Μήνυμα

Πάντα να πολεμάς και να αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος. Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου. ( Ι. Π. Κουτσοχέρας)

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

ΣΑΛΑΦΑΤΙΝΟΣ ΗΛΙΑΣ (Ανέκδοτο Χειρόγραφο για τον Αγώνα του 1821)

Ηλίας Σαλαφατίνος
(Ανέκδοτο Χειρόγραφο για τον  Αγώνα του 1821)
Χρήστος Νικ. Ζερίτης- Δεκέμβριος 1993




     Έχουν περάσει 170 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 και δυστυχώς δεν έχουν γίνει γνωστές όλες οι πτυχές της, ούτε και έχει αποδοθεί η πρέπουσα τιμή στους αληθινούς πρωταγωνιστές της. Οι περισσότεροι από αυτούς που ιστόρησαν (1) τον Αγώνα το έκαναν κάτω από το πρίσμα των συμπαθειών και αντιπαθειών τους, των συμφερόντων τους, των γνωριμιών τους και από τις υποκειμενικές πληροφορίες που συνέλεξαν ρωτώντας για διάφορα γεγονότα, αφού οι ίδιοι, όσοι ήταν σύγχρονοι της εποχής εκείνης, δεν ήταν δυνατόν να έχουν προσωπική γνώμη για όλα όσα εξιστορούσαν. Όλοι όσοι έγραψαν τα απομνημονεύματα τους δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν σαν κύριες πηγές, διότι και αυτοί έγραψαν ό,τι έζησαν, ό,τι άκουσαν και με υποκειμενικά κριτήρια. Και οι ιστοριογράφοι αλλά και οι απομνημονογράφοι πολλές φορές εξύψωσαν άτομα που δεν άξιζαν και άλλες αγνόησαν αυτούς που άξιζαν. Οι περισσότεροι συγγραφείς επηρεάστηκαν και από την μεταεπαναστατική καθεστηκυία τάξη, η οποία είχε ανάγκη από την οικειοποίηση έργων που δεν έκανε, αλλά είχε την δύναμη και τους «τρόπους» να πείσει τους δύσπιστους. Βρήκε πρόθυμους μερικούς καλαμαράδες της εποχής που συνειδητά διαστρέβλωσαν με τις ιστορίες τους την αλήθεια και την παρέδωσαν στις επόμενες γενιές γεμάτη ψέματα και ανακρίβειες. Έτσι διατηρήθηκε η υστεροφημία ορισμένων, που αν και πρόσφεραν, εν τούτοις ποτέ δεν έκαναν πράξεις για τις οποίες έγιναν γνωστοί. Έμειναν όμως στην αφάνεια και στη λησμονιά αγωνιστές που πρόσφεραν τα πάντα, δεν ζήτησαν ποτέ τίποτε, αλλά και όταν τους έδωσε ή Πατρίδα κάτι, αυτοί δεν το δέχτηκαν. Ένας από τους λίγους τέτοιους ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ είναι και ο αγνοημένος Οιτυλιώτης ΗΛΙΑΣ ΣΑΛΑΦΑΤΙΝΟΣ, ο Μανιάτης ήρωας του οποίου η δράση αγγίζει τα όρια του μύθου.
Ερευνώντας για τη ζωή και τη δράση του βρήκα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (2), χειρόγραφο ιστορικό έγγραφο με θέμα το γνωστό επεισόδιο της υποχωρήσεως των ελληνικών στρατευμάτων από την φύλαξη των Δερβενίων της Μεγαρίδος κατά την εισβολή του Δράμαλη τον Ιούλιο του 1822. Τα όσα συνέβησαν εκεί αλλά και κατά την υποχώρηση, έγιναν αφορμή να κατηγορηθεί ο Ρήγας Παλαμήδης, γνωστός ανερχόμενος πολιτικός εκείνης της περιόδου (με προσεκτική στρατιωτική δράση) για δειλία, ιδιαίτερα από τον Νικ. Σπηλιάδη ο οποίος έγραψε τα εξής (3): «..τότε ο Σέκερης και ο Παλαμή­δης μ' ολίγους άλλους ιππείς εδόθησαν εις φυγήν προς την Κόρινθον... κατά δυστυχίαν φεύγοντες οι αρχηγοί δεν ημπόρεσαν να ίδωσι τί εγένετο ο στρατός. Ο δε Ρήγας Παλαμήδης διέσπειρε τον τρόμον όθεν αν διέβαινε φεύγων, βεβαιών ότι όλοι οι Έλληνες απώλεντο, διότι, έλεγεν, αντί να αναβώσιν το βουνόν, έδραμον εις το πεδίον όπου τους περικύκλωσαν απειράριθμοι Τούρκοι ιππείς και τους κατέκοψαν. Ταύτα λέγων, επροξένησεν εις τους ανθρώπους αθυμίαν και απελπισίαν και ο κόσμος έφευγεν εις τα όρη διά να σωθώσι...».
Στα γραφόμενα του Σπηλιάδη απάντησε ο Παλαμήδης (4). Αργότερα επανήλθε ό Σπηλιάδης (5) και ανταπάντησε με αποτέλεσμα να γίνει ένας «πόλεμος» δημοσιεύσεων που μόνο λύπη θα προκαλούσε στους φιλίστορες ή επιζώντες τότε αγωνιστές. Το θέμα αυτό θα εθεωρείτο εξαντλημένο αν δεν ερχόταν η επιστολή του Σαλαφατίνου να δώσει οριστική απάντηση. Το κείμενο αυτής της επιστολής είναι σπουδαιότατο για τρεις λόγους. Πρώτον για τον ΠΡΟΛΟΓΟ, δεύτερον για τις λεπτομέρειες του κυρίως θέματος και τρίτον και πιο σημαντικό για την ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ. Παρουσιάζω λοιπόν για πρώτη φορά ολόκληρο το χειρόγραφο κείμενο, το κρίνω και με βάση τη δημοσίευσή του σε εφημερίδα της εποχής, και κάνω κριτική στις μέχρι σήμερα επικρατούσες απόψεις για τις γραμματικές γνώσεις του Σαλαφατίνου. Τονίζω την μεγάλη αξία της υπογραφής στο τέλος του προαναφερομένου εγγράφου, η οποία ανατρέπει, σε συνδυασμό με τον πρόλογο, την σπουδαιότητα και την αυθεντικότητα πολλών ιστορικών κειμένων-εγγράφων-εντύπων.
Το ευρεθέν έγγραφο είχε δημοσιευθεί σαν επιστολή στην εφημερίδα «Πανελλήνιον» (6) το 1854  με τίτλο «Έκθεσις ιστορική, υπό του συνταγματάρχου και πρεσβύτου της Φάλαγγος Ηλία Σιαλαφατίνου, περί της εισβολής του Δράμαλη είς Πελοπόννησον το 1822».  Το παραθέτω εκ  του  χειρογράφου:
«Από πολύν καιρόν, μετά την έκδοσιν λέγω των απομνημονευμάτων του αοιδίμου παλαιών Πατρών και της Ιστορίας του μακαρίτου Φραντζή, περί της Ελληνικής επαναστάσεως, εσκόπευον να εκθέσω την αυτόχρημα αλήθειαν ΚΑΙ (7) ως προς την εισβολήν του Δράμαλη εις τα Δερβένια της Πελοποννήσου, ως παρευρεθείς τότε και εγώ εκεί μετά των Τριπολιτζωτών, αλλά περιστάσεις διάφοροι μ' έκαμαν να αναβάλλω τούτο από καιρόν εις καιρόν. Λαμβάνω όμως αιτίαν ήδη από την δημοσιευθείσαν εις φυλλάδιον απάντησιν του Κ. Ρήγα Παλαμήδη επί των γραφομένων περί της αυτής εισβολής υπό του κ. Ν. Σπηλιάδου εν τω Α' τόμω Κεφ. 5 των εκδιδομένων και παρ' αυτού περί της επαναστάσεως ημών απομνημονευμάτων. Ενόμισα χρέος μου να μη παρατείνω επί πλέον την επί της περιστάσεως ταύτης έκθεσίν μου, και τούτο κάμνω πανδήμως προς γνώσιν της αληθείας υπό του κοινού, αφού και ταύτην ηθέλησαν να περιπλέξωσι τινές. Και εξηγούμαι)*.
Διορισθείς παρά τής τότε Διοικήσεως δια να υπάγω εις τα Δερβενοχώρια και παρακινήσω τους κατοίκους αυτών δια να εκστρατεύσωσι μαζί μου και καταλάβωμεν την θέσιν Κανδύλι. Ανεχώρησα περί τα τέλη Ιουνίου 1822 με τινάς εκ των συμπολιτών μου στρατιώτας, τους οποίους είχον υπό την οδηγίαν μου.
Φθάσας δε εις Μέγαρα, κατόρθωσα μεν δια να με ακολουθήσουν προς τον ανωτέρω σκοπόν, με την συμφωνίαν δε να ασφαλισθώσι πρώτον αι οικογένειαί των εις την Σαλαμίνα, και αφού ασφαλίσαμεν τας οικογενείας των, μ' όλους τους άνδρες συμποσούμενους περίπου εις 300, εκινήσαμεν δια το Κανδύλι, αλλ' αμέσως ο σκοπός μάς εφώναξεν ότι οι Τούρκοι επέρασαν το Κανδύλι και παρευθύς οι Δερβενοχωρίται επέστρεψαν εις την Σαλαμίνα προς υπεράσπισιν των οικογενειών των. Το δε εχθρικόν ιππικόν πρόφθασαν, πριν ή εισέλθωσιν εις την Σαλαμίνα, εφόνευσε τινάς εξ αυτών. Ενώ λοιπόν ο υποφαινόμενος έμεινα μόνος με τους υπό την οδηγίαν μου ολίγους Σπαρτιάτας, με κατέφθασε το ιππικόν, αλλά δια το δύσβατον του τόπου και δια μικρού ακροβολισμού κατά του εχθρού εσώθημεν αβλαβείς, διευθυνθέντες εις τα Μεγάλα λεγόμενα Δερβένια, όπου εύρομεν εκεί τον Κ. Ρήγαν Παλαμήδην και τον μακαρίτην Γεώργιον Σέκερην, οίτινες είχον φθάσει κατά την αυτήν ημέραν από την Πελοπόννησον επί κεφαλής 600 περίπου στρατιωτών Τριπολιτζωτών, εν οίς ως και οι Καπεταναίοι Αλέξιος Λεβιδιώτης, Κολιός Δαριώτης, Αθανάσιος Δεληγιάννης, Γ. Αρβάλης, Γ. Μπυλίδας και Λάμπρος Ρηζιώτης. Ευρέθη δε εις τα αυτά Δερβένια και ο Καπετάν Νέζος από την επαρχίαν ‘Αργους με 80 περίπου στρατιώτας Αργείους, προς δε και τόσοι Κορίνθιοι εκ των μερών των Τρικκάλων, επικεφαλής των οποίων ήταν είς ιερεύς, Κορίνθιος και αυτός, του οποίου το όνομα δεν ενθυμούμαι.
Σκεφθέντες δέ χωρίς αναβολήν μετά των ειρημένων αρχηγών Ρήγα και Σέκερη και των Καπεταναίων, διενείμαμεν τα σκζόμενα τότε εκεί ξενοδοχεία, και κλεισθέντες εις αυτά, οχυρώθημεν τρείς ολόκληρους ημέρας, περιμένοντες τον εχθρόν, Δράμαλην, όστις είχε στρατοπεδεύσει εις Μέγαρα από την ημέραν αφ' ής ανεχώρησα από αυτά.
Αλλά μετά τας τρείς ρηθείσας ημέρας βλέποντες, ότι ο μεν Δράμαλης έμενεν εις Μέγαρα, και ο στρατός του ήταν πολυάριθμος, ημείς δε εκτός ότι εστερούμεθα τροφών, και ούτε εκ της Πελοποννήσου εφαίνετο να μας έλθη βοήθεια, ως επεριμέναμεν και καθεκάστην μας έγραφον από Άργος, όπου ευρίσκοντο συσσωρευμένα αρκετά τότε στρατεύματα, περιμένοντα την πτώσιν του Ναυπλίου, ούτε οι των Δερβενοχωρίων κάτοικοι ήρχοντο να ενωθώσι με ημάς, διεσπαρμένοι όντες ένθεν κακείθεν ένεκα της συγκεντρώσεως των εχθρών εις Μέγαρα, εκτός λέγω όλων τούτων, επειδή ήτο και ή ρηθείσα θέσις των ξενοδοχείων ακατάλληλος διά το αδύνατόν της, απεφασίσαμεν και εις μεν την θέσιν των ξενοδοχείων να μείνη προσωρινώς μία φρουρά άπό 100 στρατιώτας, οι δε  λοιποί να αναβώσιν εις την θέσιν καλουμένην  Αέρα, τρία περίπου τέταρτα απέχουσαν. Όθεν και έμεινα ο υποφαινόμενος εις τα ξενοδοχεία με 100 περίπου στρατιώτας και με τους αειμνήστους εκ των ρηθέντων Καπεταναίων Τριπολιτζάς Κολιόν Δαριώτην καί Αθανάσιον Δεληγιάννην, όλοι δε οι λοιποί ετραβήχθησαν εις την θέσιν Αέρα.
Μόλις παρήλθεν η νύκτα εκείνη, και την επαύριον λίαν πρωί εξεστράτευσεν ο Δράμαλης καθ' ημών, ότι οι εν τοις ξενοδοχείοις μείναντες ετραβήχθημεν προς τους εν τη θέσει Αέρας αναβάντας, και ενώθημεν μετ' αυτών, αφού δε εσκέφθημεν περί του τρόπου της προς πόλεμον τοποθετήσεώς μας, εγώ μεν με το 1/3 περίπου του στρατού (ο οποίος μόλις κατ' εκείνην την ημέραν ηριθμείτο εις 600 στρατιώτας, διότι εν τω μεταξύ των παρελθουσών ήμερων είχον δραπετεύσει αρκετοί, κυρίως ένεκα της ελλείψεως των τροφών), κατέλαβον το δεξιόν της οδού των Δερβενιών μέρος, ως ερχόμεθα άπό την Πελοπόννησον εις αυτά, ο Παλαμήδης το αριστερόν, και ο Σέκερης το κέντρον με τον λοιπόν στρατόν, αφού πρώτον διενείμομεν εν μέρος των πολεμοφοδίων, και αφού κατά πρότασιν του Κ. Ρήγα Παλαμήδη εδιώρισα τινάς εκ των συμπατριωτών μου Στρατιώτας επί της εις το κέντρον φερούσης οδού προς την Πελοπόννησον, διά να μην αφήσουν τινά να αναχώρηση, με την διαταγήν του να πυροβολώσι κατ' αυτού εις τοιαύτην περίστασιν.
Αφού λοιπόν ετοποθετήθημεν ως ανωτέρω, περί τας δύο περίπου ώρας της ήμερας ενώ είχον πλησιάσει προς τα ιδικά μου οχυρώματα (ταμπού­ρια), ως προταττόμενα ολίγον τι των λοιπών ένεκα της θέσεως, έως 4000 Αλβανοί με 100 περίπου ση­μαίας, οι οποίοι εσταμάτησαν να προσμείνουν εκεί και τους λοιπούς, και συνδιαλεγόμεθα μετ' αυ­τών.,Αλλ’ αίφνης βλέπω συγκέντρωσιν στρατιωτών εκτός των οχυρωμάτων του Κέντρου εις μετά τούτο φυγήν γενικήν των εις την αυτήν θέσιν στρατιωτών. Καθώς μετά ταύτην ομοίαν σχεδόν και των στρατιωτών τού αριστερού μέρους, τους δε τεθέντες προς φύλαξιν, ως είρηται, επί της οδού Σπαρτιάτας.να πυροβολώσι κατ’ αυτών.
Τρέξας λοιπόν δρομαίως, χωρίς να παρασαλεύσωσιν οι του μέρους μου στρατιώται ουδένα άλλον εύρον εκεί, ειμή μόνον τον Ρήγαν Παλαμήδην με ολιγωτάτους στρατιώτας, εκ δε των Καπεταναίων με τον Κολιόν Δαριώτην, Γ. Άρβάλην ίσως δε και τινάς άλλους αυτών μετ’ αυτού εις την θέσιν εκείνην, αν δεν με απατά η μνήμη μου. Τον εύρον δε αγανακτισμένον και προσκαλούντα τους φεύγοντας να επιστρέψουν. Ερωτήσας δε αυτόν με μεγάλην έκπληξιν, που είναι ο Σέκερης και οι λοιποί, μοι απεκρίθη, ότι οι μεν στρατιώται έφυγον παρά την θέλησίν μας, ο δε Σέκερης ηκολούθησε δια να τους εμποδίση, και αν δύνασαι βοήθησον και συ να εμποδιστούν.
Εφώναξα και εγώ όσον έφθανεν η φωνή μου δια να τους ανακαλέσω, αλλά πώς να εμπόδιση τις το τζάκισμα; επειδή δε με επληροφόρησαν οι ιδικοί μου στρατιώται Σπαρτιάται, ως και οι λοιποί εκεί μείνοντες ολίγοι περί της επιμονής των φυγόντων, και δια το ανέλπιστον της σκηνής της λιποταξίας των. Επειδή ταυτοχρόνως το παράδειγμα αυτών εμιμήθηκαν και οι της ιδικής μου θέσεως στρατιώται, οίτινες έμειναν ολιγώτατοι, και αποτεινόμενοι εις εμέ εφώναζον, μας επήρες εις τον λαιμόν σου, ούτως εφύγαμεν.
Μετά έν τέταρτον της ώρας έφθασαν και οι εχθροί εις την θέσιν Αέρα, και αμέσως εν μέρος του Ιππικού εκίνησε καθ' ημών και μας επρόφθασεν εις ταις Μύγιαις, αλλά δια το δύσβατον του τόπου εσταμάτησαν ολίγον, έως ότου εσυγκεντρώθησαν πολλοί. Τέλος πάντων εν διαστήματι δύο ήμισυ ωρών, εγώ τε και οι μείναντες μετ' εμού Σπαρτιάται και λοιποί των Πελοποννησίων στρατιώται, έως τριάκοντα τον αριθμόν, επυροβολήσαμεν πολλάκις τους διαβαίνοντας εκείθεν εχθρούς, κρυπτόμενοι εις τα δάση, ρεύματα, και κριμνώδη μέρη, και ως εκ τούτου εδώσαμεν καιρόν εις τους προπορευθέντας ιδικούς μας. Μολαταύτα διαβάντες τα δύσβατα μέρη οι εχθροί, επρόφθασαν έν μέρος των ημετέ­ρων περί τα Εξαμήλια, και εφόνευσαν τινάς εξ αυ­τών.
Αύτη είναι γυμνή η αλήθεια των περιστατικών εκείνων, των όποιων αντελήφθην ιδίοις όμμασι και την οποίαν αλήθειαν βεβαιωμένην και υπό του εν τω μνησθέντι φυλλαδίω του Κ. Παλαμήδη επαναλαμβανομένων ακριβώς* εκθέτω καγώ ως τίμιος στρατιωτικός, εναντίον πάσης ψευδολογίας και παραμορφώσεως.
Έν Αθήναις την 29 Δεκεμβρίου 1853
                 Η. Σαλαφατίνος
*τα υπογραμμισμένα σημεία υπάρχουν στο χειρόγραφο ΔΕΝ υπάρχουν όμως στο δημοσιευθέν στην εφημερίδα κείμενο.

Το πρωτότυπο χειρόγραφο, όπως και την δημοσίευση στην εφημερίδα, τα φωτογράφησα και τα έχω στο αρχείο μου, δεν έχει τίτλο. Αποτελείται από τέσσερις (4) σελίδες και είναι ολοφάνερο ότι είναι γραμμένο από άτομο γραμματισμένο διότι έχει συμμετρικές παραγράφους, καθαρά μυτερά γράμματα με αριστερή κλίση, κανονική στίξη, άριστη ορθογραφία στη γλώσσα τής εποχής εκείνης. Το ύφος δεν είναι επιθετικό, αν και πρόκειται για απάντηση, η περιγραφή δε των γεγονότων γλαφυρή και λεπτομερής. Είναι φανερό ότι ο «διηγούμενος» τα περιστατικά, είναι γνώστης όλων όσων συνέβησαν στα Δερβένια και το κυριότερο, είναι ταπεινόφρων αφού δεν υμνεί την προσωπική του δράση, όπως θα έκαναν κάποιοι άλλοι. Με λίγα λόγια κάνει μία αντικειμενική περιγραφή, χωρίς συμπεράσματα και χωρίς ομηρικές υπερβολές. Το μόνο μεμπτό που θα μπορούσε να του αποδοθεί είναι μία, εκ πρώτης όψεως, προκατάληψη για τα δύο εμπλεκόμενα πρόσωπα. Και τούτο διότι αποκαλεί τον Παλαμήδη «Κ. Ρήγαν Παλαμήδην» και τον Σπηλιάδη «κ. Ν. Σπηλιάδη». Παρά το μικρό «ατόπημά» του, ο Σαλαφατίνος είναι η μόνη αντικειμενική πηγή για τα συμβάντα. Με αυτό το κείμενο όμως δεν αποσείει τις, αποδιδόμενες από τον Σπηλιάδη, μεγάλες ευθύνες (8) του Ρ. Παλαμήδη, όχι τόσο για την φυγή του από τα Δερβένια, αφού όλοι τελικά υπεχώρησαν, όσο για την διασπορά των ψευδών ειδήσεων πού έκανε επιστρέφοντας στη Τρίπολη. Ο Σαλαφατίνος ομολογεί ότι και ο ίδιος υπεχώρησε και λέει ότι ο Παλαμήδης προσπάθησε να εμποδίσει τη φυγή των στρατιωτών, αλλά όλοι οι αρχηγοί, άλλοι ψύχραιμα και άλλοι άτακτα, υποχώρησαν όταν έγινε το γενικό «τζάκισμα». Βέβαια δεν λέει τίποτε για το κύριο μέρος της καταγγελίας του Σπηλιάδη, δηλ. για τον τρόμο πού προξένησε ο Παλαμήδης υποχωρών, διότι δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει κάτι περί αυτού. Συμπερασματικά, αξιολογώντας το κείμενο, μπορώ να πω ότι είναι η πιο αντικειμενική και λεπτομερής περιγραφή από τον τίμιο στρατιώτη, τον γενναίο Ηλία Σαλαφατίνο, που πήρε μέρος στα γεγονότα των Δερβενίων τον Ιούνιο του 1822. Το κείμενο στο τέλος έχει ημερομηνία 29 Δεκεμβρίου 1853 (31 χρόνια αργότερα από το περιγραφόμενο περιστατικό), και υπογράφεται από τον ΙΔΙΟ τον Σαλαφατίνο. Παραθέτω την υπογραφή και μέρος της τελευταίας σελίδας του χειρογράφου, για να φανεί ο διαφορετικός γραφικός χαρακτήρας του γράψαντος και του υπογράψαντος:


Όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κάποιος, φαίνεται ότι ο υπογράφων είναι άτομο αγράμματο ή καλύτερα θα έλεγα, γνωρίζει να βάζει μόνο την υπογραφή του. Ο γραφικός χαρακτήρας δείχνει άτομο υπέργηρο με τρεμάμενο πιθανώς χέρι. (Κάνω μία παρένθεση για να πω λίγα λόγια για την ηλικία του Σαλαφατίνου. Πέθανε στις 15 Νοεμβρίου 1858. Ό δημοσιογράφος Παν. Σούτσος στη νεκρολογία του έγραψε ότι «απεβίωσεν πλήρης ημερών». Δύο χρόνια πιο νωρίς ο Γενναίος Κολοκοτρώνης σε ένα κείμενό του έκανε μία αγενή παρατήρηση γράφοντας ότι «ο ογδοηκοντούντης Σαλαφατίνος έχει ξεχάσει πολλά». Αφού το 1858 που πέθανε ήταν περίπου 80 χρονών, το 1853 που έγραφε το κείμενο αυτό θα ήταν γύρω στα 75). Είναι ολοφάνερο ότι το επώνυμό του ήταν Σαλαφατίνος και όχι Τσαλαφατίνος ή Τζαλαφατίνος όπως τον αποκαλούν πολλοί ιστορικοί και ασχοληθέντες μαζί του, και σίγουρα ΔΕΝ ΕΓΡΑΨΕ αυτός το κείμενο των 4 σελίδων.
Ο πρώτος που αναφέρθηκε στις γραμματικές γνώσεις του Σαλαφατίνου ήταν ο Γάλλος φιλέλληνας και δημοσιογράφος Αύγουστος Φάμπρ (9), ο οποίος έγραψε μία σύντομη βιογραφία του αγωνιστή. Έγραφε λοιπόν στην εισαγωγή του κειμένου του ότι «τας πληροφορίας μου έδωσεν η ένδοξος οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων» και συμπλήρωνε, εκτός των άλλων πολλών στοιχείων, ότι ο Σαλαφατίνος κατά την διάρκεια του Αγώνα «έφερε εις τα μανίκια του μελάνην, πένναν και χαρτί, έμαθε να αναγιγνώσκη και να γράφη...».
Την σκυτάλη παρέλαβε ο αείμνηστος Σταύρος Σκοπετέας και σε ένα άρθρο του (10) για τον Ηλία Τσαλαφατίνο, όπως τον αποκαλεί, σημειώνει: «...ο Ηλίας δεν έλαβε καμμίαν σχολικήν μόρφωσιν. Ηγνόει γραφήν και ανάγνωσιν μέχρι της Επαναστά­σεως... αργότερον προμηθεύτηκε γραφίδα, μελά­νην και χάρτην, εξέμαθε να γράφη και να διαβάζη... ύστερον εις τους ειρηνικούς χρόνους του βασιλείου, ανεδείχθη και μαχητής της γραφίδος αφού πολλά άρθρα εις εφημερίδας έγραψε, ανασκευαστικά ανακριβειών ή παραλείψεων...».
Προφανώς ο μεγάλος ερευνητής και συγγραφέας στηρίχθηκε στον Φάμπρ όσον αφορά τις γραμματικές γνώσεις του Σαλαφατίνου. Ειδικά δε για την συγγραφική του ικανότητα πιστεύω ότι εκφράστηκε περισσότερο συναισθηματικά λόγω της κοινής καταγωγής των, «ελπίζω να φέρω εις φως τα έργα του μεγαλόφρονος εκείνου αοιδίμου συμπατριώτη μου» έγραφε ο Στ. Σκοπετέας, αποδίδοντας στον Σαλαφατίνο μία ικανότητα, την μόνη ίσως, που δεν διέθετε. Εξ' άλλου σε ένα άλλο κείμενο του (11) ο Στ. Σκοπετέας με θέμα «ένα ανέκδοτο χειρόγραφο από την μάχη του Μανιακίου», αποδίδει μεν την πατρότητα του κειμένου στον Σαλαφατίνο, αλλά για την συγγραφή του είναι πιο προσεκτικός και γράφει στην εισαγωγή-πρόλογο ότι «προέρχεται από τον επιφανή και αυτόπτη αγωνιστή, τον ανδρείον και ακαταπόνητον Βοιτυλιώτην Ηλίαν Σαλαφατίνον, ως έχω βάσιμους λόγους να υποστηρίζω».
Κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ σε μία παράγραφο κειμένου (12) της σύγχρονής μας ερευνήτριας κ. Ιωάννας Γιανναροπούλου. Αναφέρεται σε δύο (2) έντυπα που έχουν γραφεί την εποχή που ζούσε ο Σαλαφατίνος και αποδίδονται σε αυτόν. Το ένα έχει τίτλο «Διήγησις Σπαρτιάτου τινός ονομαζόμε­νου Ηλίας Σαλαφατίνος» και είναι ένα χειρόγραφο 18σέλιδο κείμενο που τελειώνει απότομα και θεωρείται κολοβό (13), χωρίς ημερομηνία και υπογραφή, με θέμα διάφορα γεγονότα του πρώτου χρόνου του Αγώνα. Το άλλο είναι ένα έντυπο (14) τυπογραφημένο, με τίτλο «Σύντομοι Παρατηρήσεις επί τινών περιστατικών αναφερομένων εις τα λεγόμενα απομνημονεύματα του κ. Ν. Σπηλιάδη, παρά του Η. Σαλα­φατίνου», φέρει ημερομηνίαν 5/6/1853 και δεν έχει κάποια υπογραφή ή ένδειξη του γραφέως ή του συγγραφέως. Χάριν ευκολίας θα αναφέρομαι για αυτά τα έγγραφα με συντομογραφίαν και θα αποκαλώ το 18σέλιδο κείμενο «Έκθεσιν» το δε τυπογραφημένο έντυπο «Σύντομες παρατηρήσεις». Γράφει λοιπόν η κ. Γιανναροπούλου για την Έκθεσιν:«...ο γραφεύς είναι εγγράμματος και κινεί με ευχέρειαν την γραφίδα...». Πιο κάτω αναρωτιέται; «..αλλά ο αγνός και γενναίος Σαλαφατίνος ήτο εις θέσιν να συντάξει ο ίδιος, να γράψει διά των ιδίων του χειρών ή να υπαγορεύσει την Έκθεσιν ταύτην;» Πιο κάτω κριτικάρει τις «Σύντομες παρατηρήσεις»: «...αδύνατον να το έγραψε ο Σαλαφατί­νος. Το μόνο του αμάρτημα πρέπει να είναι, ίσως, ότι συγκατετέθη να μπή το όνομά του. Καίτοι γνω­ρίζων να χρησιμοποιή άριστα το όπλον, δεν φαίνεται πιθανόν να είχε ανάλογη επιτηδειότητα να σύρη και τη γραφίδα. Εδέχθη την πατρότητα, κατά πάσα πιθανότητα, από την αφοσίωσιν και αγάπη που έτρεφε διά βίου προς τους Μαυρομιχαλαίους». Και καταλήγει θεωρώντας ότι αυτά τα δύο κείμενα έχουν γραφεί για να υποστηρίζουν τους Μαυρομιχαλαίους και τους φίλους τους, ως έξης: «...οι άξιοι όμως της Μάνης αρχηγοί, οι πατριώτες, οι νοικοκύρηδες, οι δημοτικοί άρχοντες, δεν είχον τόσην ανάγκην της υποστηρίξεως του τεύχους αυτού (Συντ. παρατ.), συντάκτης του οποίου, το γνωρίζουν οι ειδικοί, υπήρξεν ο Λυκούργος Κρεστενίτης από τον Πύργο, πιθανότατα με συνεργασίαν και του Ρήγα Παλαμήδη». Σαν συμπέρασμα γράφει: «...Δεν είναι εύκολο να υπολογίση κανείς την συμμετοχή του Σαλαφατίνου εις την ανακοινούμενη «Έκθεσιν» ...πιθανώς τη γραφίδα έσυρε και την «Έκθεσιν» παρήγαγε κάποιος οικείος της οικογένειας Μαυρομιχάλη ή οικείος του Ρήγα Παλαμήδη, αν μη ο ίδιος ούτος, διότι και με δικό του Σχεδίασμα ομοιάζει».
Με την παρουσίαση (15) της υπογραφής του Σα­λαφατίνου ελπίζω να βεβαιώνεται και ο πλέον δύσπιστος ότι ο αγνοημένος αγωνιστής ήταν και παρέμεινε ΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ. Για όσους του αποδίδουν ότι δεχόταν την πατρότητα διαφόρων κειμένων, θα πω μόνο ότι ο πρόλογος του παρουσιαζόμενου σήμερα εγγράφου τα λέει όλα. Θα τον επαναλάβω τονίζοντας τα πιο ουσιώδη: «Από πολύν καιρόν, μετά την έκδοσιν των απομνημονευμάτων του αοιδίμου Παλαιών Πατρών και της ιστορίας του μακαρίτου Φραντζή, περί τής Ελληνικής Επαναστάσεως, εσκόπευον να εκθέσω την αυτόχρημα αλήθειαν ΚΑΙ ως προς την εισβολήν του Δράμαλη εις τα Δερ­βένια... αλλά διάφοροι περιστάσεις μ' έκαμαν να αναβάλλω τούτο από καιρόν εις καιρόν...». Όπως είπαμε το κείμενο έχει ημερομηνία 29 Δεκεμβρίου 1853, Αφορμή πήρε από τα γραφθέντα από τον Ν. Σπηλιάδη και στον όποιον δίνει τυπικά απάντηση. Ουσιαστικά όμως η πιο πάνω υπογραμμισθείσα παράγραφος λέει αυτά που πραγματικά ήθελε να πει ο Σαλαφατίνος.
Λέει δηλαδή ο Μανιάτης αγωνιστής ότι είχε «διαβάσει» τα απομνημονεύματα του Π.Π. Γερμα­νού (εκδόθηκαν το 1837) και την ιστορία του Αμβ. Φραντζή (εκδόθηκε το 1839) και είχε διαπιστώσει ορισμένα λάθη, ανακρίβειες ή παραλείψεις, και ότι είχε σκοπό (ΑΠΟ ΠΟΛΥ ΚΑΙΡΟ), όταν του δινόταν η ευκαιρία, να τα διορθώσει, προφανώς με διορθωτική επιστολή σαν την δημοσιευόμενη σήμερα. Ανάμεσα στα πολλά που είχε σκοπό να διορθώσει ήταν και το περιστατικό το οποίο έγινε αφορμή να γραφτεί το παραπάνω κείμενο. Δεν είχε όμως κατορθώσει μέχρι και την 29 Δεκεμβρίου 1853 να «γράψει» οτιδήποτε. Με λίγα λόγια εννοεί ότι ΟΠΟΙΟΔΗ­ΠΟΤΕ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΠΡΙΝ ΤΗΝ 29/12/1853 ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΔΙΚΟ ΤΟΥ. Έτσι τα δύο κείμενα η «Έκθεσις» και οι «Σύντομες παρατηρήσεις» δεν μπορεί να θεωρηθούν ότι ανήκουν στον Σαλα­φατίνο. Το πιθανότερο είναι να είχε διηγηθεί σε «κάποιον» τις παρατηρήσεις πού είχε κατά νου να κάνει, και «αυτός» να θεώρησε σωστό να γράψει αλλά και να εκδώσει κείμενα, στα οποία εκτός από τις «διορθώσεις» του Σαλαφατίνου να ανακάτεψε και δικές του κρίσεις και επικρίσεις, χρησιμοποιώντας το όνομα του γενναίου και σεβαστού από όλους τους αγνούς αγωνιστές, για να γίνει πιστευτός, χωρίς ο Σαλαφατίνος να το γνωρίζει.
Ο Σαλαφατίνος θα είχε μάθει πως κυκλοφορούσαν κείμενα με το όνομά του και γι' αυτό αποφάσισε να λύσει την σιωπή του. Γράφει την επιστολή και στην αρχή της «καρφώνει» τους λαθρόχειρες, ενώ στο τέλος βάζει την ΥΠΟΓΡΑΦΗ του που σημαίνει; ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΤΕ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓ­ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΣΑΛΑΦΑΤΙΝΟΥ. Διότι δεν θα έλεγε ποτέ τη φράση ότι «ΑΠΟ ΠΟΛΥ ΚΑΙΡΟ» ήθελε να γράψει, αν έστω και το παραμικρό που είχε δημοσιευτεί ήταν εν γνώσει του.
Το αν ο Σαλαφατίνος ήξερε να γράφει ή όχι δεν έχει τόση σημασία όσο αυτά που του καταμαρτυρούν. Πιστεύω, και αυτό το δείχνει η ζωή και η δράση του, ότι ήταν τόσο έντιμος που όσο μεγάλη και αν ήταν η αγάπη πού έτρεφε για τους Μαυρομι­χαλαίους (ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ), ποτέ δεν θα έφθανε στο σημείο να συμφωνήσει ώστε να δημοσιευτούν (16) πλαστές ή ψεύτικες πληροφορίες για διάφορα περιστατικά του Αγώνα, μόνο και μόνο για να καλύψει άστοχες ή αντεθνικές ενέργειες αυτής της, μαυροφορεμένης Μανιάτικης, οικογένειας και των φίλων της. Σίγουρα άλλοι χρησιμοποιούσαν το όνομά του, για να γίνονται πιστευτές οι «διορθώσεις» τους, χωρίς αυτός να το ξέρει. Όταν το έμαθε «έγραψε» την δημοσιευόμενη σήμερα επιστολή και την υπέγραψε. Ένας ακόμη λόγος για να του αποδοθεί άλλη μία «ψυχική γενναιότητα», όπως συνόψισε (17) ο ακαδημαϊκός Κων. Τσάτσος «τις μεγάλες αρετές της αυταπαρνήσεως, της υψηλοφροσύνης, της ανιδιοτέλειας και της εξάρσεως υπεράνω των παθών». Ο Σαλαφατίνος δείχνεται και μεγαλόψυχος, συγχωρεί τους λαθρόχειρες, παρ' όλο που ο πρόλογός του αποτελεί ράπισμα προς αυτούς, και δεν αναφέρει τίποτε που να θίγει τον περίγυρο του οίκου των Μαυρομιχαλαίων, πού μάλλον ήταν ο αίτιος των ψευτοϋπογραφόμενων κειμένων.
      Ένα άλλο σημαντικό στοιχεία για την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την εποχή είναι και το εξής στοιχείο: Στην εφημερίδα «Πανελλήνιον» που δημοσιεύτηκε η επιστολή Σαλαφατίνου, παραλείφθηκαν, εσκεμμένα πιστεύω, οι υποσημειωμένες στο κείμενο φράσεις , « …αφού και ταύτην (την αλήθειαν) ηθέλησαν να περιπλέξωσι τινές. Και εξηγούμαι) και « .. βεβαιωμένην και υπό του εν τω μνησθέντι φυλλαδίω του Κ. Παλαμήδη επαναλαμβανομένων ακριβώς…».Στο χειρόγραφο, με βάση την παραβολή που προσεκτικά έκανα, υπάρχουν. Πιστεύω πως η εφημερίδα εσκεμμένα παρέλειψε (ίσως διότι ήταν προσκείμενη σε πολιτικούς του αντιπάλους τού Παλαμήδη και τα γραφόμενα του Σπηλιάδη ζημίωναν τον Παλαμήδη πολιτικά) τις παραπάνω φράσεις για να μην φαίνονται δικαιωμένα από τον Σαλαφατίνο τα γραφόμενα του Ρήγα Παλαμήδη στο δικό του φυλλάδιο, που είχε ήδη εκδώσει για να καταρρίψει τα γραφόμενα του Σπηλιάδη. Όπως επίσης ενώ στο χειρόγραφο ο Παλαμήδης και ο Σπηλιάδης προσφωνούνται ως «..Κ. Ρήγα Παλαμήδη..» και «..κ. Ν. Σπηλιάδου..», στο δημοσιευθέν κείμενο έχουν γραφεί ως «..Κυρίου Ρήγα Παλαμήδη..» και «..κυρίου Ν. Σπηλιάδου..» τονίζοντας την εκ πρώτης όψεως στάση του Σαλαφατίνου (άραγε ο Σαλαφατίνος, μη εγγράμματος, θα μπορούσε να καταλάβει, όταν θα του διάβασαν το κείμενο προκειμένου να το υπογράψει, την ακουστική διαφορά μεταξύ της λέξεως Κυρίου-με κεφαλαίο ο Κ- και της λέξεως κυρίου-με μικρό το κ), απέναντι στα εμπλεκόμενα πρόσωπα.
     Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως τα περιγραφόμενα περιστατικά είναι αληθή. Το τι συνέβη μετά την φυγή ο Σαλαφατίνος δεν το ξέρει και δεν παίρνει θέση. Είμαι σίγουρος πως το κείμενο το έγραψε άνθρωπος του Παλαμήδη-αν μη ο ίδιος αυτός- και παρασυρόμενος από την αντιπάθειά του έγραψε με τον παραπάνω περιγραφόμενο τρόπο το γράμμα κάπα. 


Ό Ηλίας Σαλαφατίνος με την έντονη δράση του, την φιλοπατρία και την αρχαϊκή του απλότητα (18),  τοποθετείται μεταξύ των μεγάλων πρωταγωνιστών της Επαναστάσεως 1821. Ελπίζω στο μέλλον να μπορέσω να δώσω (19) στη δημοσιότητα ολοκληρωμένη την μελέτη μου για τη ζωή και τη δράση του -εκ μητρός- συμπατριώτη μου, όχι μόνο γιατί η ιστορική παράλειψη συνεχίζεται μέχρι σήμερα, αλλά και διότι το παράδειγμα του υψηλόφρονα αυτού άνδρα θα πρέπει να αποτελεί σημείο αναφοράς μα και σύγκρισης με την επικρατούσα σήμερα κατάσταση στην Ελλάδα μας. Γιατί ο Οιτυλιώτης Ηλίας Σαλα­φατίνος αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση αφού «πρώτος έδειξεν εν έργον, το αληθές έργον του Ενάρετου Πατριώτου, γενόμενος ανώτερος δόξης δια την δόξαν της Πατρίδος, ενώ άξιοι και ανάξιοι καθημερινώς ζητούν να εύρουν δόξαν εις τους προβιβασμούς» (20).
Θα είχα βάρος στην ψυχή μου αν δεν ανέφερα τους ανθρώπους που με βοήθησαν και συνεχίζουν να με βοηθούν. Τον παππού μου Αντώνιο Η. Δραγωνέα (1989+) πού ξεκίνησε την έρευνα και με τις διηγήσεις του μου γνώρισε τον Σαλαφατίνο. Τη νύφη του Αγγελική συζ. Ηλία Δραγωνέα που μου έδωσε τα χειρόγραφα του. Τον ακροταιναρίτη λογοτέχνη Κυριάκο Δ., Κάσση που με ενθάρρυνε να δημοσιοποιήσω μέρος της μελέτης μου. Τον Αντώνιο Μπούνα, υπεύθυνο της Βιβλιοθήκης Καλαμάτας με την ιώβειο υπομονή, και τον Μίμη Δρα­γωνέα πολυτιμότατο βοηθό στην Αθήνα.
1. Για κριτική σε αυτούς ιδε: α) Τ. Γριτσόπουλου, Ιστοριογραφία του Αγώνος, «Μνημοσύνη» τόμος Γ' και         Κουγέα, Ηρωικά κείμενα του Αγώνος, Π.Α.Α. τόμος  28,σελ. 113.         
2. Γ.Α.Κ., Αρχείο Ρήγα Παλαμήδη, αρ. φακ. 266.
3. Νικ. Σπηλιάδη: Τόμος Α σελ. 391.
    4.Ρήγα Παλαμήδη, Φυλλάδιο με τίτλο: Πρόχειρος απάντησις επί των περί εισβολής του Δράμαλη εις την Πελοπόννησον ιστορουμένων εν τω Α' τόμω Κεφάλαιον Β΄ των λεγομένων "Απομνημονευμάτων του   κυρίου Ν. Σπηλιάδη. Αθήναις 1853.
5.      Ν. Σπηλιάδη: Τόμος Γ' σελ. 463. Επίσης για το ίδιο θέμα απάντηση στα ΓΑΚ 47 Γ΄ 16.
6.    Εφημερίς «Πανελλήνιον» τόμος 1853-1854 στην Εθνική Βιβλιοθήκη.
7.   Υπογράμμιση δική μου. Στο χειρόγραφο είναι κανονικό το «και».
8. Για το ίδιο θέμα δες Ιστορία του Διον. Κόκκινου, τόμος Β' σελ. 551 και στα απομνημονεύματα του Καν. Δεληγιάννη τόμος Β' σελ. 174.
      9. Παρίσι 1827. Αναδημοσίευση εφημ. «Εστία», 15/1/1986.
     10. Σταύρου Σκοπετέα: Ηλίας Τσαλαφατίνος, εφημ. «Φάρος της Λακωνίας», αρ. φυλ. 18 της 17/5/1954.
11.Πρακτικά Α' συνεδρίου Λακωνικών Μελετών, σελ. 129-150.
12.Χαρακτηρισμός δικός μου επειδή λείπουν σελίδες από το χειρόγραφο, το οποίο βρίσκεται στο αρχείο Φιλήμονος στην Εθν. Βιβλιοθήκη.
13.Έντυπο εκ 54 σελίδων, που βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη της Βουλής.
15. Πρώτη παρουσίαση της υπογραφής  από το γράφοντα στην εφημ. Καλαμάτας "Ε­λευθερία», 14/11/1992.
16.Με δεδομένο ότι ο Σταύρος Σκοπετέας γράφει πως ο Σαλαφατίνος «πολλά άρθρα εις εφημερίδας έγραψε», πιστεύω ότι υπάρχουν και άλλα κείμενα, εκτός από αυτά που έχω υπόψη  μου, τα οποία ανήκουν ή αποδίδονται στον Σαλαφατίνο και τα οποία ο μεγάλος ερευνητής, χρόνια υπεύθυνος διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Βουλής, είχε ανακαλύψει αλλά δεν πρόλαβε να δημοσιεύσει.
     17. Π. Γ. Καγιάς: Το 21 χωρίς φόβον και πάθος.
18.Χαρακτηρισμός που έγραψε ο Παν. Σούτσος σε νεκρολογία για τον θάνατο του Σαλαφατίνου.
19.Μέρη της μελέτης μου έχουν δημοσιευθεί στην εφημ, Καλαμάτας «Ελευθερία» την 6/9/92 και 14/11/92 και στο περιοδικό «Αδούλωτη Μάνη».
20.Σταύρος Σκοπετέας (1908-1958) "Φάρος της Λακωνίας» Φύλ. 18. Λόγια που είπε ο τότε Υπουργός Πολέμου Χριστόφορος Περραιβός, όταν διαβάστηκε στο εκτελεστικό το κείμενο που έστειλε ο Σαλαφατίνος μαζί με την επιστροφή του βαθμού της αντιστρατηγίας το 1823. Το κείμενο που έστειλε ο Σαλαφατίνος έλεγε σαν δικαιολογία της επιστροφής του βαθμού ότι..  «..το στάδιον του Α­γώνος είναι εισέτι ανοικτόν και όστις δεν αγωνισθή μέχρι τέλους παρανόμως και ακαίρως αξιούται». Λίγες ήμερες αργότερα ο αγωνιστής επέστρεψε (Ιούνιος 1823) και τα 2000 γρόσια που του έδωσε η Κυβέρνηση και είπε ότι δεν τα θέλει διότι «είμαι φτωχός αλλά το Έθνος είναι φτωχότερο»-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου