Μεθεόρτια Σαϊτοπολέμου 2018.
Φωτογραφίες Παναγιώτης Μουστάκης
Φέτος δεν έριξα Σαϊτες καθότι το γκριζάρισμα και μαλλί αλατοπίπερο και από Σαϊτομάχος κατάντησα Σαϊτολόγος και στο ταγάρι αντις για σαϊτες είχα υπεύθυνες δηλώσεις και κείμενα.
Καθόμουνα και έβλεπα τη μαγκιά με τα ταγάρια και τα λάβαρα, τη καραμουτζαρχία με τα ταρατατζούμ, τον Κλάδη με τους βρακοφόρους Βεργιάνους, το Μπασακίδη στην αγωνία, τον Κατσίρα «πανταχού παρών και τα πάντα συμπληρών», τον Κισκήρα ήρεμη δύναμη. Παραδίπλα καρατάριζα κάτι βαψομαλλάκηδες μοδέρνους, κάτι κυριούλες με τους πλισσέδες στα μάτια με λαχανί μαλλί και κάτι παλιούς καλαματιανούς πούχανε βγάλει τις κυράδες τους τσάρκα στο «αλαμπρατσέτο».
Πλακωθήκανε στις φωτιές τ’ αλάνια, αμαν γιανγκίνι, μπήκανε οι οϋκάδες, ρίξανε οι εφοδούχοι, τις ταλανιάσανε οι μπρατσωμένοι και οι ξεμπράτσωτοι, μπήκανε φουστανέλες μικρές και μεγάλες, μπήκανε και δύο θήλεα «της εκπαιδεύσεως», η πιτσιρικαρία είχε αποβολές φέτος και δεν παίξανε, μπήκε και η ιερωσύνη «παπά μου τη σαΐτα σου», βοήθαγε ο ένας το άλλονε, ψυχαδέλφια όλοι οι σαϊτομάχοι και πρώτη βολά είδα τέτοια αβάντα, μέχρι και «τον μικρό της φωτιάς» ως αποδότη με «τη ροκέτα» κάνανε καπετανέοι και μοιράζανε φωτιά σε άλλα μπουλούκια. Είχα μερακλωθεί και φώναζα τους γνωστούς με τα ονόματά τους.
Παραδίπλα στεκότανε μια μανταμίτσα με το καλαμπουκάνι φωτογραφικό μηχάνησμα που τράβαγε τις πλάκες της και κάποια στιγμή με αρώτηξε:
-Τους γνωρίζετε όλους κύριε;
-Αμ τι τους κάνω, της λέω, παιδιά ταραφίσια είναι όλα.
-Μου λέτε δυό λόγια για το Σαϊτοπόλεμο; μου απαντάει στο πληζαριστό.
Πήρα και εγώ το σοβαρό μου καθότι ναι μεν παιδί της πιάτσας, αλλά έχουμε και πέντε αράδες γράμματα στην κωλότσεπη και ξέρουμε να μιλήσουμε και σε κυρίες εκτός φάρας.
-Κυρία μου, άρχισα (έτσι και με άκουγε ο Μάκης να μιλάω στο επίσημο, θα μούλεγε «τι έπαθες ρε μπαφουνέτο» και θα χαχάνιζε λες και είχε φουμάρει πέντε νταμίρες μαζεμένες) το έθιμο της Σαϊτας έρχεται από πολύ παλιά και στην Καλαμάτα σήμερα υπάρχουν φυλαί και φύλαρχοι. Έχουμε την φυλήν των ΑγιοΣιδερητών, την φυλήν των Ραχιωτών, του Φραγκοπήγαδου, της Φυτειάς, του Φρουρίου και του Αγιάννη του Πρόδρομου του Παλαιού. Κάθε φυλή έχει και τους φυλάρχους της. Η φυλή του ΑγιουΣίδερη έχει 4 καπετανέους, όλοι τους μεσοΜανιάτες της φάρας του Σωτηράκου. Στη φυλή του Φραγκοπήγαδου καπετανέοι είναι βέροι Ραχιώτες όλοι της οικογένειας Ζησιμάτου. Οι Φυτειώτες καπετανέους έχουνε πολλούς σήμερα τον Μάρκου, τον Καραβλίδη, τον Ξωξάκο, τον Κρεμμύδα και φέρνουνε στις πλάτες τους παλαιά παράδοση. Καπετάνιος της φυλής του Φρουρίου είναι ο Βαρελάς, ο επονομαζόμενος Νικηταράς γιατί είναι Νεδουσαίος. Φύλαρχος των Αγιαννητών είναι ο καπετάν Χρήστος, με 60 σαϊτοχρόνους στην πλάτη του.
Οι Ραχιώτες έχουνε καπετάνιο τον Τάκη που ξανάφτιαξε μπουλούκι τα τελευταία χρόνια. Έχουνε στις παρέες τους παιδιά τζιμάνια που το λέει η περδικούλα τους και δεν κολώνουνε σε τίποτα. Τι πα να πει ψηλέας σα τους Μπουρδακέους, το καπετάν Γκιουλέκα, τους Μαρκέους και τον Τάσο του Στέφανου; Τι πα να πει κοντός σα τον καπετάν Χαρμάνη, τον Κοντό, τον Μούμια και τον Βουτσαρά; Είναι όλοι γεμάτοι μαχητικό μένος και έτοιμοι να πέσουν στην φωτιά για να ψηθούν με μπαρούτι. Και κάνε κυρά μου λίγο πιο πίσω μη σε πάρουνε οι σκατζουλίθρες και φλουμπετιάσεις.
Τα είπα και σταμάτησα. Κάνω έτσι και βλέπω την κερία να έχει στόνα χέρι τη μηχανή και να έχει ανοίξει ένα πακέτο σέρτικα Καρέλια και να μου προσφέρει. Τα έχασα.
-Πάρε ρε μόρτη ένα να στρώσεις κεφάλι, μου κάνει. Εξ επιτούτου σε αρώτηξα για να δω σε τι εκτίμα έχεις την αφρόκρεμα της καλαματιανής μαγκοσύνης. Εγώ δεν πίνω πηγαδίσο νερό. Γουστάρω τη μαγκιά και τραβιέμαι, τι τραβιέμαι δηλαδή, πεταλιδώθηκα με τον Μήτσο τον Αβέρτο, καθότι λεβεντόπαιδο και με τράβηξε από την πλέμπα. Τώρα έχω και το σπίτι μου το καλό, τα πάντα μου συν τα βουτήρατά μου. Καθότι για να με έχεις εμένα θέλω τα χρειαζούμενά μου και άμα δεν μου τα δώκεις τράβα να πουλάς χαμομήλι γερμανικό που αδυνατίζουνε οι ελέφαντες. Μπήκες;
-Ωραία εξήγηση μανταμίτσα μου, της είπα. Και παρότι μου φέρθηκες στο κατασκοπικό σε συχωρνάω και δεν ξεπλέκω το μιζανπλί αφού ανήκεις σε άντρα που ταμπακιάζω. Είναι μάγκας με την σφραγίδα του και όχι κούφια αχιβάδα. Καθόσον με καρατάρεις πως κι εγώ δεν είμαι για κέντημα με το αντραντέ και μπορώ να σου μιλήσω και στην επίσημη και στην ταραφίσα γλώσσα. Σε μαρκάρω καλά και αφού γουστάρεις σαϊτες και έχεις κάνει γκεζί με τον Μήτσο, παναπεί πως έχεις πέσει στο βαθύ λαγούμι και κουβαλάς τη σπανακόπιττα. Ωραία τάπαμε, χάρηκα για τη γνώρα και φεύγω βέρτζινος γιατί τα παιδιά που τις ερίξανε με περιμένουνε στο ταμπούρι να κοπανήσουμε κανά καταϊφι να γλυκαθεί ο καταπιώνας μας και να πάνε κάτω τα μπαρουτόζαφειρα. Άντε και του χρόνου.
Δια το πιστόν
Μπάρμπα Χρήστος Ζερίτης
Φωτογραφίες Παναγιώτης Μουστάκης
Φέτος δεν έριξα Σαϊτες καθότι το γκριζάρισμα και μαλλί αλατοπίπερο και από Σαϊτομάχος κατάντησα Σαϊτολόγος και στο ταγάρι αντις για σαϊτες είχα υπεύθυνες δηλώσεις και κείμενα.
Καθόμουνα και έβλεπα τη μαγκιά με τα ταγάρια και τα λάβαρα, τη καραμουτζαρχία με τα ταρατατζούμ, τον Κλάδη με τους βρακοφόρους Βεργιάνους, το Μπασακίδη στην αγωνία, τον Κατσίρα «πανταχού παρών και τα πάντα συμπληρών», τον Κισκήρα ήρεμη δύναμη. Παραδίπλα καρατάριζα κάτι βαψομαλλάκηδες μοδέρνους, κάτι κυριούλες με τους πλισσέδες στα μάτια με λαχανί μαλλί και κάτι παλιούς καλαματιανούς πούχανε βγάλει τις κυράδες τους τσάρκα στο «αλαμπρατσέτο».
Πλακωθήκανε στις φωτιές τ’ αλάνια, αμαν γιανγκίνι, μπήκανε οι οϋκάδες, ρίξανε οι εφοδούχοι, τις ταλανιάσανε οι μπρατσωμένοι και οι ξεμπράτσωτοι, μπήκανε φουστανέλες μικρές και μεγάλες, μπήκανε και δύο θήλεα «της εκπαιδεύσεως», η πιτσιρικαρία είχε αποβολές φέτος και δεν παίξανε, μπήκε και η ιερωσύνη «παπά μου τη σαΐτα σου», βοήθαγε ο ένας το άλλονε, ψυχαδέλφια όλοι οι σαϊτομάχοι και πρώτη βολά είδα τέτοια αβάντα, μέχρι και «τον μικρό της φωτιάς» ως αποδότη με «τη ροκέτα» κάνανε καπετανέοι και μοιράζανε φωτιά σε άλλα μπουλούκια. Είχα μερακλωθεί και φώναζα τους γνωστούς με τα ονόματά τους.
Παραδίπλα στεκότανε μια μανταμίτσα με το καλαμπουκάνι φωτογραφικό μηχάνησμα που τράβαγε τις πλάκες της και κάποια στιγμή με αρώτηξε:
-Τους γνωρίζετε όλους κύριε;
-Αμ τι τους κάνω, της λέω, παιδιά ταραφίσια είναι όλα.
-Μου λέτε δυό λόγια για το Σαϊτοπόλεμο; μου απαντάει στο πληζαριστό.
Πήρα και εγώ το σοβαρό μου καθότι ναι μεν παιδί της πιάτσας, αλλά έχουμε και πέντε αράδες γράμματα στην κωλότσεπη και ξέρουμε να μιλήσουμε και σε κυρίες εκτός φάρας.
-Κυρία μου, άρχισα (έτσι και με άκουγε ο Μάκης να μιλάω στο επίσημο, θα μούλεγε «τι έπαθες ρε μπαφουνέτο» και θα χαχάνιζε λες και είχε φουμάρει πέντε νταμίρες μαζεμένες) το έθιμο της Σαϊτας έρχεται από πολύ παλιά και στην Καλαμάτα σήμερα υπάρχουν φυλαί και φύλαρχοι. Έχουμε την φυλήν των ΑγιοΣιδερητών, την φυλήν των Ραχιωτών, του Φραγκοπήγαδου, της Φυτειάς, του Φρουρίου και του Αγιάννη του Πρόδρομου του Παλαιού. Κάθε φυλή έχει και τους φυλάρχους της. Η φυλή του ΑγιουΣίδερη έχει 4 καπετανέους, όλοι τους μεσοΜανιάτες της φάρας του Σωτηράκου. Στη φυλή του Φραγκοπήγαδου καπετανέοι είναι βέροι Ραχιώτες όλοι της οικογένειας Ζησιμάτου. Οι Φυτειώτες καπετανέους έχουνε πολλούς σήμερα τον Μάρκου, τον Καραβλίδη, τον Ξωξάκο, τον Κρεμμύδα και φέρνουνε στις πλάτες τους παλαιά παράδοση. Καπετάνιος της φυλής του Φρουρίου είναι ο Βαρελάς, ο επονομαζόμενος Νικηταράς γιατί είναι Νεδουσαίος. Φύλαρχος των Αγιαννητών είναι ο καπετάν Χρήστος, με 60 σαϊτοχρόνους στην πλάτη του.
Οι Ραχιώτες έχουνε καπετάνιο τον Τάκη που ξανάφτιαξε μπουλούκι τα τελευταία χρόνια. Έχουνε στις παρέες τους παιδιά τζιμάνια που το λέει η περδικούλα τους και δεν κολώνουνε σε τίποτα. Τι πα να πει ψηλέας σα τους Μπουρδακέους, το καπετάν Γκιουλέκα, τους Μαρκέους και τον Τάσο του Στέφανου; Τι πα να πει κοντός σα τον καπετάν Χαρμάνη, τον Κοντό, τον Μούμια και τον Βουτσαρά; Είναι όλοι γεμάτοι μαχητικό μένος και έτοιμοι να πέσουν στην φωτιά για να ψηθούν με μπαρούτι. Και κάνε κυρά μου λίγο πιο πίσω μη σε πάρουνε οι σκατζουλίθρες και φλουμπετιάσεις.
Τα είπα και σταμάτησα. Κάνω έτσι και βλέπω την κερία να έχει στόνα χέρι τη μηχανή και να έχει ανοίξει ένα πακέτο σέρτικα Καρέλια και να μου προσφέρει. Τα έχασα.
-Πάρε ρε μόρτη ένα να στρώσεις κεφάλι, μου κάνει. Εξ επιτούτου σε αρώτηξα για να δω σε τι εκτίμα έχεις την αφρόκρεμα της καλαματιανής μαγκοσύνης. Εγώ δεν πίνω πηγαδίσο νερό. Γουστάρω τη μαγκιά και τραβιέμαι, τι τραβιέμαι δηλαδή, πεταλιδώθηκα με τον Μήτσο τον Αβέρτο, καθότι λεβεντόπαιδο και με τράβηξε από την πλέμπα. Τώρα έχω και το σπίτι μου το καλό, τα πάντα μου συν τα βουτήρατά μου. Καθότι για να με έχεις εμένα θέλω τα χρειαζούμενά μου και άμα δεν μου τα δώκεις τράβα να πουλάς χαμομήλι γερμανικό που αδυνατίζουνε οι ελέφαντες. Μπήκες;
-Ωραία εξήγηση μανταμίτσα μου, της είπα. Και παρότι μου φέρθηκες στο κατασκοπικό σε συχωρνάω και δεν ξεπλέκω το μιζανπλί αφού ανήκεις σε άντρα που ταμπακιάζω. Είναι μάγκας με την σφραγίδα του και όχι κούφια αχιβάδα. Καθόσον με καρατάρεις πως κι εγώ δεν είμαι για κέντημα με το αντραντέ και μπορώ να σου μιλήσω και στην επίσημη και στην ταραφίσα γλώσσα. Σε μαρκάρω καλά και αφού γουστάρεις σαϊτες και έχεις κάνει γκεζί με τον Μήτσο, παναπεί πως έχεις πέσει στο βαθύ λαγούμι και κουβαλάς τη σπανακόπιττα. Ωραία τάπαμε, χάρηκα για τη γνώρα και φεύγω βέρτζινος γιατί τα παιδιά που τις ερίξανε με περιμένουνε στο ταμπούρι να κοπανήσουμε κανά καταϊφι να γλυκαθεί ο καταπιώνας μας και να πάνε κάτω τα μπαρουτόζαφειρα. Άντε και του χρόνου.
Δια το πιστόν
Μπάρμπα Χρήστος Ζερίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου