμάτας και βρισκόταν -όπως βρίσκεται και σήμερα- «παρά τον ποταμόν», στον οποίον, την 23η Μαρτίου 1821, συγκεντρώθηκε το πλήθος των αγωνιστών και του λαού για την τέλεση της δοξολογίας και το ξεκίνημα του Αγώνα, όπου «έλαβαν τα όπλα προς μηδενισμόν της βδελυράς τυραννίας».  (Νίκου Ζερβή. Που έγινε η πρώτη δοξολογία στην Καλαμάτα στις 23 Μαρτίου 1821;)

α) Πολλές εργασίες εγκρίτων μελετητών, παλαιών και νέων,  τείνουν να αποδείξουν πως ο ναός του Αγίου Χαραλάμπους, στο σημερινό Κοιμητήριο της Καλαμάτας, υπήρξε η παλαιά Μητρόπολη και παλιό κοιμητήριο στο οποίο ετάφη και ο Γουλιέλμος Βελλεαρδουίνος, ο επονομαζόμενος «Καλαμάτας», πατέρας της πριγκηπέσας Ιζαμπώ, ιστορικού προσώπου και ταλαίπωρης Γυναίκας. Η σημαντικότερη εργασία-που έχω υπόψη μου-με πολλές αποδείξεις, θεωρώ πως είναι της αρχαιολόγου κυρίας Βιργινίας Αλμπάνη, η οποία στην μελέτη της « Ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος και η Καλαμάτα», καταθέτει μοναδικές  πληροφορίες που αποδεικνύουν πως ο Γουλιέλμος, που γεννήθηκε στην Καλαμάτα, ετάφη στο σημερινό νεκροταφείο Καλαμάτας το 1278. Παρουσιάζεται και μια φωτογραφία της μαρμάρινης πλάκας (σαρκοφάγου) του τάφου του Γουλιέλμου, η οποία βρέθηκε σε υπόγεια κρύπτη του ναού Αγίου Χαραλάμπους, περί το 1900, ανακάλυψη που αποδίδεται στον Γάλλο βυζαντινολόγο Gabriel Millet-ανέλαβε το 1891 διευθυντής της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα-και στον ερευνητή Joseph Laurent. Σημειώνεται ακόμη πως η σαρκοφάγος έχει χαθεί και πως ίσως στο μέλλον εντοπιστεί κάπου εκτός Ελλάδος.


                                  Η φωτογραφία της σαρκοφάγου από την μελέτη της Βιργινίας Αλμπάνη.
β)  Όμως η παρουσίαση του παραπάνω, στο κύριο θέμα, δημοσιευόμενου εγγράφου-εκθέσεως του αστυνόμου Μαρατά το 1830, σχετική με την εκτέλεση του κατηγορούμενου για φονοπειρατεία, νομίζω πως μας οδηγεί σε άλλα μονοπάτια.  Στο παρουσιαζόμενο κείμενο το αποδεικτικό στοιχείο είναι ακαταμάχητο. Στις 17 Νοεμβρίου 1830 ο αστυνόμος Μαρατάς χρησιμοποιεί την φράση «την παλαιάν επικαλουμένην Μητρόπολιν»-χωρίς βέβαια να λέει το όνομα του ναού-, όμως τον οριοθετεί, γράφοντας πως η πομπή που συνόδευε τον μελλοθάνατο πέρασε από την αγορά «…καθ’ όλην την διάρκειαν της οδοιπορίας, αφού προηγουμένως διήλθομεν διά της αγοράς…»..  Η αγορά της Καλαμάτας ήταν από παλιά στην δυτική και νότια πλευρά του Κάστρου (η λέξη αγορά έχει διπλή σημασία, σημαίνει και σημείον αγοροπωλησίας προϊόντων, αλλά και το κέντρο μιας πόλης ή κοινότητος όπου υπάρχουν δημόσιες υπηρεσίες και γραφεία). Δεν υπάρχει καταγραφή πως υπήρξε αγορά-με οποιαδήποτε μορφή- προς στην ανατολική πλευρά του Κάστρου. Εάν ο υπό εκτέλεση φονοπειρατής επρόκειτο να μεταφερθεί από τον Άγιο Γεώργιο στον Άγιο Χαράλαμπο (δηλ. στο σημερινό νεκροταφείο), δεν θα γινόταν καμία πομπή, ούτε θα είχε διάρκεια η οδοιπορία, ούτε θα διέρχοντο από κάποια αγορά, διότι η απόσταση Αγίου Γεωργίου-Αγίου Χαραλάμπους είναι ελάχιστη, και σήμερα (σήμερα περί τα 40-50 μέτρα). Πρέπει όμως να καταθέσω και την πιθανότητα να έγινε η περιγραφόμενη πομπή για μέσω της αγοράς και να ξαναγύρισε πίσω. Το θεωρώ όμως απίθανο διότι υπάρχουν ενδείξεις ακαταμάχητες. Δείτε παρακάτω:

γ) Σε όλες σχεδόν τις γκραβούρες στις οποίες απεικονίζεται η Καλαμάτα, την μετά τους Φράγκους εποχή, φαίνεται μια σημαντική εκκλησία στα νοτιοδυτικά του Κάστρου-Φρουρίου, στις όχθες του ποταμού Νέδοντος και μέσα στον ιστό της τότε πόλης. Δεν υφίσταται καμία απεικόνιση εκκλησίας στην ανατολική πλευρά του Κάστρου. Υπάρχουν δεκάδες γκραβούρες της Καλαμάτας. Από αυστηρά επιλεγμένη πηγή, την οποίαν είχε την καλοσύνη να μου συστήσει ο Ηλίας Μπιτσάνης, το site του «Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη-το βλέμμα των περιηγητών 15ος-20ός αιώνας», έχω αντλήσει πολλές. Μια εξ αυτών, παρατίθεται εδώ, με τα στοιχεία «CORONELLI, Vincenzo. Repubblica di Venezia p. IV. Citta, Fortezze, ed altri Luoghi principali dell' Albania, Epiro e Livadia, e particolarmente i posseduti da Veneti descritti e delineati dal p. Coronelli, Βενετία, 1688» εικονίζει το Κάστρο της Καλαμάτας και στα ριζά-εκτιμώ εκεί που βρισκόταν ο παλαιός ναός του Αγιάννη της Αγοράς και βρίσκεται ακόμα και σήμερα με το ίδιο όνομα και άλλη μορφή-μια μεγάλη εκκλησία με σταυρό στην κορυφή του καμπαναριού που σημαίνει χριστιανική εκκλησία, με κυπαρίσσια γύρω της που σημαίνει νεκροταφείο, με αρχοντόσπιτα που καπνίζουν οι καμινάδες τους εκεί κοντά που σημαίνει αγορά και λειτουργούντα σπίτια και με δρόμο που οδηγεί στην είσοδο του Κάστρου. Στην ανατολική πλευρά του κάστρου-δεξιά όπως βλέπουμε την γκραβούρα-δεν σημειώνεται κάτι ιδιαίτερο που να προκάλεσε το βλέμμα του Περιηγητή-ζωγράφου. Εννοείται πως στα δεξιά όπως βλέπουμε, θα ήταν παλαιό νεκροταφείο στη θέση του σημερινού.

                                                 
ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΡΑΓΕ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ Η ΠΑΛΑΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΑΙ ΠΟΥ ΤΑ ΠΑΛΑΙΑ ΜΝΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ;


δ)  Το τοπωνύμιο «Παλαιά μνήματα» δεν μπόρεσα να το βρω σε καμία ντόπια καταγραφή. Απαντάται για πρώτη φορά στο παραπάνω κείμενο και είμαι σίγουρος πως αναφέρεται στο νεκροταφείο που υπήρχε στον περίβολο του σημερινού Αγιάννη, στον οποίον εγίνοντο παλαιά ταφές επιφανών καλαματιανών, εν οις, όπως πιστεύω, και του Φράγκου Γουλιέλμου Βιλεαρδουίνου, του επονομαζόμενου «Καλαμάτα» (έχω δημοσιεύσει τις απόψεις μου εδώ).
https://taygetos-zeritis.blogspot.com/2018/08/blog-post.html
Στην δημοσιευόμενη παρακάτω γκραβούρα είναι ολοφάνερη η ύπαρξη μνημάτων στο κάτω μέρος της εικόνας. Είναι βέβαια λίγο μπερδεμένη η τότε τοπογραφία συγκρινόμενη με την σημερινή, αλλά και εδώ ξεχωρίζει ο μεγάλος ναός στη συμβολή των ποταμών, στην θέση του σημερινού Αγιάννη Προδρόμου της Αγοράς.  Αριστερά όπως βλέπουμε ένας μεγάλος ναός, ίσως στη θέση της σημερινής Αγιάννας περίπου, αλλά και διόλου απίθανο να πρόκειται για τον Αγιάννη της Αγοράς σε λάθος θέση βαλμένος από τον ποιήσαντα την εικόνα. Σημασία έχει πιστεύω πως κανείς περιηγητής δεν κατέγραψε ποτέ σε γκραβούρα σημαντική εκκλησία ή κοιμητήριο στα ανατολικά παρά μόνο στα δυτικά σαν την παρακάτω.

                    Παλαιά Μνήματα. ALBRIZZI, Girolamo. 1687 (φαίνονται οι τάφοι κάτω δεξιά)

ε) Όπως και ο αείμνηστος Νίκος Ζερβής γράφει, ο ναός του Τιμίου Προδρόμου, ο Αγιάννης της Αγοράς δηλαδή, είναι πολύ παλαιός και «στη Λαϊκή Βιβλιοθήκη Καλαμάτας, το πνευματικό αυτό  Ίδρυμα που τιμά την πόλη μισό σχεδόν αιώνα, σώζεται ένας ανέκδοτος ως σήμερα, Κώδικας του Ναού του Τιμίου Προδρόμου, που φέρει τον αριθμό 4, πράγμα που σημαίνει ότι είχαν προηγηθή άλλοι 3, οι οποίοι, δυστυχώς, δεν διασώθηκαν. Οι διάφορες εγγραφές στον Κώδικα αρχίζουν από τον Ιούνιο του 1811».

στ) Ο Γερμανός ταξιδιώτης-αναφέρει η αρχαιολόγος κ. Βιργινία Αλμπάνη στην προαναφερθείσα μελέτη της-Αρμάντ Φον Σβάϊγκερ Λέρνχενφελντ-, σε επίσκεψή του στην Καλαμάτα περί το 1880, περιηγήθηκε την Παλιά Καλαμάτα και περιγράφει πως είδε «παλαιές οικοδομές με φράγκικους και ενετικούς θυρεούς… και λαξευμένους στην πέτρα  γαλλικούς κρίνους». Γράφει επίσης πως «εδώ βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου με το βενετσιάνικο καμπαναριό της και πιο πέρα η παλαιά Μητρόπολη». Ο παλαιός Άγιος Αθανάσιος βρισκόταν στην σημερινή οδό Υπαπαντής –στο ύψος περίπου του σημερινού κτιρίου της Φιλαρμονικής-

 Ο Άγιος Αθανάσιος (παλαιός). Από τον τόμο "Μεσσηνιακά 1969-70" του Μίμη Φερέτου, σελ. 346. 
Φωτογραφία από την δυτική πλευρά.


και όπως γράφει ο Ηλίας Μπιτσάνης «…Ο Ν. Ζερβής συνδυάζοντας δημοσιεύματα της εφημερίδας "Θάρρος" εκείνης της εποχής, εκτιμά ότι η κατεδάφιση έγινε το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου 1913, χρονιά κατά την οποία για πρώτη φορά γιορτάστηκε η μνήμη του Αγίου Αθανασίου στον Άγιο Νικόλαο Φραγκόλιμνας. Ο Γιάν. Αναπλιώτης από τη μελέτη των σχετικών κειμένων που είχε στη διάθεσή του καταλήγει στο εξής συμπέρασμα για τα αίτια της κατεδάφισης: «Βασικός λόγος του αφανισμού του σπουδαίου αυτού εθνικού κειμηλίου δεν ήταν ότι έπρεπε να κατεδαφιστεί για να στρωθούν οι γραμμές του τραμ, όπως πολλοί πιστεύουν, αλλά άλλος: Ο Αϊ-Θανάσης, σκέπτονταν οι αποτελούντες τότε την πνευματική, οικονομική και κοινωνική ηγεσία της πόλεως, αποτελούσε εμπόδιο στην οπτική προβολή του καθεδρικού Ναού της Υπαπαντής. Κι έπρεπε να βγει από τη μέση». 

Δηλαδή υπήρχε ο παλιός Άγιος Αθανάσιος και λίγο πιο πέρα ήταν-στα 50 μέτρα σήμερα- ο Αγιάννης της Αγοράς σε μια ευθεία, (σήμερα, περνώντας το στενό δρομάκι στην πάνω πλευρά του κτιρίου της σημερινής Φιλαρμονικής). Αν θα ήθελε ο συγγραφέας να εννοήσει τον Άγιο Χαράλαμπο ως κοντινή εκκλησία στον Άγιο Αθανάσιο, δε νομίζω πως θα έγραφε «πιο πέρα», διότι ο παλιός αυτός ναός βρίσκεται στην αντίθετη κατεύθυνση, και σήμερα, και όχι «πιο πέρα». Πιστεύω ακράδαντα πως εννοεί την εκκλησία του Αγιάννη Προδρόμου της Αγοράς.

ζ)  Ένας άλλος Γάλλος ο φυσιοδίφης Bory de Saint-Vincent, που ακολούθησε την Γαλλική αποστολή του Μορέως την 10ετία 1829-1838, κάνει λόγο για δύο σπουδαίες εκκλησίες που τράβηξαν την προσοχή του (Ν. Ζερβής, «Οι ξένοι ταξιδιώτες»). Γράφει πως «Η μία ταυτίζεται με τους Αγίους Αποστόλους  η άλλη  «είναι κτισμένη σε έναν από τους δρόμους της άνω πόλεως, η μια πλευρά της οποίας θα μπορούσε να αναχθεί στην βασιλεία του Βιλλεαρδουίνου του Καλαμάτη…» . Άνω πόλη, μέχρι και σήμερα, λέγεται το πάνω μέρος του ιστορικού κέντρου νοτιοδυτικά του Κάστρου.

η) Μια άλλη σπουδαία μαρτυρία σχετική με την παλαιά Μητρόπολη της Καλαμάτας, προσφέρεται μέσα από την μελέτη της κυρίας Αλμπάνη. Συγκεκριμένα αναφέρεται ο γυμνασιάρχης Πέτρος Κομνηνός που έχει γράψει πως «λέγεται ότι ο Καλαμάτης ιδρύσατο τον ναόν της Μητροπόλεως, φέροντα επί του υπερθύρου δύο κρίνα ανάγλυφα και ότι ετάφη εν αυτώ…». Τα δύο ανάγλυφα κρίνα στο υπέρθυρο του ναού τα συναντάμε και στην περιγραφή του αυτόπτη Γάλλου φυσιοδίφη Βory de Saint-Vincent, όπως θα διαβάσει πιο κάτω ο υπομονετικός αναγνώστης.θ) Η κυρία Αλμπάνη στην σπουδαιότατη αυτή μελέτη της, σημειώνει, «…ίσως λοιπόν παρά το πέρασμα τόσων χρόνων να έμεινε ζωντανή η ανάμνηση του ποια υπήρξε η τελευταία κατοικία του ήρωα του Χρονικού του Μορέως, του φιλόδοξου ηγεμόνα που κατέκτησε όλη την Πελοπόννησο και κυβέρνησε 32 χρόνια, του Φράγκου πρίγκιπα που γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Την σχέση του Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου με την πόλη της Καλαμάτας, συνοψίζει πολύ όμορφα ο συγγραφέας της πραγματείας «Περί της Καλαμάτας» ( εκ Γαλλικού συγγράμματος) που δημοσιεύθηκε το 1880. “Ο διάδοχος αυτού Γκιλλώμος ο ΙΙ ηγάπα αυτήν διαφερόντως και ως πόλιν της γεννήσεως αυτού, και ως φέρων το επίθετον Καλαμάτης, εφ’ ω λίαν ενησμενίζετο. Διέταξε δε να ενταφιαστεί μετά θάνατον ενταύθα και ο τάφος αυτού υπήρχεν εντός του πρωτίστου ναού της πόλεως.»  Εντός λοιπόν του «πρωτίστου ναού της πόλεως», ο ναός που το 1830 τον αποκαλούν «παλαιά μητρόπολη ή παλαιά μνήματα» και ήταν εκείνα τα χρόνια (1825-1830) καταστρεμμένος από τις ορδές του Ιμπραήμ.
ι) Στο βιβλίο «Τα γλυπτά Μνημεία του Κοιμητηρίου Καλαμάτας αφηγούνται την ιστορία τους 1870-1940», που εξέδωσαν τα ΓΑΚ Αρχεία Νομού Μεσσηνίας και επιμελήθηκε η κ. Αναστασία Μηλίτση-Νίκα, στην σελίδα 12 αναφέρεται πως «…στη βορειανατολική περιοχή της Καλαμάτας, στη σκιά του Κάστρου των Βιλλεαρδουίνων, βρίσκεται το κεντρικό Κοιμητήριο της πόλης, το οποίο καταλαμβάνει έκταση δέκα περίπου στρεμμάτων. Δημιουργήθηκε γύρω από το ναό του Αγίου Χαραλάμπους, ο οποίος ήταν κοιμητηριακός από την εποχή των Ενετών (3). Εδώ, μάλιστα, φαίνεται ότι ενταφιάστηκε και ο πρίγκιπας Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος (4)…».
ια) Στην παραπομπή της αρ. 3 αναφέρεται ως πηγή των γραφομένων της  ο Γεώργιος Δημητροκάλλης, ο σπουδαίος αυτός μελετητής ναών, ο οποίος αναφερόμενος σε μελέτη του για την  παλαιότητα του ναού του Αγίου Χαραλάμπους,  όπως τον αναφέρει ο Ηλίας Μπιτσάνης στην εργασία του «Ματιές στην ιστορία του τόπου : Οι βυζαντινές εκκλησίες στην ακμάζουσα Καλαμάτα»,   γράφει πως «…φαίνεται ότι υπήρξε νεκροταφειακός ναός και της βυζαντινής πόλεως, γι' αυτό  και εξ υπαρχής κτίσθηκε διώροφος -διώροφους νεκρικούς ναούς και μαυσωλεία όλοι οι λαοί της γης κατασκεύασαν». Η υπογράμμιση της λέξεως «φαίνεται» είναι δική μου. Έχω την εντύπωση πως ο αείμνηστος ερευνητής έχει αμφιβολίες για τον αν ο Άγιος Χαράλαμπος ήταν από παλιά νεκροταφειακός και μητροπολιτικός..
ιβ) Στην παραπομπή αρ.4. αναφέρεται ο Δημήτριος Δουκάκης με το βιβλίο του «Μεσσηνιακά και ιδία περί Φαρών και Καλαμάτας…..» έτους 1905. Στην σελίδα 64  του συγκεκριμένου βιβλίου αναφέρεται πως «…ο Γοδεφρείδος Α’  (σημ. γράφοντος το παρόν: ο Γουλιέλμος έπρεπε να γράφει) εξεμέτρησε το ζην εν Καλαμάτα και ετάφη εν τη εκκλησία, τη καλουμένη Μητροπόλει τη μέχρι του νυν σωζομένη (νεκροταφείον)….». Την εποχή που ο Δουκάκης έγραφε την μελέτη του, περί το έτος 1905, Μητρόπολη ίσως να έλεγαν και τις δυο εκκλησίες. Και την «παλαιά μητρόπολη», τον Αγιάννη δηλαδή, αλλά και τη «νέα μητρόπολη» δηλαδή τον Άγιο Χαράλαμπο. Και οι δύο εκκλησίες είχαν νεκροταφείο, παλαιό και νεώτερο. Όμως το κείμενο-αναφορά του αστυνόμου, παραδίδεται ως τοπωνύμιο τα «Παλαιά μνήματα». Παλαιά μνήματα, πιστεύω, ήταν μόνο στον Αγιάννη.
κ) Στο ίδιο βιβλίο και στην σελίδα 12  γράφεται πως «ο ενταφιασμός νεκρών στον περίβολο ναών, ενοριακών ή ιδιωτικών ήταν κάτι το σύνηθες μέχρι το 1833…αμέσως μετά την Ανεξαρτησία –το 1833- οπότε άρχισε να οργανώνεται το νεοσύστατο κράτος, ρυθμίστηκε και η διαχείριση του χώρου των νεκρών. Ορίστηκε με διάταγμα η σύσταση  ‘τακτικών νεκροταφείων’ έχοντας ως πρότυπο τα νεκροταφεία των βιομηχανικών, αστικών κοινωνιών της Ευρώπης, τα οποία είχαν ιδρυθεί από τα τέλη του 18ου αιώνα, μετά τη Γαλλική Επανάσταση. Το 1834 με διάταγμα, συνταχθέν από την βαυαρική διοίκηση, απαγορεύτηκε για λόγους υγιεινής ο ενταφιασμός των νεκρών σε περίβολο ναών και καθορίστηκε ο κάθε δήμος να κατασκευάσει με δική του δαπάνη νεκροταφείο, ευρύχωρο, περιφραγμένο, δενδρόφυτο, στο βόρειο ανατολικό τμήμα της πόλης και σε απόσταση τουλάχιστον εκατό μέτρων από αυτήν».
Βεβαιώνεται η άποψή μου πως μετά το 1834 αρχίζει να χρησιμοποιείται ως Κοιμητήριο ο σημερινός χώρος. Βέβαια, στην γύρω περιοχή από το σημερινό Κοιμητήριο της Καλαμάτας, υπήρξαν κοιμητηριακά ευρήματα, καθώς αναφέρεται στο  https://aristomenismessinios.blogspot.com/2013/11/blog-post_14.html με τίτλο «Αρχαίαι Φαραί, Καλαμάτα». Καταθέτω σχετικό απόσπασμα «Το νεκροταφείο της αρχαίας πόλης. Όταν κτίστηκε το μοναστήρι του Αγίου Κωνσταντίνου το 1952 βρέθηκαν τάφοι της Κλασσικής εποχής στην περιοχή, ενώ υπάρχουν και τα απομεινάρια και άλλων τάφων στο πλάι του δρόμου κοντά στο μοναστήρι. Το νεκροταφείο των κλασσικών χρόνων βρισκόταν περίπου 500μ. Α. του λόφου του κάστρου όπου υπήρχε και η ακρόπολη των αρχαίων χρόνων, γεγονός που μας βοηθάει να καταλάβουμε περίπου και το μέγεθος της πόλης. Το 1961 κατά την διάρκειαν οικοδομικών εργασιών ανακατασκευής της βορείας πτέρυγος κελίων της Μονής Καλογραιών Καλαμάτας και εις απόστασιν ολίγων μέτρων από του εκεί ευρισκομένου εκκλησιδίου του Αγίου Κωνσταντίνου ευρέθη διπλούς τάφος ημικατεστραμμένος, χριστιανικής πιθανώτατα εποχής, κατώθι του οποίου απεκαλύφθη έτερος κιβωτιόσχημος τάφος διαστάσεων 2,83μ.X 1.12μ. (Πίν.99γ) με κατεύθυνσιν από Βορρά προς Νότον υστέρων ρωμαϊκών χρονων (Σχεδ.5). Ούτος, παλαιόθεν συληθείς, ήτο πλήρης επιχώσεως περιεχούσης ρωμαϊκά τινα όστρακα. Αι πλευραί του τάφου αποτελούνται εκ μεγάλων ισομεγέθων ορθογωνίων πωρολίθων -διαστάσεων 1,30X 0,60X 0,35μ.- οι οποίοι κατά πάσαν πιθανότητα προέρχονται εκ τμήματος του τείχους της πόλεως, του αποκαλυφθέντος κατά το παρελθόν έτος παρά την εκκλησίαν της Υπαπαντής. Το δάπεδον του τάφου σύγκειται εκ πηλίνων ορθογωνίων κεράμων, εκάστη των οποίων φέρει διαγωνίως εις σχήμα X διπλάς εγχαράκτους γραμμάς».
          Το ότι υπήρξε από παλιά περιοχή με ταφικά μνημεία δεν σημαίνει πως συνεχίστηκε και την εποχή της Φραγκοκρατίας η ταφή επιφανών και μη Φράγκων, σε περιοχή έξω από τον οικιστικό ιστό της τότε πόλης. Πώς άραγε θα μπορούσε να θαφτεί ένας Φράγκος αυθέντης μακριά από ελεγχόμενη περιοχή και να αφεθεί στην τύχη του πρώτου τυχόντος βάνδαλου Έλληνα επαναστάτη; Και όχι μέσα στην παλιά πόλη από την στιγμή που ο παλαιός Αγιάννης της Αγοράς διέθετε και κοιμητηριακό περίβολο και ελεγχόμενος ήταν από τις στρατιωτικές μονάδες.
          Το ότι ένας κατάδικος εκτελέστηκε και θάφτηκε στον ιστορικό ναό του Αγιάννη, στον οποίον πιθανότατα είχαν ταφεί Φράγκοι αυθέντες και επιφανείς Καλαματιανοί δεν πρέπει να μας εκπλήττει, διότι ο ναός μετά τις καταστροφές του Ιμπραήμ είχε περιπέσει σε παρακμή, καθώς περιγράφει ο Γάλλος ιστοριοδίφης Bory de Saint-Vincent, που βρέθηκε στην Ελλάδα και στην Καλαμάτα στα χρόνια 1829-1838 : «…όπως και εκεί δύο κρινάνθεμα ευκόλως αναγνωρίσιμα έχουν σκαλιστεί στις πλευρές της θύρας εισόδου.


Τα γνωστά κρινάνθεμα των Φράγκων από πόρτα στην Καλαμάτα ζωγραφισμένη το 1882 από τον Αρμάντ Φον Σβάϊγκερ Λέρνχενφελντ.


Η στέγη έχει καεί. Η Αγία Τράπεζα, που αποτελείται από αρχαία μάρμαρα, είναι ανεστραμμένη και κάποια «γουρούνια» έχουν σκορπίσει πάνω στις ασβεστόπλακες του δαπέδου, ανθρώπινα οστά που έχουν συλήσει από τους τάφους του παρακείμενου κοιμητηρίου, αλλά ένα καντήλι έκαιγε μπροστά από μία μορφή σχεδόν εξίτηλη της Κυράς των Αγγέλων. Αγιογραφίες όπου διέκρινα το μαρτύριο του Αγίου Στεφάνου και διάφορες σκηνές του Πάθους κάλυπταν ακόμη τις παρειές του Αγίου Βήματος. Ένας Γάλλος εξωμότης, ο οποίος κατείχε υψηλό βαθμό στον Αιγυπτιακό στρατό, διασκέδασε, όπως με διαβεβαίωσαν, σκάβοντας με μαχαίρι τα μάτια όλων των μορφών που εικονίζονταν, γεγονός που προκαλούσε μία θλιβερή και αλλόκοτη εντύπωση…».
 κα) Εν κατακλείδι καταθέτω την άποψή μου-με όλο τον σεβασμό στους επιστήμονες που ασχολήθηκαν με το θέμα- πως η παρουσιαζόμενη σήμερα απόδειξη, πως σε κείμενο του 1830 χρησιμοποιούνται οι φράσεις «…παλαιάν επικαλουμένην Μητρόπολιν ή παλαιά μνήματα…» και  «…αφού προηγουμένως διήλθομεν διά της αγοράς…» και «…εκαθέσθη ο κατάδικος επί του προετοιμασθέντος τάφου…» και «…τελειωθείσης της εκτελέσεως της ποινής, ο ιερεύς ενεταφίασε αυτόν με τας απαιτουμένας θρησκευτικάς τελετάς…» , αλλά η φράση κλειδί του Γερμανού περιηγητή «η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου και πιο πέρα η παλαιά Μητρόπολη», θα πρέπει, πιστεύω, να μας οδηγήσει σε αλλαγή των απόψεων περί του ποία ήταν η Μητρόπολη το 1830, που ήταν η τοποθεσία «Παλαιά Μνήματα», που εκτελέστηκε και θάφτηκε ο εκτελεσθείς φονοπειρατής και βέβαια στην οποίαν είχε ταφεί ο Γουλιέλμος Βιλεαρδουίνος, όπως έχω προτείνει στην προαναφερθείσα μελέτη μου. Πιστεύω ακράδαντα πως εάν υπήρχαν οι χαμένοι κώδικες του ναού του Τιμίου Προδρόμου της Αγοράς, θα αποδεικνυόταν εύκολα πως: 

1. Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου, ο «Αγιάννης της Αγοράς»,  υπήρξε η Παλαιά Μητρόπολη της Καλαμάτας. 

2. Πως εκεί θάφτηκε ο Γουλιέλμος Βιλεαρδουίνος και εκεί υπήρχαν τα «Παλαιά Μνήματα»,
3. Πως εκεί έθαβαν και τους επιφανείς παλαιούς καλαματιανούς,
4. Πως οι πολλαπλές καταστροφές που υπέστη ο ναός σε διάφορες ιστορικές περιόδους, έκαναν αναγκαία την ολοκληρωτική μεταφορά από τον Αγιάννη στον Άγιο Χαράλαμπο, της Μητρόπολης και του Κοιμητηρίου,
5. Στο σημερινό νεκροταφείο-Ανατολικά της Καλαμάτας όπως έγραφε η βαυαρική εγκύκλιος-μετεφέρθη το νεκροταφείο της Καλαμάτας μετά το 1834, και μέχρι τότε τα νεκροταφεία ήταν οι περίβολοι κάποιων ναών της Καλαμάτας και βέβαια η έκταση γύρω από τον Αγιάννη της Αγοράς. 
-Ως επίλογο σχετικώς με την σημαντικότητα του Αγιάννη, ας λάβει ο αναγνώστης υπόψη του πως παρόλο πως είναι ξεκάθαρο ότι η δοξολογία την 23 Μαρτίου 1821 έγινε στην τότε Μητρόπολη Καλαμάτας, «κατά τον ποταμόν Καλαμών», δηλαδή στον Αγιάννη, οι περισσότεροι που ασχολήθηκαν με το θέμα παρουσιάζουν το ναό των Αγίων Αποστόλων ως την εκκλησία που έγινε η δοξολογία, παρασυρόμενοι από το γεγονός πως η μια εκκλησία διασώθηκε ακέραιη (Άγιοι Απόστολοι) και η άλλη (Αγιάννης της Αγοράς) δεν διασώθηκε στην παλιά της μορφή. Δεν είναι λοιπόν οι παλαιότερες εκκλησίες της Καλαμάτας μόνο όσες κατά τύχη διασώθηκαν από τις ποικίλες καταστροφές. Υπήρξαν και άλλες που η σημερινή τους εμφάνιση δεν αποδίδει την παλαιότητά τους και βέβαια χάθηκαν στοιχεία (κώδικες) που θα την αποδείκνυαν.

  4. ΑΓΟΡΑ. Η ΣΥΝΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΗΤΑΝ Η ΑΓΟΡΑ. «Η Συνοικία του Αγιάννη, γράφει η έκδοση των ΓΑΚ «Οδοιπορικό σε πλατείες και δρόμους της πόλης 1830-1940, σελ. 66» αποτελούσε τη δυτική παλιά πόλη, κάτω από το κάστρο και ανατολικά του Νέδοντα. Στην προεπαναστατική περίοδο φαίνεται ότι μαζί με την ενορία του Αγίου Αθανασίου (ο ναός βρισκόταν στη συμβολή των σημερινών οδών Υπαπαντής και Μητρ. Μελετίου) συνιστούσαν την κεντρική ζώνη της πόλης, απέναντι από το δυτικό προάστιο Καλύβια. Μετά την απελευθέρωση η συνοικία του Αγιάννη εξακολούθησε να παίζει σημαίνοντα ρόλο στην διοικητική και εμπορική ζωή της πόλης. Εδώ κατοικούσαν οι προυχοντικές οικογένειες των Μπενάκη, Κυριακού, Παπαδόπουλου, Δανασή κ.ά. Επίσης, εδώ στεγαζόταν το πρώτο ταχυδρομείο, το ειρηνοδικειακό κατάστημα (1836), οι φυλακές πολιτικών κρατουμένων (1850), οι ποινικές φυλακές (1854), ο στρατώνας της Φρουράς, το θεραπευτήριο της Φρουράς (10ετία 1850 και το 1860), και το κατάστημα της νομαρχίας (από το 1869 έως το 1876) σε οικία του Ιωάννη Κυπαρίση…".
5. ΠΥΡΟΒΟΛΗΣΑΝΤΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ. Η εκτέλεση της θανατικής ποινής ήταν τότε, το 1830, δια τυφεκισμού. «Στα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821 και λίγο μετά το γενέθλιο έτος του νεοελληνικού κράτους, το 1834, υιοθετήθηκε το πρώτο νομοθέτημα περί θανατικής ποινής, ο «Στρατιωτικός Κώδικας της Γαλλίας» που τέθηκε σε εφαρμογή με ψήφισμα της 9ης Φεβρουαρίου 1822, στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Στη «Διάταξη των Δικαστηρίων» που ψηφίστηκε, ορίστηκε ότι οι αποφάσεις των δικαστηρίων λάμβαναν οριστικό χαρακτήρα, εκτός αν επιβαλλόταν ποινή κεφαλική ή σχεδόν κεφαλική, οπότε σε εκείνη την περίπτωση ο καταδικασθείς είχε το δικαίωμα να προσφύγει στη διαδικασία έκκλησης της δικαστικής απόφασης. Μάλιστα, στη Β’ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος της Κυνουρίας, το 1823, θεσπίστηκε ο πρώτος Ποινικός Κώδικας της Ελλάδας, το «απάνθισμα των εγκληματικών», όπως ονομάστηκε. Ανάμεσα στα εγκλήματα τα οποία τιμωρούνταν με θανατική ποινή  σημειώνουμε την εσχάτη προδοσία, σύνθετα πολιτικά εγκλήματα, την πλαστογραφία εθνικών ομολόγων, την ανθρωποκτονία, τη φαρμακεία εκ προμελέτης, το φόνο και την αναίρεση  των γονέων, καθώς και τη ληστεία μετά φόνου. Στο πολιτικό Σύνταγμα της Ελλάδος που ακολούθησε το 1827, στο άρθρο 124, ορίστηκε ότι η κεφαλική ποινή μπορούσε να μεταβληθεί, εφόσον ο Κυβερνήτης απολάβει της σύμπραξης των Γραμματέων της Επικρατείας. Με το Διάταγμα του Φεβρουαρίου 1833, επί Αντιβασιλείας, ορίστηκε ότι τιμωρούνταν με θανατική ποινή όλα τα είδη πολιτικών εγκλημάτων και όλες οι μορφές αντικειμενικής υπόστασης αυτών. Επιπλέον, θεσπίστηκε νόμος περί «Έκτακτης στρατιωτικής δίκης» προς ενίσχυση και συμπλήρωση του προηγούμενου νομοθετήματος. Παρατηρούμε, λοιπόν, πως  η επιβολή θανατικής ποινής από ένα καθεστώς ισορροπίας, συγκριτικά και με τα υπόλοιπα έθνη της Ευρώπης, πριν την έλευση της Αντιβασιλείας, εντατικοποιήθηκε κατά την περίοδο διακυβέρνησής της μετατρέποντας το καθεστώς σε άκρατη μοναρχία από την οποία εξέλειπε κάθε ίχνος ανθρωπισμού και επιείκειας. Ήταν η πρώτη στιγμή στην ιστορία του νεοελληνικού κράτους που εφαρμόσθηκε το jus talionis κατά το γράμμα του νόμου σε μεγαλύτερη ισχύ και εύρος. Το σχέδιο νόμου επί Καποδίστρια εμπνευσμένο από το δοκίμιο του C. Beccaria,  του πατέρα του ποινικού δικαίου, «Περί Εγκλημάτων και Ποινών», ήταν αρκετά επιεικές. Την ίδια εποχή στα ιταλοκρατούμενα Επτάνησα, κυριαρχούσε η μονομαχία ως μέσο επίλυσης των διαφορών. Μέχρι περί τα 1830 πολύ λίγοι εγκληματίες εκτελούνταν. Συγκεκριμένα, μόνο 3 εκτελέσεις δημοσιοποιήθηκαν για τα χρόνια 1828-1831, με το χαρακτηριστικό παράδειγμα μια εξ αυτών στην Καλαμάτα το 1830. Τα μάτια του καταδικασθέντος δέθηκαν και μετά την εκτέλεσή του τρεις στρατιώτες τον πυροβόλησαν στο σκαμμένο λάκκο που προοριζόταν για την ταφή του. Συνήθη μέρη εκτέλεσης ήταν περιφερειακά σημεία των πόλεων, δεν τελούνταν σε κεντρικές πλατείες, ενώ η εκτέλεση γινόταν πολύ πρωί πριν καν ανατείλει ο ήλιος, σε στενό κύκλο ανθρώπων. Κατά την εκτέλεση στιγμάτιζαν τους καταδικασθέντες με καπνό στο πρόσωπό τους, ενώ η ανοιχτή παλάμη αποτελούσε κίνηση που εξέφραζε αγανάκτηση και στιγματισμό, πλήρη αποδοκιμασία προς το άτομό τους. Από τότε διατηρήθηκε μέχρι και στις μέρες μας», γράφει η Αλεξία-Νεφέλη Δούμα στην πτυχιακή της μελέτη το 2012 στο ΑΠΘ.

      Κατά το πρώτον έτος της βασιλείας του Όθωνος, με ποινικό νόμο που δημοσιεύθηκε την 18η Δεκεμβρίου 1833, η ισχύς του οποίου άρχισε στις 19 Απριλίου 1834, καθιερώθηκε ως όργανο εκτελέσεως της εσχάτης των ποινών, την λαιμητόμον, δια των παρακάτω διατάξεων: 

Άρθρο 5ον: «ο καταδικασθείς εις θάνατον αποκεφαλίζεται δια του λαιμητόμου εις τόπον δημόσιον ωρισμένον δια της ποινικής Αποφάσεως (άρθρο 18). Η περιουσία του, άμα κοινοποιηθείσης της τελεσιδίκου αποφάσεως, ανήκει εις τους κληρονόμους του. Ο ίδιος από της στιγμής ταύτης καθίσταται ανίκανος να διαθέση και πάσα πράξις  αφορώσα συμβόλαιον τι  μεταξύ αυτού και των ζώντων είναι άκυρος. Το σώμα του ενταφιάζεται ησύχως και άνευ πομπής. Ειμπορεί δε κατ’ έγκρισιν της ιδίας αρχής και να παραδοθή ζητηθέν εις χείρας των συγγενών του δια να ενταφιασθή παρ’ αυτών εν άκρα σιγή». 

      Υπενθυμίζεται ότι κύρια μορφή σοβαρής εγκλη­ματικότητας εκείνη την εποχή ήταν η ληστεία. Αυ­τή, ωστόσο, συχνά εμφάνιζε ένα φιλολαϊκό-αντι­καθεστωτικό χαρακτήρα και δημιουργούσε έτσι στον πληθυσμό αισθήματα θαυμασμού και συμπά­θειας προς τους ληστές. Τούτο εξηγεί, έως ένα βαθμό, και τις αντιδράσεις του κόσμου εναντίον των δημίων εκείνη την περίοδο. Εξάλλου, από    στοιχεία ενός δυσεύρετου αγγλόφωνου έργου, δημοσιευμένου από τον Φρέντερικ Στρονγκ (Frederick Strong) το 1842 με τίτλο «Η Ελλάδα ως Βασίλειο», προκύπτει ότι από τις 233 κακουργηματικές υποθέ­σεις που εκδίκασαν το 1838 τα ελληνικά Δικαστή­ρια Ενόρκων, οι 115 (49%) αφορούσαν συμμορίες ληστών, οι 36 (15%) ληστείες και οι 37 (16%) αντίσταση μετά φόνου.                                     
Η θανατική ποινή «δια τυφεκισμού» παρέμεινε μόνο για τους στρατιωτικούς. Όπως δε έγραψε και ο δημοσιογράφος Πύλιουρας στην παρουσίαση της απόφασης εκτέλεσης «…
Δια να άρωμεν πάσαν αμηχανίαν των τυχόν αγνοούντων τα της θανατικής εκτελέσεως, δεν θεωρούμε περιττόν να υπομνήσωμεν ότι προ της λαιμητόμου εισαγωγήν της εκτελέσεως της θανατικής ποινής, είχε καθιερωθή η δια του τυφεκισμού, ήτις όμως βραδύτερον, δια του από 28 Ιουνίου 1864 νόμου κατηργήθη,  διατηρηθείσα εν τοσούτω εν ισχύει δια  τους στρατιωτικούς και ναυτικούς καταδίκους…».
        Ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης ας αναζητήσει την σχετική πρωτότυπη μελέτη. Τρωϊάνος Σπ., Έγκλημα και τιμωρία στο Βυζάντιο, Αθήνα 2001, εκδόσεις Ιδρύματος Γουλανδρή Χορν.

6. ΝΟΥΘΕΤΩΝ ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ. Δεν χωρεί αμφιβολία πως ο κάθε άνθρωπος, όσο σκληρός και αμετανόητος για την πράξη του και αν είναι, όταν αντιλαμβάνεται πως φθάνει το τέλος της ζωής του, κάμπτεται. Μέσα από εκατοντάδες ευρήματα που διαθέτω για το πώς συμπεριφέρθηκαν οι υπό εκτέλεση λίγο πριν τη τελική φάση, μπορώ να υποστηρίξω πως σχεδόν όλοι τους εμφανίζονταν :
α) «μετανοημένοι» για την κακή τους φύση,

β) «αγανακτισμένοι» για την ποινή τους και την «σκληρότητα» της Πολιτείας,

γ) «εξιλεωμένοι»  για την φονική πράξη τους ακολουθώντας το εθιμικό δίκαιο,
δ) «σκληροί» και αμετανόητοι, και
ε) «λυγισμένοι και κλαίοντες».
      Οι τρεις πρώτες κατηγορίες περιλαμβάνουν αυτούς που είτε έχοντες πειστεί (από εσωτερική πίστη ή από τον τελευταίο πνευματικό που τους μίλησε) πως μετά την θανάτωσή τους ακολουθεί η «αιώνιος ζωή» για τους μετανοημένους που έλαβαν την συγχώρεση «από τον Θεό και τους Ανθρώπους». Έτσι λίγο πριν εκτελεστούν ήταν συνηθισμένο να απευθύνονται στο πλήθος που παρακολουθούσε την εκτέλεση (ή εν απουσία αυτού απευθύνονταν προς τους παριστάμενους) και ζητούσαν να συγχωρεθούν για την πράξη τους. Σχεδόν πάντα λάμβαναν την συγχώρεση και υποτίθεται πως έτσι «έφευγαν» ξαλαφρωμένοι. 
    Θα παραθέσω μία περίπτωση που αφορά την εκτέλεση στην Καλαμάτα το 1882 του Κυριάκου Φτυχιάκου ή Ευτυχιάκου, ο οποίος είχε δολοφονήσει τον γιατρό Βασίλειο Παλαμάρα, χωρίς να ευθύνεται ο γιατρός σε τίποτε, γδικιωμός δηλαδή για την δολοφονία του Σπύρου Φτυχιάκου ή Ευτυχιάκου από την οικογένεια Παλαμάρα, ένεκα πολιτικών αντιπαραθέσεων στις δημοτικές εκλογές του 1879. (Η σχετική εργασία για τα διαδραματισθέντα είναι έτοιμη και θα την δημοσιεύσω προσεχώς, ενταγμένη στις εκτελέσεις με λαιμητόμο στην Καλαμάτα). Γράφει λοιπόν η εφημερίδα της Αθήνας «Παλιγγενεσία» πως : «προ της εκτελέσεως ζήτησε και έλαβε 100 δράμια οίνου, κατόπιν εβάδισεν ατάραχος προς το ικρίωμα, ανελθών δε εζήτησε συγχώρεσιν και ετραύλισεν λέξεις τινάς προς το πλήθος εξ ών διεκρίθησαν τα εξής ‘’ικανοποίησα δια των πράξεών μου την λακωνικήν φιλοτιμίαν’’. Παραλαβόντες κατόπιν αυτόν οι δήμιοι τον ετοποθέτησαν καταλλήλως και αποκεφάλισαν ακαριαίως. Πλήθος λαού εκ Καλαμών και των πέριξ επαρχιών παρίστατο κατά την εκτέλεσιν».
Για την ίδια εκτέλεση έχει γράψει ο Μπάμπης Άννινος πως «Κατά την εν Καλάμαις θανατικήν εκτέλεσιν του Λάκωνος Φτυχιάκου, το πλήθος δυσμενώς διακείμενον προς τον κατάδικον, δολοφονήσαντα απανθρώπως ένα των μάλλον ευυπολήπτων ιατρών της πόλεως, έμεινε κωφόν εις τη συνήθη και απαραίτητον του καταδίκου από του ικριώματος επίκλησιν:-Συγχωράτε με Χριστιανοί!.
Αγανακτήσας ο δήμιος Αλεβιζόπουλος δια την ανηλεή αυστηρότητα των συμπολιτών του, ανέκραξεν από του ικριώματος:-Συγχωρήσατέ τον βρέ Χριστιανοί.
Και το πλήθος εκπλαγέν και αισχυνθέν εκ της επιτιμήσεως ταύτης, ανέπεμψε την κραυγήν της συγχωρήσεως».

«Συγχώρεση σημαίνει να απελευθερώνεις έναν φυλακισμένο και να ανακαλύπτεις πως αυτός ο φυλακισμένος ήσουν εσύ!»  Louis B. Smedes

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
      -Η εντύπωση που προκάλεσε στους καλαματιανούς η εκτέλεση, περιγράφεται στην υπηρεσιακή αλληλογραφία του Διοικητή «Καλαμάτας & Νησίου» Δημητρίου Ταγκόπουλου, ο οποίος στην αναφορά του προς την Γραμματεία της Δικαιοσύνης, γράφει :

«Ελληνική πολιτεία

προς την Γραμματείαν της Δικαιοσύνης
ο Διοικητής Καλαμάτας και Νησίου
     Ελήφθη η υπ’ αριθ.3713 της Γραμματείας της Δικαιοσύνης διαταγής και παρετηρήθησαν τα εν αυτή ομού και ο τύπος περί εκτελέσεως θανατικής αποφάσεως.

     Κατά συνέπειαν τούτων προσεκλήθη ο Αστυνόμος δια να ενεργήση τα κατά τον τύπον ο οποίος και ενεργήσας ανέφερεν ως το επισυναπτόμενον αντίγραφον της αναφοράς.
     Χρεωστά να προσθέση η Διοίκησις ότι το τοιούτον επροξένησεν βαθείαν εντύπωσιν εις τους ενταύθα και πέριξ και κατ’ εξοχήν εις τους Σπαρτιάτας τους ευρεθέντας ενταύθα.

     Ο συνένοχος του καταδίκου φυλακισμένος εις την ενταύθα φυλακήν, διατρέχει κίνδυνος μήπως από του φόβου και εξ άλλων αιτιών κινούμενος δραπετεύσει. Λαβών την επί ταύτης διατεταγμένην στρατιωτικήν φρουράν σεσαθρωμένης ούσης και ουχί τόσον στερεάς, δια τούτο ήναι γνώμης η Διοίκησις, για να σταλή εις κανέν φρούριον, ώστε να καθίσταται αδύνατον του να δραπευτεύση. Εν τοσούτω καθυποβάλω την γνώμην ταύτην εις την Γραμματείαν που θέλει ευαρεστηθή και διατάξη ό,τι εγκρίνη.
Εν Καλαμάτα
τη 18 Νοεμβρίου 1830
Ο Διοικητής
Δημήτριος Ταγκόπουλος».

       -Θα πρέπει να σημειωθεί ακόμη πως εκείνη την περίοδο της όξυνσης των διαφορών μεταξύ του κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια και των αντικυβερνητικών Μανιατών, επικεφαλής των οποίων ήταν η οικογένεια Μαυρομιχάλη), έγινε μια στάση στο Λιμένι της Μάνης, η οποία οδήγησε σε ακραίες καταστάσεις τις αντιμαχόμενες πλευρές. Οι αντικυβερνητικοί Μανιάτες εκμεταλλεύτηκαν επιδέξια τα αυστηρά μέτρα του Δ/τή τής Σπάρτης, καθώς και την εκτέλεση του συμπατριώτη τους Δημ. Κασιμάκου, του οποίου την εκτέλεση διέταξε το Δικαστήριο, για να εμφανίσουν ως εκδικητικούς και τυραννικούς τους στόχους της Κυβερνήσεως του Καποδίστρια.-


ΒΑΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος», τόμος 1830, αρ.99, σελ 464.
2. Εφημερίδα Καλαμάτας «ΦΑΡΑΙ», έτους 1898, τεκμήριο 30, την 14.9.1898.
3. Νίκου Ι. Ζερβή. Που έγινε η πρώτη δοξολογία στην Καλαμάτα στις 23 Μαρτίου 1821. Πρακτικά Β΄ τοπικού συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών (Κυπαρισσία 27-29 Νοεμβρίου 1982).
4. Βιργινία Αλμπάνη, αρχαιολόγος. Ο Γουλιέλμος Βιλεαρδουίνος και η Καλαμάτα. Πρακτικά Δ΄ τοπικού συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών, (Καλαμάτα 8-11 Οκτωβρίου 2010).
5. Νίκου Ι. Ζερβή. Οι ξένοι ταξιδιώτες. Περιοδικό «Επτά ημέρες» της εφημ. Καθημερινή. 18.11.2001.
6. Δ.Χ. Δουκάκη. Μεσσηνιακά και ιδιαίτερα περί Φαρών και Καλαμάτας από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τον Καποδίστρια. Φωτογραφική μεταφορά έκδοση έτους 1999.
7. ΓΑΚ Αρχεία Νομού Μεσσηνίας. Αναστασίας Μηλίτση-Νίκα. Τα γλυπτά Μνημεία του Κοιμητηρίου Καλαμάτας αφηγούνται την ιστορία τους 1870-1940. Καλαμάτα 2018.
8. ΓΑΚ. Αρχείο Κυβερνήτου Καποδίστρια.



















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου